ΕΘΝΙΚΕΣ, ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ
Είναι οπωσδήποτε απορίας άξιο πώς ένα
τόσο μεγάλο τμήμα του τουρκικού λαού, περί το 30% του συνολικού
πληθυσμού, δεν αποδέχεται τον ισλαμισμό ως επίσημη θρησκεία
Η τσαρική Ρωσία και η Οθωμανική
Αυτοκρατορία ως ιμπεριαλιστικές οντότητες, για τη διατήρηση και επέκταση
των εδαφικών τους κατακτήσεων, βρίσκονταν σε διαρκείς διαμάχες και
ένοπλες αντιπαραθέσεις ανάμεσά τους, όπως και με άλλες ιμπεριαλιστικές
δυνάμεις, με μικρά διαλείμματα ομαλών διπλωματικών σχέσεων και
λυκοφιλίας.
Προσωρινά η Τουρκία, ό,τι δηλαδή είχε απομείνει μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και η Σοβιετική Ενωση, που διαδέχτηκε την τσαρική Ρωσία, αποκατέστησαν προσωρινά τις σχέσεις τους. Αλλά αυτό δεν διήρκεσε πολύ, καθώς νέες πολιτικές και εθνικές αντιθέσεις παρουσιάστηκαν ανάμεσά τους.
Ο ανώτατος Τούρκος στρατιωτικός Μουσταφά Κεμάλ που ανέλαβε τα ηνία της χώρας του προσπάθησε με διοικητικά μέτρα να στρέψει την Τουρκία προς τη Δύση και το δυτικό τρόπο ζωής. Αλλά ένα μεγάλο τμήμα του τουρκικού λαού με ριζωμένες παραδόσεις στο χώρο της Ανατολής δεν είδε με καθόλου καλό μάτι την προσπάθεια ανατροπής των ηθών και εθίμων τής πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ομως ο τουρκικός λαός είχε μάθει στην πειθαρχία, ούτε οι αριστερές ανατρεπτικές ιδέες μπόρεσαν να τον επηρεάσουν ιδιαίτερα, και το Κ.Κ. Τουρκίας υπήρξε πάντα ένα μικρό κόμμα, όπως στην Αγγλία ή τις ΗΠΑ.
Η θρησκευτική πίστη στο Ισλάμ ενέπνεε την έντονη αντίθεση προς τον «άθεο κομμουνισμό» και στις 3 Μαΐου 1944, στην καρδιά του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, μεγάλες αντικομμουνιστικές διαδηλώσεις Τούρκων εθνικιστών ξέσπασαν στην Αγκυρα και στην Κωνσταντινούπολη παρά την ύπαρξη του στρατιωτικού νόμου. Οι κεμαλιστές κρατούσαν στα χέρια τους τις ένοπλες δυνάμεις, αλλά οι πειθαρχημένοι νοσταλγοί των ηθών και εθίμων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας -αν και δεν αντιδρούσαν βίαια- κρατούσαν στην καρδιά τους τη στενή τους σύνδεση όχι με τη Δύση, αλλά με τους θρησκευτικούς αδελφούς του Ισλάμ.
Ρεβάνς Ερντογάν
Ο Ταγίπ Ερντογάν κατόρθωσε να φέρει εις πέρας το όνειρο των μετριοπαθών ισλαμιστών, που αποδέχονται σε γενικές γραμμές τη δημοκρατία, αλλά που διατηρούν διάφορες εμμονές περί απαράβατων «θρησκευτικών νόμων», να πάρουν τη ρεβάνς από τους κεμαλιστές, προσωρινά ή μονιμότερα. Αυτό όμως το γεγονός δεν υπήρξε χωρίς συνέπειες, τουλάχιστον όσον αφορά το Ισραήλ, αφού η Τουρκία αναπροσανατολίζει την εξωτερική της πολιτική προς τις χώρες του Ισλάμ, προβάλλοντας έναν τύπο «ισλαμικής δημοκρατίας». Και δηλώνοντας προς τη Δύση ότι το παράδειγμά της θα συμβάλει στον εκδημοκρατισμό των ισλαμικών κρατών.
Τα πρόσφατα γεγονότα, οι μεγάλες διαδηλώσεις στην Τουρκία, έδειξαν κάτι που δεν είχε προβλεφθεί στους σχεδιασμούς των επιτελείων, ότι για πρώτη φορά προβάλλει στη χώρα αυτή ένας νέος παράγοντας, ένας τρίτος δρόμος, που έστω και μειοψηφικός, αμφισβητεί τον κεμαλικό αυταρχισμό αλλά και το μετριοπαθή ισλαμισμό του Ερντογάν.
Σ' αυτή την εξέλιξη συνέβαλαν σημαντικά και οι ιδέες που έφτασαν στην Τουρκία από τους Τούρκους μετανάστες στην Ευρώπη, ακόμη και από τους Τούρκους πρόσφυγες που έζησαν στην Ελλάδα, αλλά και οι εσωτερικές διεργασίες, η οικονομική ανάπτυξη της χώρας, που δημιούργησε ένα νέο πολιτιστικό εποικοδόμημα το οποίο αναζητά τη δική του αυτόνομη έκφραση.
Οπως μετέδωσε και ο ανταποκριτής της «Ε» στην Κωνσταντινούπολη (3.6.2013), ό,τι συμβαίνει σήμερα στην Τουρκία είναι κάτι πρωτόγνωρο. «Μια ομάδα, η τελευταία που θα περίμενε κανείς ότι θα ξεχυθεί στους δρόμους, ξεχύθηκε και επιμένει. Παιδιά αστικών κέντρων, δίχως κομματικές ταυτότητες, δίχως ταμπέλες, όπως εργάτες, φτωχοί, Κούρδοι, θρησκευόμενοι, άθρησκοι».
Ομως, τα τελευταία χρόνια -σε συνδυασμό με τις πρόσφατες εξελίξεις- έδειξαν και κάτι βαθύτερο: οι εσωτερικές διαφορές δεν αφορούν μόνο το πολιτικό επίπεδο, αλλά επεκτείνονται στον εθνικό και θρησκευτικό χώρο. Ας περιοριστούμε στις περιπτώσεις του Κουρδικού και των αλεβιτών.
Το 1993 ο πληθυσμός της Τουρκίας υπολογιζόταν στα 58 εκατομμύρια, εκ των οποίων τα15 εκατομμύρια ήταν Κούρδοι και περί τα 22 εκατομμύρια αλεβίτες.
Το όραμα των ριζοσπαστών Κούρδων είναι η δημιουργία του ανεξάρτητου κράτους που θα συμπεριλαμβάνει το ιρανικό, το τουρκικό και το συριακό Κουρδιστάν, που η πρωτεύουσά του θα είναι κάπου στο μέσον.
Οι κουρδικές ηγεσίες, στην προσπάθειά τους να ιδρύσουν κουρδικό κράτος, δεν δίστασαν να συνεργαστούν τόσο με την πρώην Σοβιετική Ενωση όσο και με τις ΗΠΑ. Λίγα χρόνια μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφορούνταν ότι οι εξεγερμένοι Κούρδοι κοντά στη Σοβιετική Αρμενία, υπό τον Μουσταφά Μπαρζανί, έβρισκαν καταφύγιο, εκπαιδεύονταν και βοηθούνταν από την ΕΣΣΔ. Σήμερα δεν μπορούμε να αποκλείσουμε να είναι και οι Αμερικανοί -για τους δικούς τους λόγους- ευνοϊκά προσκείμενοι στην ίδρυση ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους.
Είναι οπωσδήποτε απορίας άξιο πώς ένα τόσο μεγάλο τμήμα του τουρκικού λαού, περί το 30% του συνολικού πληθυσμού, δεν αποδέχεται τον ισλαμισμό ως επίσημη θρησκεία.
Εξισλαμισθέντες
Λέγεται ότι πρόκειται για εξισλαμισθέντες κατά το παρελθόν πληθυσμούς της Μικράς Ασίας, οι οποίοι αν και υποτάχθηκαν στο νέο κατακτητή προσπάθησαν με διάφορους τρόπους «ν' αντισταθούν», ασπαζόμενοι τον αλεβισμό. Αυτό θυμίζει λίγο ορισμένους κομμουνιστές, οι οποίοι «απαρνούμενοι» τις ιδέες τους κάτω από ειδικές συνθήκες έγιναν στη συνέχεια Μάρτυρες του Ιεχωβά, διατηρώντας κατά βάθος την αντίθεσή τους προς την επίσημη εκκλησία και το κράτος (βλ. περίπτωση Μουτσογιάννη, που σκότωσε τον υπουργό Λαδά το 1948 κ.ά.). Η Οθωμανική Αυτοκρατορία και οι επίγονοί της ποτέ δεν είδαν με καλό μάτι τους αλεβίτες.
Τον Δεκέμβριο του 1991 οι αλεβίδες - μπεκτασίδες της Τουρκίας έστειλαν επιστολή προς τον πρόεδρο της τουρκικής Βουλής, στην οποία έγραφαν μεταξύ άλλων: «...Στη χώρα μας υπάρχουν επάνω από 20 εκατομμύρια αλεβίδες, που είναι διαφορετικής πίστης (από τους μουσουλμάνους)... Πάνω από 20 εκατομμύρια άνθρωποι δεν μετρούν στους νόμους της Τουρκικής Δημοκρατίας ούτε στο Σύνταγμα και δεν ονομάζονται με το όνομά τους...».
Υπάρχουν σοβαρά εσωτερικά προβλήματα στην Τουρκία τα οποία συνηγορούν ώστε ν' ακολουθήσει η ηγεσία της χώρας μια ειλικρινή και φιλειρηνική πολιτική στις σχέσεις με όλους τους γείτονές της.
Πηγή: Ελευθεροτυπία
Δημοσιεύτηκε στις 21/06/2013
Σωστά και άκρως ενδιαφέροντα όλα όσα αναφέρονται στο κείμενο....πάντως η Τουρκία ακάθεκτα βαδίζει στην οικονομική άνοδό της που θα την καταστήσει οικονομικό κολοσσό...με ό,τι μπορεί αυτό να σημαίνει για τα δικά μας συμφέροντα σε Αιγαίο και Κύπρο
RépondreSupprimer