Mike Dolan
Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων
έχουν υποχωρήσει ακόμη περισσότερο από τότε που αποφάσισαν οι Βρετανοί
να αποχωρήσουν από την Ευρωπαϊκή Ενωση, καθώς τα επενδυτικά κεφάλαια
αναζητούν καταφύγια. Η πτώση αυτή είναι ακόμη μία ισχυρή ένδειξη του
πλήγματος που δέχεται η ήδη υποτονική παγκόσμια ανάπτυξη. Αυξάνονται
έτσι οι πιέσεις για την υιοθέτηση μιας δημοσιονομικής πολιτικής που θα
είναι δραστική για να αλλάξει την πορεία των πραγμάτων.
Πολλές κυβερνήσεις έχουν σήμερα την επιλογή να δανειστούν με σχεδόν μηδαμινό επιτόκιο για ολόκληρες δεκαετίες. Οικονομολόγοι τις παρότρυναν να σταματήσουν να εξαρτώνται από τις κεντρικές τράπεζες για την τόνωση της ανάπτυξης.
Οι κυβερνήσεις έχουν πια τη δυνατότητα να εκμεταλλευτούν ένα πολύ χαμηλό κόστος δανεισμού για να πυροδοτήσουν αύξηση των επενδύσεων στον σχεδόν ετοιμοθάνατο ιδιωτικό κλάδο και κατ’ επέκταση ενίσχυση των οικονομιών τους.
Σε ό,τι αφορά πολλούς εκλεγμένους κυβερνητικούς αξιωματούχους, το βασικό μήνυμα από το Brexit είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού απορρίπτει πια την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων στην πολιτική λόγω της στασιμότητας των πραγματικών μισθών εδώ και δεκαετίες. Οι πολιτικές τάσεις που επικρατούν σήμερα θα ήταν αδιανόητες έως και μία δεκαετία πριν.
Η χαλαρή νομισματική πολιτική που εφαρμόζεται από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-8 απέτρεψε τη σύγκρουση με τους ψηφοφόρους τα προηγούμενα χρόνια. Eπικριτές των μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης που εφαρμόζουν οι κεντρικές τράπεζες λένε πως έτσι επιδεινώθηκαν πολλά υφιστάμενα προβλήματα διότι «φούσκωσαν» εκ νέου οι αξίες σε αρκετές αγορές. Διευρύνθηκαν, κατ’ επέκταση, οι εισοδηματικές ανισότητες εκτός του μισθολογικού χάσματος που προϋπήρχε.
Εντούτοις, το πλεονέκτημα μιας μακροχρόνιας νομισματικής πολιτικής με επιτόκια στο μηδέν ή χαμηλότερα και μαζικές αγορές κρατικών ομολόγων είναι ότι οι κυβερνήσεις –που θέλουν να βοηθήσουν τις οικονομίες τους– μπορούν να δανειστούν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα στις επόμενες δεκαετίες.
Ο προβληματισμός για την παγκόσμια ανάπτυξη, για το δημογραφικό πρόβλημα και τον αποπληθωρισμό δεν πυροδοτήθηκε ούτε θα λήξει με το Brexit.
Ωστόσο, η μεγάλη υποχώρηση των αποδόσεων στα κρατικά ομόλογα που σημειώθηκε μετά το βρετανικό δημοψήφισμα διαμορφώνει μια αρκετά απαισιόδοξη εικόνα για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας την επόμενη δεκαετία ή 20ετία. Μετά το Brexit, η βρετανική οικονομία μπορεί να δανειστεί για μία 50ετία με επιτόκιο 1,38%.
Το μήνυμα που στέλνει η αγορά κρατικών ομολόγων –τουλάχιστον στον ανεπτυγμένο κόσμο– είναι πως δεν διακρίνει στον ορίζοντα μια ανάκαμψη που να είναι αρκετά ισχυρή ώστε να οδηγήσει τον πληθωρισμό σε υγιή επίπεδα για το υπόλοιπο του εργαζόμενου βίου των περισσοτέρων.
Στο 1,38%, οι αποδόσεις των 10ετών αμερικανικών ομολόγων δεν ήταν ποτέ χαμηλότερες, αν και εξακολουθούν να κυμαίνονται σε υψηλότερα επίπεδα από κάθε άλλη χώρα του G7. Παρομοίως, οι αποδόσεις των 30ετών κρατικών ομολόγων έχουν διολισθήσει στα χαμηλότερα επίπεδα από τη δεκαετία του ’50.
Σε άλλες οικονομίες, οι επενδυτές θυσιάζουν κέρδη για να διαφυλάξουν τα κεφάλαιά τους. Δανείζουν στο ελβετικό, γερμανικό ή ιαπωνικό κράτος με αρνητικά επιτόκια, δηλαδή είναι διατεθειμένοι να μη λάβουν κανένα κέρδος στην ωρίμανση των ομολόγων αυτών ή τη δευτερογενή αγορά. Στην Ελβετία, οι αποδόσεις των 50ετών ομολόγων υποχώρησαν σε αρνητικό πρόσημο. Με αρνητικό επιτόκιο δανείζεται η Ιαπωνία και η Γερμανία σε ορίζοντα 15ετίας και 10ετίας, αντίστοιχα.
Σύμφωνα με την JPMorgan, τo 36% των κρατικών ομολόγων σε παγκόσμια κλίμακα, δηλαδή περίπου 10 τρισ. δολάρια, παρουσιάζει αρνητικές αποδόσεις. Οπότε οι κυβερνήσεις που φοβούνται για μεγαλύτερες αντιδράσεις από την κοινή γνώμη θα μπορούσαν να στηρίξουν τις οικονομίες τους με δημοσιονομικά μέτρα στήριξης. «Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να διατελέσει έναν μεγαλύτερο ρόλο σε πολλές οικονομίες», σχολιάζει η Τζάνετ Χέντρι, επικεφαλής οικονομολόγος της HSBC. Η ίδια προειδοποιεί πως οι όποιες προσαρμογές στον προϋπολογισμό –μεταρρυθμίσεις και δημόσιες επενδύσεις– θα πρέπει να πραγματοποιούνται με στόχο τη μακροπρόθεσμη ενίσχυση της παραγωγικότητας.
Πηγή: www.kathimerini.gr/Reuters
Δημοσιεύτηκε στις 10/07/2016
Πολλές κυβερνήσεις έχουν σήμερα την επιλογή να δανειστούν με σχεδόν μηδαμινό επιτόκιο για ολόκληρες δεκαετίες. Οικονομολόγοι τις παρότρυναν να σταματήσουν να εξαρτώνται από τις κεντρικές τράπεζες για την τόνωση της ανάπτυξης.
Οι κυβερνήσεις έχουν πια τη δυνατότητα να εκμεταλλευτούν ένα πολύ χαμηλό κόστος δανεισμού για να πυροδοτήσουν αύξηση των επενδύσεων στον σχεδόν ετοιμοθάνατο ιδιωτικό κλάδο και κατ’ επέκταση ενίσχυση των οικονομιών τους.
Σε ό,τι αφορά πολλούς εκλεγμένους κυβερνητικούς αξιωματούχους, το βασικό μήνυμα από το Brexit είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού απορρίπτει πια την υφιστάμενη τάξη πραγμάτων στην πολιτική λόγω της στασιμότητας των πραγματικών μισθών εδώ και δεκαετίες. Οι πολιτικές τάσεις που επικρατούν σήμερα θα ήταν αδιανόητες έως και μία δεκαετία πριν.
Η χαλαρή νομισματική πολιτική που εφαρμόζεται από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-8 απέτρεψε τη σύγκρουση με τους ψηφοφόρους τα προηγούμενα χρόνια. Eπικριτές των μέτρων ποσοτικής χαλάρωσης που εφαρμόζουν οι κεντρικές τράπεζες λένε πως έτσι επιδεινώθηκαν πολλά υφιστάμενα προβλήματα διότι «φούσκωσαν» εκ νέου οι αξίες σε αρκετές αγορές. Διευρύνθηκαν, κατ’ επέκταση, οι εισοδηματικές ανισότητες εκτός του μισθολογικού χάσματος που προϋπήρχε.
Εντούτοις, το πλεονέκτημα μιας μακροχρόνιας νομισματικής πολιτικής με επιτόκια στο μηδέν ή χαμηλότερα και μαζικές αγορές κρατικών ομολόγων είναι ότι οι κυβερνήσεις –που θέλουν να βοηθήσουν τις οικονομίες τους– μπορούν να δανειστούν σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα στις επόμενες δεκαετίες.
Ο προβληματισμός για την παγκόσμια ανάπτυξη, για το δημογραφικό πρόβλημα και τον αποπληθωρισμό δεν πυροδοτήθηκε ούτε θα λήξει με το Brexit.
Ωστόσο, η μεγάλη υποχώρηση των αποδόσεων στα κρατικά ομόλογα που σημειώθηκε μετά το βρετανικό δημοψήφισμα διαμορφώνει μια αρκετά απαισιόδοξη εικόνα για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας την επόμενη δεκαετία ή 20ετία. Μετά το Brexit, η βρετανική οικονομία μπορεί να δανειστεί για μία 50ετία με επιτόκιο 1,38%.
Το μήνυμα που στέλνει η αγορά κρατικών ομολόγων –τουλάχιστον στον ανεπτυγμένο κόσμο– είναι πως δεν διακρίνει στον ορίζοντα μια ανάκαμψη που να είναι αρκετά ισχυρή ώστε να οδηγήσει τον πληθωρισμό σε υγιή επίπεδα για το υπόλοιπο του εργαζόμενου βίου των περισσοτέρων.
Στο 1,38%, οι αποδόσεις των 10ετών αμερικανικών ομολόγων δεν ήταν ποτέ χαμηλότερες, αν και εξακολουθούν να κυμαίνονται σε υψηλότερα επίπεδα από κάθε άλλη χώρα του G7. Παρομοίως, οι αποδόσεις των 30ετών κρατικών ομολόγων έχουν διολισθήσει στα χαμηλότερα επίπεδα από τη δεκαετία του ’50.
Σε άλλες οικονομίες, οι επενδυτές θυσιάζουν κέρδη για να διαφυλάξουν τα κεφάλαιά τους. Δανείζουν στο ελβετικό, γερμανικό ή ιαπωνικό κράτος με αρνητικά επιτόκια, δηλαδή είναι διατεθειμένοι να μη λάβουν κανένα κέρδος στην ωρίμανση των ομολόγων αυτών ή τη δευτερογενή αγορά. Στην Ελβετία, οι αποδόσεις των 50ετών ομολόγων υποχώρησαν σε αρνητικό πρόσημο. Με αρνητικό επιτόκιο δανείζεται η Ιαπωνία και η Γερμανία σε ορίζοντα 15ετίας και 10ετίας, αντίστοιχα.
Σύμφωνα με την JPMorgan, τo 36% των κρατικών ομολόγων σε παγκόσμια κλίμακα, δηλαδή περίπου 10 τρισ. δολάρια, παρουσιάζει αρνητικές αποδόσεις. Οπότε οι κυβερνήσεις που φοβούνται για μεγαλύτερες αντιδράσεις από την κοινή γνώμη θα μπορούσαν να στηρίξουν τις οικονομίες τους με δημοσιονομικά μέτρα στήριξης. «Με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να διατελέσει έναν μεγαλύτερο ρόλο σε πολλές οικονομίες», σχολιάζει η Τζάνετ Χέντρι, επικεφαλής οικονομολόγος της HSBC. Η ίδια προειδοποιεί πως οι όποιες προσαρμογές στον προϋπολογισμό –μεταρρυθμίσεις και δημόσιες επενδύσεις– θα πρέπει να πραγματοποιούνται με στόχο τη μακροπρόθεσμη ενίσχυση της παραγωγικότητας.
Πηγή: www.kathimerini.gr/Reuters
Δημοσιεύτηκε στις 10/07/2016
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire