Στον πλακούντα που εξέθρεψε τη ζωγραφική του, την ομορφιά
της ελληνικής φύσης, επιστρέφει ο Παναγιώτης Τέτσης, αποτυπώνοντας με
τον χρωστήρα του απόψεις της Υδρας και του Αργοσαρωνικού.
«Πού είναι το λουλούδι που έφερα στο
κορίτσι; Είναι μια αγγελικούλα ταπεινή. Κλεψιμέικη. Οπως κάναμε παλιά,
που κόβαμε από τις αυλές».
Ο Παναγιώτης Τέτσης με υποδέχεται στον δεύτερο όροφο του Ιδρύματος Θεοχαράκη με μια αγκαλιά γλυκά λόγια και ένα άνθος. Μέσα στον εκθεσιακό χώρο επικρατεί μια χαρούμενη ακαταστασία: το συνεργείο που αναρτά τα έργα τα έχει τοποθετήσει ήδη στις κατάλληλες θέσεις στο δάπεδο, περιμένοντας τον ζωγράφο να δώσει την τελική του έγκριση για να μπουν τα καρφιά στον τοίχο. Η Μαρία Βασιλείου και η Νόρα Σακελλαρίδου (που εργάζονταν στην αίθουσα τέχνης Νέες Μορφές και τώρα είναι η κινητήριος δύναμη του Ινστιτούτου Ελληνικής Τέχνης) μαζί με τον ιστορικό τέχνης Τάκη Μαυρωτά, την ψυχή του Ιδρύματος Θεοχαράκη, τον ακούν προσεκτικά. Και εκείνος σαν μαέστρος σηκώνει τα μακριά του χέρια για να «διευθύνει» τους ανθρώπους που στήνουν την έκθεση. Λες και μόνο αυτός ακούει έναν εσωτερικό ρυθμό που του υπαγορεύει την ιδανική σύνθεση των εικόνων. «Καλά είναι εκεί! Va bene!» λέει την ώρα που τοποθετείται ένα πανοραμικό τοπίο της Υδρας.
Το αφιέρωμα, που εγκαινιάζεται απόψε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο, συγκεντρώνει δεκάδες έργα μεγάλων διαστάσεων, τα οποία ζωγράφισε ο αειθαλής καλλιτέχνης τα τελευταία τέσσερα χρόνια, με θέμα την Υδρα και τον Αργοσαρωνικό. Μια νοερή διαδρομή από τον Πειραιά, με την απόσταση που έχει το καράβι από τη στεριά. Θα ακουστεί υπερβολικό, αλλά δεν είναι: πρόκειται για τη συγκινητικότερη έκθεση του Παναγιώτη Τέτση. Οχι μόνο γιατί σε λίγο θα κλείσει τα 90 του χρόνια, αλλά διότι όλοι του οι πίνακες έχουν μια ιαματική ομορφιά. Σε πείσμα της ασχήμιας που ζούμε, της ανασφάλειας που μας κατατρώει, εκείνος μας ξαναγυρίζει μαγικά στην αρχική κοιτίδα της συναρπαστικής ελληνικής φύσης. Στον πλακούντα που εξέθρεψε τη ζωγραφική του, στο κοινό μας κληροδότημα.«Ο,τι και αν γίνει, αυτό δεν μπορεί να μας το πάρει κανείς. Είναι δικοί μας οι γκρίζοι βράχοι, η θάλασσα, ο ήλιος. Και θα είναι για πάντα. Ναι, η ομορφιά μπορεί να μας σώσει» μου λέει την ώρα που στέκεται μπροστά σε μια εκπληκτική σύνθεση με σινική μελάνη σε άσπρο-μαύρο, που θυμίζει εκείνα της Σίφνου που είχε κάνει παλαιότερα. «Αν η Σίφνος ήταν η ερωμένη μου, η Υδρα είναι η μάνα και η γυναίκα μου. Η φύση της έχει περάσει στο πετσί μου», τονίζει.
Κάθε τοπίο του εκλύει ενέργεια, είναι μια γιορτή για το βλέμμα όπως έλεγε και ο Ντελακρουά για τη δύναμη της ζωγραφικής. «Κοίτα από την άποψη της Σαντορίνης. Είναι το μοναδικό έργο που δεν έχει να κάνει με τον Αργοσαρωνικό. Το έχω δωρίσει στον εγκάρδιο, παιδικό μου φίλο, τον Αριστείδη Αλαφούζο», λέει χαμογελώντας και μου δείχνει υπερήφανα την αφιέρωση που γράφει με άλικο χρώμα: «Στον συμμαθητή μου».
Μια ενότητα έργων που ξεχωρίζει είναι εκείνη που απεικονίζει τον απόκρημνο βράχο Ζάστανι στην Υδρα. «Οταν τον κοιτάζεις από το ύψος της θάλασσας, μοιάζει να έρχεται απειλητικά κατά πάνω σου. Ηθελα να αποτυπώσω αυτήν την αίσθηση στον καμβά. Μάλιστα, πήρα έναν βαρκάρη και κάναμε μαζί τον περίπλου του νησιού για να ξαναδώ αυτό το σημείο», λέει ο καλλιτέχνης. Με ξεπροβοδίζει ώς το ασανσέρ, με λόγια λίγο αινιγματικά: «Ενα πράγμα σκέφτομαι: Και τώρα, τι;».
Ο Παναγιώτης Τέτσης με υποδέχεται στον δεύτερο όροφο του Ιδρύματος Θεοχαράκη με μια αγκαλιά γλυκά λόγια και ένα άνθος. Μέσα στον εκθεσιακό χώρο επικρατεί μια χαρούμενη ακαταστασία: το συνεργείο που αναρτά τα έργα τα έχει τοποθετήσει ήδη στις κατάλληλες θέσεις στο δάπεδο, περιμένοντας τον ζωγράφο να δώσει την τελική του έγκριση για να μπουν τα καρφιά στον τοίχο. Η Μαρία Βασιλείου και η Νόρα Σακελλαρίδου (που εργάζονταν στην αίθουσα τέχνης Νέες Μορφές και τώρα είναι η κινητήριος δύναμη του Ινστιτούτου Ελληνικής Τέχνης) μαζί με τον ιστορικό τέχνης Τάκη Μαυρωτά, την ψυχή του Ιδρύματος Θεοχαράκη, τον ακούν προσεκτικά. Και εκείνος σαν μαέστρος σηκώνει τα μακριά του χέρια για να «διευθύνει» τους ανθρώπους που στήνουν την έκθεση. Λες και μόνο αυτός ακούει έναν εσωτερικό ρυθμό που του υπαγορεύει την ιδανική σύνθεση των εικόνων. «Καλά είναι εκεί! Va bene!» λέει την ώρα που τοποθετείται ένα πανοραμικό τοπίο της Υδρας.
Το αφιέρωμα, που εγκαινιάζεται απόψε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο, συγκεντρώνει δεκάδες έργα μεγάλων διαστάσεων, τα οποία ζωγράφισε ο αειθαλής καλλιτέχνης τα τελευταία τέσσερα χρόνια, με θέμα την Υδρα και τον Αργοσαρωνικό. Μια νοερή διαδρομή από τον Πειραιά, με την απόσταση που έχει το καράβι από τη στεριά. Θα ακουστεί υπερβολικό, αλλά δεν είναι: πρόκειται για τη συγκινητικότερη έκθεση του Παναγιώτη Τέτση. Οχι μόνο γιατί σε λίγο θα κλείσει τα 90 του χρόνια, αλλά διότι όλοι του οι πίνακες έχουν μια ιαματική ομορφιά. Σε πείσμα της ασχήμιας που ζούμε, της ανασφάλειας που μας κατατρώει, εκείνος μας ξαναγυρίζει μαγικά στην αρχική κοιτίδα της συναρπαστικής ελληνικής φύσης. Στον πλακούντα που εξέθρεψε τη ζωγραφική του, στο κοινό μας κληροδότημα.«Ο,τι και αν γίνει, αυτό δεν μπορεί να μας το πάρει κανείς. Είναι δικοί μας οι γκρίζοι βράχοι, η θάλασσα, ο ήλιος. Και θα είναι για πάντα. Ναι, η ομορφιά μπορεί να μας σώσει» μου λέει την ώρα που στέκεται μπροστά σε μια εκπληκτική σύνθεση με σινική μελάνη σε άσπρο-μαύρο, που θυμίζει εκείνα της Σίφνου που είχε κάνει παλαιότερα. «Αν η Σίφνος ήταν η ερωμένη μου, η Υδρα είναι η μάνα και η γυναίκα μου. Η φύση της έχει περάσει στο πετσί μου», τονίζει.
Κάθε τοπίο του εκλύει ενέργεια, είναι μια γιορτή για το βλέμμα όπως έλεγε και ο Ντελακρουά για τη δύναμη της ζωγραφικής. «Κοίτα από την άποψη της Σαντορίνης. Είναι το μοναδικό έργο που δεν έχει να κάνει με τον Αργοσαρωνικό. Το έχω δωρίσει στον εγκάρδιο, παιδικό μου φίλο, τον Αριστείδη Αλαφούζο», λέει χαμογελώντας και μου δείχνει υπερήφανα την αφιέρωση που γράφει με άλικο χρώμα: «Στον συμμαθητή μου».
Μια ενότητα έργων που ξεχωρίζει είναι εκείνη που απεικονίζει τον απόκρημνο βράχο Ζάστανι στην Υδρα. «Οταν τον κοιτάζεις από το ύψος της θάλασσας, μοιάζει να έρχεται απειλητικά κατά πάνω σου. Ηθελα να αποτυπώσω αυτήν την αίσθηση στον καμβά. Μάλιστα, πήρα έναν βαρκάρη και κάναμε μαζί τον περίπλου του νησιού για να ξαναδώ αυτό το σημείο», λέει ο καλλιτέχνης. Με ξεπροβοδίζει ώς το ασανσέρ, με λόγια λίγο αινιγματικά: «Ενα πράγμα σκέφτομαι: Και τώρα, τι;».
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire