Eνας Καναδός ζυθοποιός βρέθηκε στην Ελλάδα από κάρμα, και εδώ και δέκα χρόνια φτιάχνει μία από τις λίγες ετικέτες αμιγώς ελληνικής μπίρας. Ο Ντέιβιντ Γουντ, γενικός διευθυντής της Ζυθοποιίας Ζέος, μιλά για τις «ζυμώσεις» που τον έφεραν εδώ.
ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗ ΒΟΝΤΑ
ΦΩTOΓΡAΦIΕΣ: Χάρης Γκίκας
Οταν ήμουν 14 ετών, στον Καναδά, πήγαινα σε ένα ελληνικό εστιατόριο όπου υπήρχαν διάφορες φωτογραφίες από μέρη της Ελλάδας. Θυμάμαι να κοιτάζω μία από αυτές τις φωτογραφίες και να λέω στον εαυτό μου: κάποια μέρα θα ζεις εκεί. Eτσι, όταν προέκυψε η επαγγελματική πρόταση κι ενώ ήδη έκανα καριέρα ως ζυθοποιός, το είδα όχι μόνο ως επαγγελματική ευκαιρία, αλλά και ως εκπλήρωση ενός παιδικού ονείρου», απαντά στην ερώτηση για το πώς βρέθηκε από τον Καναδά στην Ελλάδα ο γενικός διευθυντής της Ζυθοποιίας Ζέος.
Πολύ πρόσφατα, την 1η Νοεμβρίου συγκεκριμένα, η εταιρεία έκλεισε ένετεκα χρόνια από την ίδρυσή της και το «γιορτάζει» με εξαγωγές. «Τον Απρίλιο του 2010 ξεκινήσαμε να εξάγουμε στον Καναδά και τις ΗΠΑ, ενώ υπάρχει ενδιαφέρον και για επέκταση της εξαγωγικής δραστηριότητας στην Αυστραλία. Προς το παρόν, διαθέτουμε προς εξαγωγή το 10% με 15% της παραγωγής μας (περίπου 25.000 λίτρα), ποσοστό που αναμένουμε να διπλασιαστεί μέσα στον χρόνο», λέει με φανερή ικανοποίηση, αλλά και περηφάνια, για ένα έργο που δεν ήταν εύκολο στην πορεία του.
«Η πρώτη μας παραγωγή ήταν 40.000 λίτρα και τώρα έχουμε ξεπεράσει τις 200.000. Η ζυθοποιία μας έχει ακόμα μεγάλες δυνατότητες. Αρκεί να σκεφτείτε πως, με τις τωρινές μας εγκαταστάσεις, μπορούμε να φτάσουμε και τα 750.000 λίτρα τον χρόνο, ενώ με μικρή επέκταση μπορούμε εύκολα να προσεγγίσουμε τα 2 εκατομμύρια λίτρα!». Καθόλου άσχημα για μια μικρή επιχείρηση που απασχολεί τέσσερα άτομα μόνιμο προσωπικό -ο αριθμός ανεβαίνει στα δέκα το καλοκαίρι-, το οποίο σκοπεύει να αυξήσει, όσο μεγαλώνει η παραγωγή, συμβάλλοντας με τον τρόπο της και στην τοπική οικονομία. «Για εμένα, η ζυθοποιία είναι κομμάτι του τόπου στον οποίο βρίσκεται, γι' αυτό και το σημείο που θα χτιζόταν ήταν ίσως η σημαντικότερη απόφαση που έπρεπε να πάρουμε. Εδώ (σ.σ. Αργος), ο τόπος είναι εύφορος, ευλογημένος, παίρνουμε εξαιρετικό νερό από την περιοχή Μύλος, το περιβάλλον είναι ιδανικό για μια ζυθοποιία. Και τις πρώτες ύλες μας προσπαθούμε να τις αγοράζουμε από την Ελλάδα. Γιατί, ξέρετε, αυτή δεν είναι επιχείρηση του ενός ανθρώπου, ούτε της μίας γενιάς. Οταν μια ζυθοποιία πάει καλά, είναι κληρονομιά για τον τόπο στον οποίο βρίσκεται», τονίζει.
Αγάπη για τη Ελλάδα
Μιλώντας για τον τόπο, γίνεται φανερό ότι ο κ. Γουντ νιώθει περισσότερο Ελληνας από πολλούς γηγενείς, αν και δεν μιλά ελληνικά. «Οταν έπρεπε να τα μάθω, δούλευα νυχθημερόν», λέει αστειευόμενος. Στην κουβέντα μας και οι πορτοκαλιές που βρίσκονται παντού γύρω από τη ζυθοποιία -ο Νομός Αργολίδος φημίζεται για τους πορτοκαλαιώνες του- και είναι η πηγή έμπνευσης για το επόμενο προϊόν. «Πειραματιζόμαστε με κάτι που θα περιλαμβάνει πορτοκάλι, αλλά δεν μπορώ να πω περισσότερα. Ελπίζω πως θα καταφέρουμε το νέο προϊόν να κυκλοφορήσει μέσα στο 2012».
Ο ίδιος έχει αποκτήσει μια καλή εικόνα για το πώς διαρθώνεται η επιχειρηματικότητα στη χώρα. Συζητώντας για τα προβλήματα που έχει μια μικρή επιχείρηση στην Ελλάδα, μας επισημαίνει ότι αναπόφευκτα σκοντάφτουμε πάντα στη γραφειοκρατία, αλλά και στην παράλογη και υπερβολική φορολόγηση, ακόμα και όταν μια εταιρεία θέλει να εξάγει. «Το κράτος ζητά τόσο πολλά, και μάλιστα προκαταβολικά, κάτι στο οποίο για να ανταπεξέλθει μια μικρή εταιρεία, πρέπει αναγκαστικά να αυξήσει την τιμή των προϊόντων της. Εμείς είμαστε τυχεροί, γιατί αυτοί που αγοράζουν την μπίρα μας δέχονται να πληρώσουν τα σχετικά τέλη, όμως η γενικότερη λογική είναι λάθος. Ειδικά με την παρούσα, δύσκολη κατάσταση, μου φαίνεται ακόμα πιο παράλογο να μη γίνονται ευνοϊκές ρυθμίσεις για τις εξαγωγές, οι οποίες είναι κέρδος για όλους». Ωστόσο, ο Ντέϊβιντ Γουντ δηλώνει αισιόδοξος. «Παρά τις δυσκολίες και τις τρικλοποδιές κάθε είδους, η παραγωγή μεγαλώνει, ο κόσμος μαθαίνει το προϊόν και το αγαπάει. Εξάλλου, όπως λένε και οι παλιοί: Σε αυτήν τη δουλειά, τα πρώτα 100 χρόνια είναι δύσκολα!» Κλείνοντας, μας υπενθυμίζει ότι μία επίσκεψη στο ζυθοποιείο, πέρα από ενδιαφέρουσα εμπειρία, δίνει τη δυνατότητα αγοράς φρέσκιας, απαστερίωτης μπίρας, με πολύ σύντομη ημερομηνία λήξης και η οποία έχει εξαιρετική γεύση.
Δώδεκα χρόνια μετά
Η εταιρεία ιδρύθηκε το 1999 από τον Κρις Παπαδήμας, ομογενή από τον Καναδά, ο οποίος μοιράστηκε το όνειρό του για μια ελληνική ζυθοποιία στην Ελλάδα με τον Ντέιβιντ Γουντ και τον Μπάρι Μιούρεϊ. Η πρώτη μπίρα που παρήχθη από τη νεόκοπη ζυθοποιία ήταν φρέσκια, όμως με την αύξηση της ζήτησης η εμφιάλωση αποδείχθηκε απαραίτητη. Ετσι, το πρώτο μπουκάλι μπίρας Ζέος βγήκε δύο χρόνια αργότερα (2001). Στην πορεία, το προϊοντικό χαρτοφυλάκιο της εταιρείας εμπλουτίστηκε με δύο ακόμα ετικέτες, τη Mak Lager (γνωστή και ως μακεδονική συνταγή ή Μπλε Μακ) και την Black Mac, μια πλούσια weiss (σταρένια με μαγιά) μπίρα με ιδιαίτερη γεύση.
Πηγή: www.ethnos.gr
Δημοσιεύτηκε στις 19/12/2011
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire