To
πρόσθετο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους μέσω της νέας διαδικασίας της
επαναγοράς των «κουρεμένων» ομολόγων του ιδιωτικού τομέα, που μας επιβλήθηκε
από τη συμφωνία των Βρυξελλών τη Δευτέρα, επιβεβαίωσε όχι απλώς την κραυγαλέα
αδυναμία της ελληνικής κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις, αλλά τον ξεπεσμό
μιας αναξιόπιστης, πολιτικά, χώρας. Οταν ο Γιάννης Στουρνάρας εξαναγκάζεται
να επικαλεστεί το «πατριωτικό καθήκον» για να πάει καλά η επαναγορά, όπως
ακριβώς έγινε και με τις προηγούμενες δηλώσεις μετά την εκταμίευση των
δανειακών δόσεων και την υλοποίηση του πρώτου «κουρέματος» (PSI), δυστυχώς επιβεβαιώνεται η (τότε)
απαίτηση των δανειστών μας να μη ρισκάρουν οποιαδήποτε μέλλουσα αναδιάρθρωση
παρά εντός του βρετανικού δικαίου.
Ετσι,
δυστυχώς, απέτυχε τότε η κυβέρνηση Παπαδήμου να επιτελέσει τη σπουδαία
αποστολή της υπεράσπισης του εθνικού συμφέροντος στη ζωτικής σημασίας
περίπτωση της πρώτης αναδιάρθρωσης του χρέους (PSI) και να μην υποθηκεύσει το μέλλον. Η ζημία που
υπέστη η χώρα και η παγίδα αποκαλύπτονται τώρα. Η ελληνική πλευρά και αυτή τη
φορά έπεσε στην παγίδα της απειλής της μη βιωσιμότητας του χρέους (που είναι
υπαρκτή) και του υπαρκτού κινδύνου να χρεοκοπήσει ατάκτως η Ελλάδα και να
αποδεχθεί τη συμφωνία Μέρκελ - Λαγκάρντ. Τίποτε λιγότερο παρά μόνο «κούρεμα»
του επίσημου τομέα του ελληνικού χρέους θα ’πρεπε να απαιτηθεί μέχρις εσχάτων
από την κυβέρνηση της χώρας.
Το
«κούρεμα» στα ελληνικά ομόλογα που κατέχει τόσο η ΕΚΤ όσο και οι κυβερνήσεις
της Ευρωζώνης ήταν και είναι απαραίτητο για την επιβίωση της χώρας. Το
ελληνικό χρέος βρίσκεται σήμερα στο 174% του ΑΕΠ.
Το μεγαλύτερο μερίδιο του
χρέους βρίσκεται στα χέρια της ΕΚΤ, των κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης και
του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF ). Στον βαθμό λοιπόν που οι Ευρωπαίοι
ήθελαν πραγματικά να επιλύσουν το ελληνικό πρόβλημα με ρεαλιστικό, βιώσιμο
και οριστικό τρόπο, θα έπρεπε να αποδεχθούν τη θέση του ΔΝΤ για γενναίο
«κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων που κατέχουν. Αλλά η Μέρκελ και οι
συνοδοιπόροι της έχουν άλλα σχέδια.
Δυστυχώς,
τρία ολόκληρα χρόνια μετά το ξέσπασμα της ολέθριας κρίσης, και δεν υπάρχει
ένα ελληνικό σχέδιο, ένα εθνικό –αν δεν ακούγεται πολύ βαρύγδουπο– πρόγραμμα
που να δίνει ελπίδες ανάπτυξης. Και μια βάση νέας διαπραγμάτευσης για μια
καλύτερη μοίρα.
Eίναι
προφανές πως η Γερμανία έχει κάποιο σχέδιο για την Ελλάδα και το ΔΝΤ μια δική
του, διαφορετική παραλλαγή. Αλλά η Ελλάδα δεν είχε ποτέ –ούτε έχει– ένα δικό
της σχέδιο για την τύχη μας. Στο μεταξύ, οι μεγάλες αδυναμίες της ελληνικής
οικονομίας επιδεινώνονται. Νέο χρέος σωρευόταν και εξακολουθεί να σωρεύεται
πάνω στο βουνό του χρέους. Αλλά αυτό που έως τώρα πήραμε ήταν αυτό που δεν
διαπραγματευθήκαμε, όχι αυτό που μας άξιζε. Γιατί, ασφαλώς, δεν μας αξίζει η
εικόνα του κράτους–παρία, που επιδιώκει «ειδική ρύθμιση», που τιμωρείται,
προς παραδειγματισμό των άλλων, με καταθλιπτική πολύχρονη λιτότητα και υπό
διαρκή επιτροπεία. Δεν καταφέραμε ποτέ να διαπραγματευθούμε κάτι καλύτερο.
Και
μόλις προχθές, ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ)
προειδοποίησε ότι η κρίση χρέους στην Ευρωζώνη αποτελεί τον μεγαλύτερο (!)
κίνδυνο για την παγκόσμια οικονομία. Εν όψει των ζοφερών οικονομικών
προοπτικών, ο Οργανισμός κάλεσε τις κεντρικές τράπεζες να ετοιμαστούν για
έκτακτη νομισματική χαλάρωση, εφόσον οι πολιτικοί αποτύχουν να προσφέρουν
αξιόπιστες απαντήσεις στην κρίση χρέους. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Ευρωζώνη
αντιμετωπίζει δύο χρόνια οικονομικής συρρίκνωσης, ενώ οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να
εισέλθουν σε ύφεση, σε περίπτωση που δεν υπάρξει πολιτική συμφωνία για την
αποφυγή λήψης περαιτέρω δημοσιονομικών μέτρων από τη χώρα αυτή.
Ο
ΟΟΣΑ, επίσης, προειδοποίησε ότι οι αποκλίνουσες χρηματοδοτικές συνθήκες
απειλούν με διάσπαση την Ευρωζώνη, αν οι πολιτικοί αποτύχουν να ελέγξουν την
κρίση χρέους. «Η Ευρωζώνη, η οποία βλέπει να διαμορφώνονται σημαντικές
πιέσεις κατακερματισμού, θα μπορούσε να βρεθεί σε κίνδυνο», σημειώνει ο κ.
Παντοάν στον πρόλογο της έκθεσης, καλώντας τους πολιτικούς να ξεπεράσουν τη
δυστοκία στη δημιουργία μιας πανευρωπαϊκής εποπτικής τραπεζικής αρχής. Λόγω
της αδυναμίας της παγκόσμιας οικονομίας, ο ΟΟΣΑ προειδοποίησε τις κυβερνήσεις
να μην επιδείξουν υπερβολικό ζήλο στην επιδίωξη περιοριστικών δημοσιονομικών
πολιτικών και συνέστησε στη Γερμανία και την Κίνα να επιδιώξουν προσωρινή
τόνωση των δαπανών για να αναζωογονήσουν την ανάπτυξη.
|
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire