Μήπως περιγράφω την Ιαπωνία στα τέλη της δεκαετίας του 1980; Μήπως περιγράφω την Αμερική του 2007; Θα μπορούσα. Όμως αυτή τη στιγμή μιλάω για την Κίνα, που εξελίσσεται σε μια ακόμη επικίνδυνη παράμετρο για την παγκόσμια οικονομία.
Υπήρξα απρόθυμος να εμβαθύνω στην κατάσταση της Κίνας, εν μέρει διότι είναι πολύ δύσκολο να πληροφορηθεί κανείς τι πραγματικά συμβαίνει εκεί. Όλες οι οικονομικές στατιστικές «διαβάζονται», στην καλύτερη περίπτωση, σαν μια ιδιαίτερα βαρετή μορφή επιστημονικής φαντασίας, αλλά τα νούμερα από την Κίνα είναι ακόμη πιο φανταστικά από το σύνηθες. Θα στρεφόμουν προς τους ειδικούς «Κινεζολόγους» για να με κατευθύνουν, αλλά ο καθένας φαίνεται να λέει τα δικά του.
Κι όμως, ακόμη και τα επίσημα στοιχεία είναι ανησυχητικά - και οι πρόσφατες ειδήσεις είναι αρκετά δραματικές ώστε να ενεργοποιήσουν «καμπανάκια» συναγερμού.
Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο για την κινεζική οικονομία την τελευταία δεκαετία είναι πως η μέση κατανάλωση των νοικοκυριών, αν και αυξάνεται, έχει μείνει πολύ πίσω από τον συνολικό ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης. Σήμερα, το συνολικό μερίδιο της καταναλωτικής δαπάνης ως ποσοστό του κινεζικού ΑΕΠ αγγίζει το 35%, περίπου το μισό από ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ποιος λοιπόν αγοράζει τα αγαθά και τις υπηρεσίες που παράγει η Κίνα; Μέρος της απάντησης είναι όλοι εμείς: καθώς το καταναλωτικό μερίδιο της οικονομίας της υποχωρεί, η Κίνα βασίζεται όλο και περισσότερο στα εμπορικά πλεονάσματα για να διατηρήσει ζωντανή την βιομηχανία της. Αλλά το σημαντικότερο, από την πλευρά της Κίνας, είναι οι κολοσσιαίες επενδύσεις, που ως ποσοστό έχουν εκτοξευτεί στο 50% σχεδόν του ΑΕΠ.
Η προφανής ερώτηση είναι: αφού η καταναλωτική ζήτηση παραμένει συγκριτικά χαμηλή στην Κίνα, ποιο είναι το κίνητρο για όλες αυτές τις επενδύσεις; Και η απάντηση, σε πολύ μεγάλο βαθμό, είναι πως οι επενδύσεις εξαρτώνται από μια συνεχώς διογκούμενη φούσκα ακινήτων. Οι επενδύσεις σε ακίνητη περιουσία έχουν σχεδόν διπλασιαστεί ως ποσοστό του ΑΕΠ μετά το 2000, και η αύξηση αυτή αντανακλά πάνω από την μισή συνολική αύξηση των επενδύσεων το ίδιο διάστημα. Αλλά είναι σίγουρο πως και ένα μεγάλο μέρος από την υπόλοιπη αύξηση στις επενδύσεις προέρχεται από επιχειρήσεις που επεκτείνονται για να διεκδικήσουν μεγαλύτερο κομμάτι από την «πυρακτωμένη» κατασκευαστική βιομηχανία.
Είμαστε όμως βέβαιοι ότι η αγορά ακινήτων εξελίσσεται σε φούσκα; Εμφανίζει όλα τα σημάδια: όχι μόνο την αύξηση των τιμών, αλλά και αυτό το ιδιαίτερο είδος κερδοσκοπικού πυρετού που μας είναι τόσο οικείο από τις δικές μας εμπειρίες πριν μερικά χρόνια - ας πούμε στις ακτές της Φλόριντα.
Υπάρχει κι άλλοι παραλληλισμοί που μπορούν να γίνουν μεταξύ της αμερικανικής και της κινεζικής εμπειρίας: και εκεί, όπως και στην Αμερική, μεγάλο μέρος του πρόσθετου δανεισμού που δημιουργεί τη φούσκα προέρχεται από ένα μη εποπτευόμενο, «σκιώδες» τραπεζικό σύστημα. Υπάρχουν τεράστιες διαφορές στις επιμέρους λεπτομέρειες: οι σκιώδεις τραπεζικές συναλλαγές αμερικανικού στιλ πραγματοποιούνταν από τις υψηλού πρεστίζ τράπεζες της Wall Street, μέσω περίπλοκων χρηματοπιστωτικών προϊόντων, ενώ στην κινεζική βερσιόν το χρήμα κινείται μέσα από παράνομες τράπεζες, ακόμη και από τοκογλύφους. Όμως οι συνέπειες είναι παρεμφερείς: στην Κίνα, όπως και πριν λίγα χρόνια στην Αμερική, το χρηματοπιστωτικό σύστημα μπορεί να είναι περισσότερο ευάλωτο στην διαφθορά από ότι αποκαλύπτουν τα «συμβατικά» τραπεζικά στοιχεία.
Τώρα η φούσκα σκάει μπροστά στα μάτια όλων. Πόση ζημιά μπορεί να κάνει στην κινεζική οικονομία - και τον κόσμο;
Ορισμένοι σχολιαστές λένε «μην ανησυχείτε, η Κίνα έχει ισχυρούς, έξυπνους ηγέτες που θα κάνουν ό,τι χρειάζεται για να αντιμετωπίσουν μια οικονομική «βουτιά». Αν και σπάνια το λέει κανείς ανοιχτά, στη σκέψη αυτή εμπεριέχεται ο υπαινιγμός ότι η Κίνα θα κάνει ότι πρέπει, γιατί δεν χρειάζεται να ανησυχεί για δημοκρατικές ευγένειες.
Για μένα, αυτά τα επιχειρήματα δεν λένε και τίποτα. Εν τέλει, θυμάμαι πολύ καλά ανάλογες διαβεβαιώσεις για την Ιαπωνία στη δεκαετία του 1980, οπότε οι λαμπροί γραφειοκράτες του Υπουργείου Οικονομικών υποτίθεται πως τα είχαν όλα υπό έλεγχο. Και αργότερα υπήρξαν διαβεβαιώσεις ότι η Αμερική ποτέ, μα ποτέ δεν θα επαναλάμβανε τα λάθη που οδήγησαν την Ιαπωνία στην «χαμένη δεκαετία» της - όταν, στην πραγματικότητα, έκανε ακόμη χειρότερα λάθη από εκείνα της Ιαπωνίας.
Η άποψη μου - όποια αξία κι αν έχει - είναι πως οι δηλώσεις των Κινέζων αξιωματούχων γύρω από την οικονομική πολιτική δεν μου φαίνονται ιδιαίτερα διαυγείς. Συγκεκριμένα, ο τρόπος που η Κίνα επιτίθεται στους ξένους - επιβάλλοντας μεταξύ άλλων τιμωρητικούς δασμούς στις εισαγωγές αμερικανικής κατασκευής αυτοκινήτων, κίνηση που θα δηλητηριάσει τις διμερείς εμπορικές σχέσεις χωρίς να βοηθά την οικονομία της— δεν δείχνει να προέρχεται από μια ώριμη κυβέρνηση που ξέρει τι κάνει.
Και υπάρχουν αρκετές σκόρπιες ενδείξεις πως, αν και η ισχύς της κινεζικής κυβέρνησης δεν περιορίζεται από κανένα δίκαιο, περιορίζεται από την γενικευμένη διαφθορά - γεγονός που σημαίνει ότι αυτά που πραγματικά συμβαίνουν σε τοπικό επίπεδο μικρή σχέση έχουν με τα όσα διατάζει να γίνουν το Πεκίνο.
Εύχομαι όλα όσα λέω εδώ να αποδειχθούν αχρείαστες κινδυνολογίες. Όμως είναι αδύνατο να μην ανησυχώ: Η ιστορία της Κίνας μου θυμίζει υπερβολικά τις «ρωγμές» που έχω δει σε άλλες περιπτώσεις. Και το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η παγκόσμια οικονομία, η οποία ήδη υποφέρει από τα χάλια της Ευρώπης, είναι ένα νέο επίκεντρο κρίσης.
ΠΗΓΗ : ΤΟ ΒΗΜΑ/ The New York Times
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire