Πέτρος Παπαπολυβίου*
Πριν από λίγες μέρες, με μια λιτή και
εξαιρετικά οργανωμένη εκδήλωση, ο Μουτουλλάς τίμησε, με τα αποκαλυπτήρια
ειδικής αναμνηστικής πλάκας, τη σχέση του ποιητή Κώστα Μόντη με το χωριό της
Μαραθάσας. Ο Μουτουλλάς στη δεκαετία του 1930 έζησε τη μεγάλη έκρηξη του παραθεριστικού
ρεύματος, ακολουθώντας τις Πλάτρες, τον Πεδουλά, τον Καλοπαναγιώτη και την
Κακοπετριά. Σε αυτό βοήθησε η βελτίωση του οδικού δικτύου και της συγκοινωνίας,
τα έργα που αναβάθμισαν τις συνθήκες υγιεινής και η ανέγερση του μικρού
ξενοδοχείου «Ηλιούπολις» από τον Ιωάννη Σαζεΐδη. Το απόγειο του θερινού
τουρισμού στην Κύπρο σημειώθηκε την περίοδο 1935 - 1939.
Στην Κύπρο οι
δημοκρατικές ελευθερίες είχαν ανασταλεί ύστερα από τα Οκτωβριανά, στην Ευρώπη
ήταν η εποχή των μεγάλων δικτατοριών και τα σύννεφα του πολέμου πύκνωναν
απειλητικά. Κι όμως, σε αυτές τις συνθήκες, τα ορεινά χωριά του νησιού δέχονταν
κάθε καλοκαίρι χιλιάδες ξέγνοιαστους παραθεριστές που διασκέδαζαν,
πεζοπορούσαν, απολάμβαναν τις ομορφιές της φύσης, ανακάλυπταν τη γοητεία των
διακοπών και έφερναν αστικές συνήθειες που αναστάτωναν τη συντηρητική ζωή της
Μαραθάσας.
Ο Κώστας Μόντης
επισκέφθηκε τον Μουτουλλά για πρώτη φορά τον Ιούλιο του 1936, σε ηλικία 22
χρονών, όντας ακόμη φοιτητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Από
τον Μουτουλλά έγραψε τρία άρθρα στην εφημερίδα «Ελευθερία» της Λευκωσίας, με
την οποία συνεργαζόταν, που δημοσιεύθηκαν σε έξι συνέχειες, τον Αύγουστο και
Σεπτέμβριο του 1936 και τον Αύγουστο του 1937.
Ο Μόντης αναφέρει
από τους παραθεριστές του Μουτουλλά γνωστά ονόματα του πνευματικού κόσμου της
Κύπρου, όπως τους εκπαιδευτικούς Κοσμά Λυσιώτη, Σόλωνα Μιχαηλίδη, Κώστα Προυσή,
Χριστόδουλο Παπαχρυσοστόμου, Κυριάκο Χατζηϊωάννου και άλλες οικογένειες, με
μεγάλη διάθεση χιούμορ. Στα ορεινά θέρετρα η Κύπρος ομογενοποιείται επί το
ευρωπαϊκότερον και ζει ανέμελα στη δεκαετία του 1930: «γέλια σκαλιώτικα,
λευκωσιάτικα, λεμεσιανά», όπως γράφει χαρακτηριστικά. Ο Μόντης περιγράφει τους
παραθεριστές να χορεύουν ταγκό και φοξ, να παίζουν μπιλιάρδο, τάβλι και χαρτιά,
να τρώνε λουκουμάδες, να κάνουν περιπάτους στα περβόλια και στο βουνό. Σημειώνει:
«Περνάνε μια καλύτερη ζωή στον Μουτουλλά και στον Καλοπαναγιώτη παρά στην
Πλάτρα. Κανένας τύπος, καμιά αριστοκρατική υπόκλιση. Όλοι είναι γνωστοί μεταξύ
τους, όλοι είναι μια οικογένεια». Περιγράφει ως ένα μεθύσι του πράσινου τα
ατέλειωτα περβόλια του Μουτουλλά, παρουσιάζει τα παράπονα των κατοίκων που δεν
τους βοηθούσε η κυβέρνηση στην εμπορία και την εξαγωγή, ακόμη, των αχλαδιών,
στέκεται στις πηγές του χωριού και στις δυνατότητές τους. Το προοδευτικό μυαλό
του Μόντη γράφει το 1936 και το τι χρειάζεται ο Μουτουλλάς: Ένα δρόμο για τα
περιβόλια, περισσότερα σπίτια για τους παραθεριστές, ένα εργοστάσιο για
κομπόστες και ένα μεγάλο ξενοδοχείο.
Πάνω από όλα, ο
Μόντης απέκτησε μια ερωτική σχέση με τον Μουτουλλά. Έγραφε από εκεί, το 1937:
«Ένα αχνοφωτισμένο βουνό κι ένα φεγγάρι βγαλμένο αψηλά σαν ασημένιος χαρταετός
του παραμυθιού (…) σημαίνει να λες σ' ένα κορίτσι πως τ' αγαπάς μια ώρα ύστερα
απ' τη γνωριμία σας». Αναζητήστε, φίλες και φίλοι, αυτό το σκίρτημα του Μόντη,
«μια βραδιά με ασημένιο φεγγάρι», σε ένα από τα χωριά της ορεινής Κύπρου. Είναι
μια ευκαιρία να ξαναγαπήσετε, με νεανικό πάθος, τα σημαντικά στη ζωή…
* Ο Π.
Παπαπολυβίου είναι αναπλ. καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Πηγή: Ο Φιλελεύθερος
Δημοσιεύτηκε στις 30/06/2014
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire