Του Χρήστου ΣΙΑΦΚΟΥ
ΕΙΝΑΙ καλοντυμένος, καλοστεκούμενος
και πρέπει να μετράει γύρω στις εφτά δεκαετίες ζωής. Την πρώτη φορά που
τον είδα να ψάχνει στα σκουπίδια παραξενεύτηκα, αλλά σκέφτηκα πως δεν
είναι ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος. Αλλωστε εδώ και κάποια χρόνια έχω
βαρεθεί να βλέπω καλοντυμένους ανθρώπους να απλώνουν το χέρι ζητώντας
μου ένα ευρώ για να πιουν καφέ (τάχατες) ή να ψάχνουν, το βράδυ συνήθως,
στους κάδους των σκουπιδιών για τροφή.
Ομως ο συγκεκριμένος, όπως αποδείχθηκε, δεν ανακατεύει τους κάδους για να φάει. Τους ανακατεύει ψάχνοντας για χαρτί ή μπουκάλια, τα οποία στη συνέχεια τοποθετεί στους κάδους ανακύκλωσης. Τον είδα μία και δύο φορές στην αρχή της οδού Νυμφαίου, στα Ιλίσια, σκέφτηκα πως ζει εκεί και φροντίζει τα της γειτονιάς του, μέχρι που μια μέρα τον πήρα από πίσω. Και περπατώντας φτάσαμε μέχρι τον Βύρωνα. Οπου κάδος σκουπιδιών και κάδος ανακύκλωσης δίπλα δίπλα, αυτός το χαβά του. Μονομανής; Πιθανότατα, αλλά βγάζει δουλειά.
Ζούμε σε περίεργους καιρούς και οι άνθρωποι λειτουργούν κατ' αντιστοιχία. Η μοναξιά βασιλεύει και κάποιοι ανακαλύπτουν μηχανή για να την αντιμετωπίσουν. Ανακυκλώνοντας, αποκτώντας κατοικίδιο, για να δικαιολογούν έναν περίπατο, ή ταΐζοντας γατιά στο δρόμο.
«Κυρία μου, θα μας φάνε οι μύγες», παραπονέθηκα σε μια που σχεδόν έξω από την πόρτα μου έχει φτιάξει ιδιοκατασκευή από παλέτα για υλικά οικοδομής, πάνω στην οποία τοποθετεί τα πιατάκια της. Αλλο για την ξηρά τροφή, άλλο για το γάλα κι άλλο για το νερό. Ερχεται το βράδυ με τη σακούλα της και τα γεμίζει. Και τα ζωντανά έχουν καταλήξει να βλέπουν σακούλα, όποια σακούλα και να τρέχουν από πίσω. Εχουμε γίνει όλοι στη γειτονιά σαν τον Κωνσταντίνου, που κρατούσε το δίχτυ με τη συναγρίδα και τον είχαν πάρει οι γάτες από πίσω.
Πίνω συχνά τον καφέ μου στην πλατεία Ηρώων στου Ψυρρή, μια από τις ελάχιστες που φιλοξενούν υπόγειες δημοτικές τουαλέτες. Στην επιφάνεια είναι ζήτημα αν υπάρχουν πέντε τετραγωνικά πράσινου, που επίσης λειτουργούν ως τουαλέτα για το σκυλάκι της ξανθιάς μισότριβης κυρίας που ανελλιπώς το βγάζει έξω γύρω στις έντεκα το πρωί. Φυσικά ούτε λόγος να μαζέψει ό,τι αφήνει πίσω του το κόκερ της. Οπως ακριβώς δεν τα μαζεύει και το ζευγάρι των αστέγων, που και αυτό συνοδεύεται από σκύλο. Τον είχαν χάσει μάλιστα μια μέρα και είχαν αναστατώσει τον κόσμο -με πραγματική αγωνία- για να τον ξαναβρούν.
Πετράλωνα, Θησείο, Βοτανικός, Ψυρρή, Μεταξουργείο είναι οι τόποι όπου λιώνω τις σόλες των παπουτσιών μου, χαζεύοντας σπίτια και ανθρώπους, βλέποντας να συμβιώνει ο πλούτος με τη φτώχεια, η μοναξιά και η δυστυχία με την κραυγαλέα καλοπέραση. Στο ένα τραπέζι ένα καραφάκι τσίπουρο ή μια μπίρα που το ζευγαράκι την πίνει από μισή, σπρώχνοντας την ώρα, και στο άλλο τα ποτήρια με το ακριβό αλκοόλ που αδειάζουν με ταχύτητα για να έλθουν άλλα, αφού υπάρχουν ακόμα άπατες τσέπες.
ΖΟΥΜΕ άνισα σε άνισους καιρούς κι αν καταγράφω όλα τα παραπάνω που με γεμίζουν πίκρα είναι γιατί δεν θέλω να ξεχνάω (να ξεχνάμε) την κάποτε ευτυχία και το πώς κατάντησαν τον κόσμο μας.
Πηγή: Ελευθεροτυπία
Δημοσιεύτηκε στις 22/06/2014
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire