ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΕΠΑΦΗ

Το ιστολόγιο Πενταλιά πήρε το όνομα
από το όμορφο και ομώνυμο χωριό της Κύπρου.
Για την επικοινωνία μαζί μας
είναι στη διάθεσή σας το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο:
pentalia74@gmail.com

mercredi 2 juillet 2014

Ελλάδα - Κρίση και Κουλτούρα - Η τέχνη του χιούμορ

Ρέκβιεμ με κλαυσίγελο

Δημοσθένης Κούρτοβικ 
Ισως το μόνο που θα μείνει ως κέρδος στην εθνική κουλτούρα μας από όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης είναι η κατάκτηση της υψηλής τέχνης του χιούμορ. Χιούμορ δεν είναι το καλαμπούρι, η καζούρα και η επιθεωρησιακή «σάτιρα», είδη φαιδροποιίας στα οποία διαπρέπουμε παραδοσιακά, αλλά που είναι, μετά συγχωρήσεως, από ρηχά έως ανούσια. Χιούμορ είναι εκείνη η λεπτή ειρωνεία που διαλύει σαν ακτίνα λέιζερ τη βασική αξίωση του στόχου του, είτε αυτός είναι ένα πρόσωπο είτε μια δήλωση, μια συμπεριφορά ή μια πολιτική τακτική: την αξίωση της σοβαρότητας. Το χιούμορ δεν αντικρούει τον αντίπαλο. Υπονομεύει την πόζα του. Δεν διαψεύδει τους ισχυρισμούς του. Δείχνει πόσο ψεύτικος είναι ο ίδιος. Δεν τον γελοιοποιεί. Σηκώνει απλώς το πέπλο που κρύβει τη γελοιότητά του.
Για τις πιο πρόσφατες ελληνικές διακρίσεις στην τέχνη του χιούμορ μερίμνησε ο ανασχηματισμός της κυβέρνησης. Ισως προσέξατε τη μεγάλη ποσοτική (αλλά και ποιοτική) υπεροχή των χιουμοριστικών σχολίων απέναντι στα σοβαρά. Αυτό είναι δείγμα υγείας και, ναι, σοβαρότητας. Γιατί όταν παίρνεις στα σοβαρά κάτι ασόβαρο, χάνεις τη σοβαρότητά σου. Οταν δίνεις σημασία στη σπουδαιοφάνεια για να την κρίνεις όχι γι' αυτό που είναι αλλά γι' αυτό που καμώνεται πως είναι, έχεις καταθέσει τα όπλα σου στα πόδια της. Οταν παραπονιέσαι επειδή αυτός που σε καλεί, με περιπαθείς εκκλήσεις, σε εγρήγορση (για να μη χαθούν, λέει, στην πιο κρίσιμη στροφή οι κατακτήσεις της ώς τώρα διαδρομής) όρισε ως καινούργιους οδηγούς σου μωροφιλόδοξους φαφλατάδες, σημαίνει ότι είχες την ασυγχώρητη αφέλεια να πιστέψεις πως εννοούσε αυτά που σου έλεγε.

Χιούμορ, λοιπόν. Το όπλο - το μόνο όπλο - του λογικού ανθρώπου απέναντι στη μωρία. Αν ένας γελοιογράφος απεικόνιζε το νέο κυβερνητικό σχήμα σαν ένα μπουλούκι σαλτιμπάγκων, αυτό δεν θα ήταν χιούμορ, θα ήταν σάτιρα επιθεωρησιακού επιπέδου, και μάλιστα όχι μόνο αβαθής αλλά και άστοχη. Γιατί θα παρομοίαζε τους υπουργούς με ανθρώπους που στην πραγματικότητα δεν είναι αστείοι, απλώς υποδύονται τους αστείους. Οταν όμως βάζει, για παράδειγμα, το Υπουργικό Συμβούλιο να κάθεται σοβαρό σοβαρό γύρω από τον Γιώργο Παπαδάκη σε ρόλο συντονιστή, όπως έκανε ο Ανδρέας Πετρουλάκης στην «Καθημερινή», αυτό, μάλιστα, είναι χιούμορ υψηλής στάθμης. Γιατί δεν αποκαλύπτει μόνο το σκεπτικό του ανασχηματισμού, αλλά σημαδεύει κατευθείαν την ελαφριά καρδιά του πολιτικού συστήματος που έχει αναλάβει «να μας οδηγήσει έξω από το τούνελ της κρίσης»: αστείοι άνθρωποι που υποδύονται μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες τους σοβαρούς.
Η πολιτική σοβαροφάνεια είναι η υποκρισία με επίσημο ένδυμα. Σκοπός της είναι τα θεωρεία και ο μπουφές της εξουσίας - να φτάσει ή να μείνει εκεί. Δεν έχει νόημα να την καταγγέλλεις για ασυνέπεια ανάμεσα στα λόγια και τα έργα της, γιατί η ρητορική της είναι κάτι λιγότερο και από πρόσχημα, είναι απλώς μια τυπικότητα του πολιτικού τελετουργικού, όπως οι Γερμανοί σού μιλάνε στον πληθυντικό ακόμη και όταν σε λούζουν με βρισιές. Οταν η ασυνέπεια είναι εθιμική, ανενδοίαστη και κραυγαλέα, όταν η ιθύνουσα πολιτική τάξη κάνει λόγο για κατάσταση έκτακτης ανάγκης και ζητεί από εμάς υπευθυνότητα και αυταπάρνηση για την έξοδο της χώρας από την κρίση, την ίδια στιγμή που επιδίδεται στο πατροπαράδοτο παζάρι για οφίκια και τίτλους, εμείς θα πρέπει να αναζητήσουμε αλλού τη συνέπεια: ή η κρίση δεν υπάρχει ή η κρίση υπάρχει αλλά δεν αφορά το πολιτικό προσωπικό.

Και πρόκειται άραγε μόνο για το πολιτικό προσωπικό; Αν η σοβαροφάνεια είναι η βραδινή τουαλέτα της υποκρισίας, τα κουρέλια του ζητιάνου είναι η φόρμα εργασίας της (μνημείο της η καβαφική «Δυσαρέσκεια του Σελευκίδου»). Για ποιους, αλήθεια, υπάρχει η κρίση; Αν πιστέψουμε τις πάνδημες οιμωγές, σχεδόν όλοι οι Ελληνες έχουν καταστραφεί οικονομικά. Αλλά τα γεμάτα εστιατόρια, φροντιστήρια, σκυλάδικα, θέρετρα, οι ακριβοπληρωμένες σπουδές στο εξωτερικό, τα εκατοντάδες χιλιάδες ΙΧ που κυκλοφορούν όλο το εικοσιτετράωρο και καίνε βενζίνη ακόμη και σταθμευμένα, με αναμμένη τη μηχανή, όλα αυτά συνθέτουν μια πολύ διαφορετική εικόνα. Σε τι να δώσεις περισσότερο βάρος; Στα χιλιάδες μαγαζιά που έχουν βάλει λουκέτο ή στις χιλιάδες ταβέρνες που ξεχειλίζουν από κόσμο κάθε βράδυ; Στη στατιστική που μιλάει για ενάμισι εκατομμύριο ανέργους ή στα ροδάκινα της Ημαθίας, τις ελιές της Καλαμάτας, τα πορτοκάλια της Αργολίδας που περιμένουν μάταια άνεργους Ελληνες να τα μαζέψουν για να βγάλουν κάποια μεροκάματα;
Ναι, υπάρχει δυστυχία, μεγάλη δυστυχία. Αλλά όχι εκεί από όπου ακούγονται οι κλάψες και οι κατάρες. Σε αυτούς που δυστυχούν πραγματικά δεν έχει μείνει δάκρυ για να κλάψουν, φωνή για να διαμαρτυρηθούν. Πριν από δύο εβδομάδες, πηγαίνοντας με το μετρό σε έναν γάμο, βρέθηκα να έχω συνεπιβάτες ένα νεαρό ζευγάρι που έκλαιγε βουβά, κουρνιασμένο σε μια γωνιά. Τους ρώτησα τι είχαν, μήπως μπορούσα να βοηθήσω. Μου απάντησαν, όχι χωρίς αναστολές, ότι το μωρό τους υπέφερε από κολικούς και δεν είχαν τα δεκαοκτώ ευρώ που χρειάζονταν για να αγοράσουν το ειδικό γάλα. Δύο ώρες αργότερα ήμουν με τριακόσιους καλεσμένους σε ένα μεσοαστικό γαμήλιο γλέντι, που δεν πρέπει να κόστισε λιγότερο από δέκα χιλιάδες ευρώ. Εικόνες της σημερινής Ελλάδας και οι δύο. Αλλά ποιος μπορεί να πει ποια από τις δύο πραγματικότητες θα έδινε τον τόνο σε ένα ολόγραμμα της ελληνικής κοινωνίας; Ή μήπως το χαρακτηριστικό μιας τέτοιας απεικόνισης θα ήταν ακριβώς η απουσία κυρίαρχου τόνου;

Ο νομπελίστας μεξικανός ποιητής Οκτάβιο Πας, όταν τον ρώτησαν κάποτε γιατί η λατινοαμερικανική λογοτεχνία είναι τόσο γοητευτική, απάντησε: «Επειδή η ζωή μας είναι τόσο θλιβερή». Η ελληνική λογοτεχνία δεν έγινε γοητευτικότερη με την κρίση, ίσως επειδή η ζωή μας δεν έγινε αρκετά θλιβερή ή δεν έγινε θλιβερή για τόσο πολλούς όσοι είναι αυτοί που παραπονιούνται και βογκούν. Αν όμως η Ελλάδα βυθίζεται αργά ανάμεσα σε μικροπολιτικά παζάρια που διαδέχονται στα παρασκήνια τις εκκλήσεις SOS και ανάμεσα σε μια χαρούμενη οχλοβοή που διαδέχεται τα βράδια τις κραυγές αγανάκτησης και τις θρηνωδίες, τότε ίσως το μόνο αντίδοτό μας στην απελπισία είναι το χιούμορ.
Καμιά άλλη τέχνη δεν προσφέρεται περισσότερο για να δείξει κανείς ότι υπάρχουν φορές που το άκρον άωτον της τραγωδίας είναι η κωμωδία.
Πηγή: Τα Νέα
Δημοσιεύητκε στις 21/06/2014

Aucun commentaire:

Enregistrer un commentaire