ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΕΠΑΦΗ

Το ιστολόγιο Πενταλιά πήρε το όνομα
από το όμορφο και ομώνυμο χωριό της Κύπρου.
Για την επικοινωνία μαζί μας
είναι στη διάθεσή σας το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο:
pentalia74@gmail.com

lundi 28 février 2011

Ο Θερβάντες, ο Δον Κιχώτης και η Κύπρος

Διαβάσματα...ή  γηράσκω  αεί   διδασκόμενη
Θάλεια Τάσου
Ένα βράδυ του Δεκέμβρη, με κάλεσε ο γιος μου να προσέξω την κόρη του. Αφού αποκοιμήθηκε η μικρή, ψάχνω εναγωνίως στη βιβλιοθήκη του να βρω το βιβλίο που είχα αρχίσει να διαβάζω την προηγούμενη φορά. Ο Μαίτρ και η Μαργαρίτα. Άφαντο. Είχα διαβάσει τα πρώτα δυο-τρία κεφάλαια και παραδόξως μου φάνηκε ενδιαφέρον. Ήμουν περίεργη να δω τη συνέχεια.
 Εκεί λοιπόν που ξανάρχισα να περιεργάζομαι τους τίτλους των βιβλίων στις δύο βιβλιοθήκες μπας και δεν είχα κοιτάξει καλά, και μου είχε ξεφύγει το βιβλίο που έψαχνα, πέφτω σ’ένα δίτομο έργο, τον Δον Κιχώτη του Θερβάντες. Το είχα διαβάσει όταν ήμουν πολύ μικρή, μάλλον στο Δημοτικό. Στα ελληνικά. Όταν το πρωτοδιάβασα, ήταν σαν παραμύθι. Το μόνο που θυμόμουν ήταν μερικές ευτράπελες περιπέτειες όπως αυτή της επίθεσης κατά των ανεμόμυλων. Και τον περίφημο Σάντσο Πάντσα με το γαϊδουράκι του. Η έκδοση που είχα μπροστά μου αυτή την φορά ήταν στα γαλλικά.
 Δεν καταλάβαινα γιατί μερικοί σοβαροί συγγραφείς τελευταία, το είχαν περί πολλού. Το θεωρούσαν σαν το πρώτο σύγχρονο μυθιστόρημα. 

                                            Πίνακας του Ρώσου εικαστικού Geli Korzhev  
Έτυχε να παρακολουθήσω μια διάλεξη του Κάρλος Φουέντες, Μεξικανού συγγραφέα για τον Μιγκέλ Ντε Θερβάντες στα πλαίσια του φεστιβάλ λογοτεχνίας Μητρόπολις Μπλέ στο Μόντρεαλ, πριν τέσσερα περίπου χρόνια. Θυμάμαι η αίθουσα ήταν κατάμεστη από κόσμο. Καταπληκτικός ομιλητής.  Μιλούσε με πάθος για το έργο του Θερβάντες και προπάντων για τον Δον Κιχώτη του οποίου έκανε την ιστορική και λογοτεχνική ανάλυση. Παρ’όλα αυτά δεν ήμουν ακόμη πεπεισμένη για την αξία του. Διατηρούσα τις εντυπώσεις του πρώτου διαβάσματος. Μιας σειράς κωμικοτραγικών περιπετειών ενός τρελόγερου κατά τα άλλα συμπαθητικού, αλλά και πολύ περίεργου.
Παρά το νεαρό της ηλικίας μου όταν το πρωτοδιάβασα δεν κατανοούσα πώς ένα ηλικιωμένο άτομο έκανε τέτοιες ανοησίες. Στο κεφάλι μου παρέμεναν πολλά ερωτηματικά όσο αφορά το μήνυμα που ήθελε να δώσει ο συγγραφέας.

Μεγαλώνοντας ανακάλυπτα πώς μερικοί, μεταξύ άλλων και  δικοί μας Έλληνες συγγραφείς, τον θεωρούσαν «αρνητικό» μάλλον σύμβολο «ηρωϊσμού». (Δες για παράδειγμα το ποίημα του Καρυωτάκη Δον Κιχώτες. Οι Δον Κιχώτες πάνε ομπρός....)

Στη βιβλιοθήκη του γιου μου βρίσκονταν και διάφορα άλλα βιβλία. Πολλά μυθιστορήματα του Ντοστογιέφσκι. Δίσταζα. Ήταν αργά το βράδυ περασμένες 11. Δεν ήθελα να διαβάσω κάτι βαρύ. Τελευταία απέφευγα τον Ντοστογιέφσκι, του οποίου είχα διαβάσει πολλά έργα στα νειάτα μου.

Δεν ξέρω άν είναι μετά τη διάλεξη του Φουέντες, ή το διάβασμα ενός σοβαρού άρθρου σε ντόπια γαλλική εφημερίδα του Μόντρεαλ με αφορμή την παραπάνω διάλεξη και τον εορτασμό των 400 χρόνων από την έκδοση του Δον Κιχώτη (2005), ή και τα δύο συγχρόνως, μου δημιουργήθηκε η περιέργεια να διαβάσω το πλήρες πρωτότυπο κείμενο του Δον Κιχώτη. Όχι τόσο για το περιεχόμενο, όσο για το λόγο που το θεωρούσαν πρόδρομο του σύγχρονου μυθιστορήματος.

Μια φορά θυμάμαι πριν μερικά χρόνια, καθ’οδόν προς την Κύπρο, στο αεροδρόμιο του Μόντρεαλ παρά λίγο να το αγοράσω. Στο βιβλιοπωλείο του αεροδρομίου ανακάλυψα μια κατά τα άλλα ενδιαφέρουσα συλλογή λογοτεχνικών έργων στις εκδόσεις τσέπης. Ανάμεσα στ’άλλα και το δίτομο έργο του Θερβάντες Δον Κιχώτης. Δεν θυμάμαι αν ήταν στα γαλλικά ή στα αγγλικά, μάλλον στα γαλλικά. Καθώς δεν ήμουν σίγουρη αν επρόκειτο για την καλύτερη έκδοση, το ανέβαλα για μια ακόμη φορά.

Να λοιπόν που μου δινόταν τώρα η ευκαιρία να ικανοποιήσω την περιέργεια μου και να φρεσκάρω τη μνήμη μου ελπίζοντας πως θα διαβάσω κάτι διασκεδαστικό.

Δεν είχα καλά καλά διαβάσει την πρώτη σελίδα όπου κατέφθασε η Fance, η μητέρα της μικρής και φεύγοντας ζήτησα την άδεια να δανειστώ το βιβλίο.

Έτσι ρίχτηκα συστηματικά στο διάβασμά του τις επόμενες μέρες, υποσχόμενη στον εαυτό μου πως θα το σταματούσα αν και όποια στιγμή το έβρισκα ανιαρό, κάτι που έκανα πολύ συχνά τον τελευταίο καιρό.

Και ώ του θαύματος, κοντεύω μετά από σχεδόν ένα μήνα να τελειώσω αισίως τον πρώτο τόμο. Χωρίς πολλά ατυχήματα καθ’οδόν. Αλλά και με μερικές αναπάντεχες, αλλά νομίζω ευχάριστες εκπλήξεις.

Η πρώτη έκπληξη ήταν πως από την αρχή ο συγγραφέας ανακοινώνει ότι ο ήρωάς του είναι τρελός. Τρελός από το πολύ διάβασμα βιβλίων που αναφέρονταν στην μέχρι τότε  υπάρχουσα λογοτεχνία για τα κατορθώματα των ιπποτών. Εξάλλου διατηρούσε μια σημαντική βιβλιοθήκη την οποία κάποια στιγμή οι γύρω του, ανεψιά και γκουβερνάντα αποφασίζουν να ξεκαθαρίσουν ζητώντας τη γνώμη του ιερέα για την επιλογή των εγκληματικών βιβλίων. Τα οποία εκπαραθυρώνουν προορίζοντας τα στο πυρ το εξώτερον εκτός από ελάχιστα τα οποία εγκρίνει ο τελευταίος.

Μια δεύτερη έκπληξη είναι η αναφορά σε ελληνικά έργα. Στην Οδύσσεια, την ελληνική μυθολογία, στο Σίσυφο, στον Θησέα, σε ελληνικές θεότητες, τόπους, τοπία. Παρά το κατ’εμέ απλοϊκό γράψιμο, ο συγγραφέας φαίνεται να είναι διαβασμένος.

Μια άλλη έκπληξη είναι πως το έργο αν και πεζό, διανθίζεται από ποιήματα.

Εκεί όμως που προς το μέσο του πρώτου τόμου όπου άρχιζε να γίνεται κάπως ανιαρό το διάβασμα, με τη λεπτομερή διήγηση ρομαντικών ιπποτικών περιπετειών ερώτων και καημών, ο μέχρι τότε χαζοχαρούμενος, γκαφατζής και ονειροπαρμένος Δον Κιχώτης αρχίζει να φιλοσοφεί βγάζοντας λόγο στην ομήγυρη για τα όπλα και τα γράμματα συγκρίνοντας τις αρετές της πολεμικής τέχνης και αυτής των γραμμάτων, υπερασπιζόμενος την ανωτερότητα της προσφοράς και των θυσιών του  στρατιώτη απ’αυτήν του γραμματιζούμενου. Την τέχνη του πολέμου την βλέπει περισσότερο σαν αναγκαιότητα για την άμυνα και υπεράσπιση των θεσμών παρά οτιδήποτε άλλο. Σε μια σπάνια στιγμή διαύγειας μάλιστα αναφωνεί : Ευτυχισμένοι οι αιώνες  που δεν γνώρισαν αυτές τις διαβολικές και επικίνδυνες πολεμικές μηχανές του πυροβολικού! Ελπίζω πως η κόλαση αποζημίωσε δεόντως τον άνθρωπο που έκανε τη δαιμονισμένη αυτή εφεύρεση, που επιτρέπει  σ’ ένα άτιμο και δειλό χέρι να αφαιρεί την ζωή ενός θαρραλέου ιππότη.

H μεγαλύτερη αναπάντεχη όμως έκπληξη έρχεται λίγο μετά, με τη διήγηση ενός αιχμαλώτου. Ο οποίος μας διηγείται πως έλαβε μέρος στην μεγάλη ιστορική ναυμαχία του Λεπάντε (στα ισπανικά) της Ναυπάκτου (στα ελληνικά) το 1571 μ.Χ. Τότε μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Τούρκους, ο πάπας Πίος ο Ε΄, φοβούμενος πως επόμενος στόχος θα ήταν η Ρώμη, η πρωτεύουσα της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, και η περαιτέρω εξάπλωσή τους στην Ευρώπη σήμανε συναγερμό καλώντας σε βοήθεια διάφορα ευρωπαϊκά κράτη και  το σχηματισμό μιας ιερής συμμαχίας εναντίον των Τούρκων.

Αναφέρει χαρακτηριστικά ο αιχμάλωτος στο Δον Κιχώτη :  

 « Λίγο μετά την άφιξή μου στη Φλάντρα, μάθαμε πως η Αυτού Αγιότης ο πάπας Πίος ο Ε΄, ....είχε κάνει συμμαχία με την Βενετία και την Ισπανία εναντίον του κοινού εχθρού, του Τούρκου, που μόλις είχε με το στόλο του καταλάβει την ξακουστή νήσο Κύπρο, (που βρισκόταν) ακόμη υπό την κατοχή των Βενετών : απώλεια θλιβερή και επώδυνη».

«Μάθαμε επίσης πως αρχιναύαρχος της συμμαχίας θα ήταν η Αυτού Γαληνοτάτη Υψηλότης ο δον Ζουάν της Αυστρίας, νόθος αδελφός του καλού μας βασιλιά Φίλιππου, και πως γίνονταν τεράστιες προετοιμασίες για τον πόλεμο. Τα νέα αυτά αναπτέρωσαν το ηθικό μου και μου ενέπνευσαν την επιθυμία να πάρω μέρος στην εκστρατεία που προγραμματιζόταν.  Παρά το γεγονός πως έλπιζα, ήμουν σχεδόν σίγουρος, πως θα προαγόμουν σε αξιωματικό με την πρώτη ευκαιρία, αποφάσισα να τα εγκαταλείψω όλα και να φύγω στην Ιταλία. Πράγμα που έκανα. Για καλή μου τύχη, έφτανα τη στιγμή που ο Δον Ζουάν της Αυστρίας, περνώντας από τη Γένουα, θα μπάρκαρε για την Νάπολη, και απ’εκεί θα ενωνόταν με το βενετσιάνικο στόλο. Η συγκέντρωση έγινε στη Μεσσήνη. Έλαβα λοιπόν μέρος στην ένδοξη ναυμαχία του Λεπάντε σαν αξιωματικός πυροβολικού, τιμητικό βαθμό που χρωστούσα περισσότερο στην τύχη παρά στα προσόντα μου. Την ημέρα εκείνη, την τόσο ένδοξη για τον χριστιανισμό, που διέλυσε την λανθασμένη πεποίθηση που είχε ο κόσμος και όλα τα έθνη  πως  οι Τούρκοι ήταν αήττητοι στη θάλασσα...».

Από τη βιογραφία του συγγραφέα του έργου μαθαίνουμε πως έλαβε ο ίδιος μέρος στη ναυμαχία αυτή ως υπαξιωματικός της ισπανικής γαλέρας Μαρκέσα (σε ηλικία μόλις 23 ετών) στην οποία μάλιστα πληγώθηκε στο στήθος και στο αριστερό του χέρι που έμεινε ανάπηρο για πάντα, εξ ού και το παρατσούκλι του Κουλοχέρης  (manchot de Lepante). Σύμφωνα με ανεξάρτητες γραπτές μαρτυρίες ο Θερβάντες παρά το ότι ήταν άρρωστος, υπόφερε από πυρετό εκείνη την ημέρα, δεν δέχτηκε να παραμείνει κατάκοιτος στ’αμπάρι, αλλά παρακάλεσε να τον αφήσουν να πάρει μέρος στη ναυμαχία όπου πολέμησε ηρωϊκά. Στη συνέχεια μετά από εξάμηνη ανάρρωση σε νοσοκομείο, συμμετείχε μαζί με τον ισπανικό στόλο στην πολιορκία της Κέρκυρας, του Ναυαρίνου, και την εκστρατεία της Τύνιδας. Στην επιστροφή του προς την Ισπανία το 1575 συλλαμβάνεται αιχμάλωτος μαζί με τον αδελφό του Rodrigo από Αλγερινούς πειρατές, κρατείται στο Αλγέρι μέχρι το 1580 παρά τις πολλαπλές απόπειρες απόδρασής του, οπότε και εξαγοράζεται μαζί με άλλους Ισπανούς αιχμαλώτους. Στη διήγηση του αιχμαλώτου στο Δον Κιχώτη έχουμε περιγραφές μερικών επεισοδίων από τη ζωή του αιχμάλωτου Θερβάντες στο Αλγέρι.

Από ιστορικές πηγές μαθαίνουμε πως το 16ο αιώνα τίποτε δεν φαινόταν να σταματά τις κατακτήσεις των Οθωμανών τόσο στην Ασία (Ιράν), την Αφρική (Μαγκρέμπ) αλλά και την Ευρώπη {΄Απσμπουργκ-σημερινή Ουγγαρία- και Γαλλία}. Κυριαρχούσαν στη στεριά και το 1529 είχαν φτάσει έξω από τη Βιέννη, αλλά και στη θάλασσα με τον παντοδύναμο τους στόλο με επικεφαλής τον τρομερό αρχιναύαρχο και κουρσάρο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα. Αλώνιζαν στη Μεσόγειο, κάνοντας επιδρομές στα παράλια κυρίως της Ισπανίας και της Ιταλίας, λεηλατώντας και παίρνοντας μαζί τους αιχμαλώτους αλλά και παρεμποδίζοντας την ομαλή διεξαγωγή του εμπορίου, επιτιθέμενοι καθημερινά στα χριστιανικά πλοία. Το 1543 πολιορκούν τη Νίκαια. Είχαν στο μεταξύ καταλάβει τη Συρία και την Αίγυπτο (1516-1517), τη Ρόδο (1522),  άλλα μικρά ελληνικά νησιά μεταξύ των οποίων τη Χίο (1566), αποσπώντας από τους Βενετούς και τους Γενουάτες το μεγαλύτερο μέρος των κτήσεών τους. Μόνο η Κύπρος τους ξέφευγε ακόμα, οι Βενετοί που την κατείχαν τότε έχοντας πληρώσει φόρο στους Οθωμανούς για να την γλυτώσουν. Όμως η στρατηγική της θέση στη Μεσόγειο δεν μπορούσε να τους αφήσει αδιάφορους. Η κατάληψή της δεν ήταν παρά θέμα  χρόνου. Έτσι ο Σουλτάνος Σελίμ ο Β΄ με την άνοδό του στην εξουσία θέτει ως πρωταρχικό του στόχο την κατάληψή της, (κάνοντάς την προσωπική του υπόθεση). Και το επιτυγχάνει μετά από μια πολύ μεθοδικά προετοιμασμένη εκστρατεία. Την 1η Ιουλίου 1570 μ.χ., οι Οθωμανοί αποβιβάζονται στη Λεμεσό και στις 9 του Σεπτέμβρη 1570 καταλαμβάνουν τη Λευκωσία.

Οι ωμότητες και αγριότητες των Τούρκων συγκλόνισαν τον χριστιανικό κόσμο (μονάχα στη Λευκωσία υπολογίζεται πως έσφαξαν πάνω από 20.000 άτομα). Η Κύπρος είχε καταληφθεί ολόκληρη εκτός από την Αμμόχωστο η οποία ήταν καλά οχυρωμένη από τους Ενετούς. Η τελευταία έπεσε τελικά στα χέρια τους μετά από μακρόχρονη πολιορκία 11 μηνών στις 6 Αυγούστου 1571. Στο μεταξύ ο ενωμένος χριστιανικός στόλος που είχε σχηματιστεί με πρωτοβουλία του Πάπα (Lega Santa)(στον οποίο είχαν διαθέσει πλοία τους η Ισπανία, η Γένοβα, η Βενετία και οι ιππότες της Μάλτας) όπως αναφέραμε πιο πάνω είχε συγκεντρωθεί στη Μεσσήνη της Σικελίας το Σεπτέμβριο του 1571 και από κει κατευθύνθηκε μέσω των παραλίων της Αδριατικής με ενδιάμεσο σταθμό στην Κέρκυρα προς την Ελλάδα για να συναντήσει τον Οθωμανικό στόλο που ήταν αγκυροβολημένος στη Ναύπακτο. Στις 5 Οκτωβρίου 1571, τα κακά μαντάτα της πτώσης της Αμμοχώστου και των απάνθρωπων σφαγών που ακολούθησαν έφερε στο χριστιανικό στόλο που ήταν σταυθμευμεύνος στα παράλια της Αιτωλοακαρνανίας καθ’οδόν προς τη Ναύπακτο, ένα δικάταρτο καϊκι από τον Χάνδακα της Κρήτης.

Οι δύο στόλοι ήρθαν τελικά αντιμέτωποι τα ξεμερώματα της 7ης  Οκτωβρίου 1571 στ’ ανοιχτά του κόλπου της Ναυπάκτου κοντά στον Πατραϊκό κόλπο. Η ναυμαχία του Λεπάντε όπως οναμαζόταν τότε η Ναύπακτος που διάρκεσε όλη την ημέρα σφραγίζεται με τη συντριπτική νίκη των συμμάχων χριστιανών εναντίον των Τούρκων Οθωμανών. Ο αρχηγός τους Καπουδάν πασάς Αλή Ζαζέ Μουεζίν συλλαμβάνεται αιχμάλωτος και αποκεφαλίζεται. 

Όπως αναφέρθηκε και στο παραπάνω παρατεθέν απόσπασμα από τον Δον Κιχώτη, επικεφαλής των συμμάχων ήταν ο νεαρός Δον Ζουάν της Αυστρίας (μόνο 24 ετών), νόθος γιος του Αυτοκράτορα Charles-Quint και ετεροθαλής αδελφός του βασιλιά Φίλιππου Β΄ της Ισπανίας, ο οποίος αποδείκτηκε εξαίρετος στρατηγός. Η ναυμαχία κερδήθηκε χάρη στις μεγάλες στρατηγικές του ικανότητες, την τακτική εγκλωβισμού του Οθωμανικού στόλου, αλλά και την έξυπνη χρήση, για πρώτη φορά στα ναυτικά χρονικά, ολιγάριθμων (6 συνολικά) μεγάλων ιστιοφόρων πλοίων εφοδιασμένων με κανόνια τα οποία είχαν τοποθετηθεί ανά δύο, επικεφαλής των διαφόρων τμημάτων (3) του συμμαχικού στόλου που σε αντίθεση με τον Οθωμανικό (που διέθετε όμως μονάχα γαλέρες), αριθμούσε λιγότερα πλοία και στρατιώτες. Με αυτό τον τρόπο οι σύμμαχοι πέτυχαν να έχουν πολύ λιγότερα θύματα και λιγότερες υλικές απώλειες από τους αντιπάλους τους.

Στη ναυμαχία αυτή πήραν μέρος με τη μεριά των συμμάχων και αρκετοί Έλληνες ναυτικοί, περίπου 9.000, ως οπλίτες, αλλά προπαντός ως κυβερνήτες των περισσότερων πλοίων. Προέρχονταν κυρίως από τα Επτάνησα, -τα νησιά Κέρκυρα, Ζάκυνθο, Κεφαλλονιά- και την Κρήτη, υπό βενετική κατοχή, και έπαιξαν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο. Επίσης απελευθερώθηκαν καμιά δεκαπενταριά χιλιάδες Έλληνες σκλάβοι που πολεμούσαν ως κωπηλάτες στα πλοία των Οθωμανών. Στη ναυμαχία αυτή συμμετείχαν μαζί με τον συμμαχικό στόλο ως κυβερνήτες γαλεασσών (με τις γαλέρες τους) δύο αδέλφια του Μαρκαντώνιου Βραγαδίνου, του ηρωϊκού υπερασπιστή της Αμμοχώστου, τον οποίο οι Οθωμανοί έγδαραν ζωντανό μετά την κατάληψη της πόλης, καθώς και ένας αδελφός του ξακουστού ζωγράφου, Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, ονόματι Μανούσος. Οι   Έλληνες είχαν επίσης συμβάλει οικονομικά για την διεξαγωγή της ναυμαχίας.

Η νίκη αυτή είχε σημαντικό αντίχτυπο στην Ευρώπη γιατί απελευθέρωσε τους Δυτικούς από το φόβο των Τούρκων. Πράγματι για πρώτη φορά από τον 15ο αιώνα αναχαιτίζεται η οθωμανική κυριαρχία και ο επεκτατισμός της στη Μεσόγειο. Aνακόπτεται η περαιτέρω προέλασή των Οθωμανών στην Ευρώπη καθώς και η εξάπλωσή τους προς τον Ατλαντικό Ωκεανό.

Ο ίδιος ο Θερβάντες, πολύ υπερήφανος για τη συμμετοχή του στην παραπάνω ναυμαχία, μιλά με θαυμασμό γι’ αυτήν, χαρακτηρίζοντάς την στον πρόλογο του δεύτερου τόμου του Δον Κιχώτη  ως «την πλέον μεγαλοπρεπή των τελευταίων αιώνων και όσων θα ζούσαν οι επόμενες γενιές».

Όμως οι διαφωνίες μεταξύ των συμμάχων, τους εμπόδισαν δυστυχώς να εκμεταλλευτούν κατάλληλα την σπουδαία αυτή νίκη. Έτσι τα σχέδια ανακατάληψης των Δαρδανελλίων, ακόμη και της Κωνσταντινούπολης, εγκαταλείφθηκαν. Οι Οθωμανοί κατάφεραν να επανασυστήσουν γρήγορα τον στόλο τους και να επικρατήσουν, ελέγχοντας ξανά στην Ανατολική Μεσόγειο. Επανακαταλαμβάνουν επίσης την Τυνησία από τους συμμάχους με τη βοήθεια των Γάλλων το 1574.

Δυστυχώς για την Κύπρο, ήταν πια πολύ αργά. Οι σύμμαχοι δεν κινήθηκαν γρήγορα για να της παράσχουν έγκαιρα βοήθεια.

Η Βενετία, εξασθενημένη από τον πόλεμο και τη διακοπή του εμπορίου της με την Ανατολή υπό οθωμανική κυριαρχία (δρόμος του μεταξιού), εγκαταλείπει τους υπόλοιπους συμμάχους και διαπραγματεύεται με τους Τούρκους. Με τους οποίους  συνθηκολογεί στις 7 Μαρτίου 1573, παραχωρώντας τους τελικά την Κύπρο, χάρη της οποίας είχε διεξάγει εντούτοις τη ναυμαχία αυτή, σε αντάλλαγμα της συνέχισης των εμπορικών της συναλλαγών. ΄Ετσι  η Κύπρος γίνεται από τότε οθωμανική κτήση, διοικούμενη από έναν πασά, αντιπρόσωπο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και παραμένει υπό οθωμανική διοίκηση για 300 περίπου χρόνια.

Ο Θερβάντες έζησε μια πολύ περιπετειώδη και στο βάθος καταταλαιπωρημένη ζωή, πολύ πιο ενδιαφέρουσα και περιπετειώδη ζωή και από αυτή των ηρώων του. Ξεκινά την σταδιοδρομία του στον στρατιωτικό τομέα ως επαγγελματίας στρατιωτικός όπου τον βρίσκουμε για πολλά χρόνια. Ίσως στην αρχή η καριέρα αυτή να ξεκίνησε τυχαία. Όμως απ’ότι φαίνεται η συμμετοχή του στη ναυμαχία της Ναυπάκτου ήταν συνειδητή επιλογή. Από διάφορα γεγονότα της ζωής του, τις πολλαπλές απόπειρες του να δραπετεύσει όταν αιχμαλωτίστηκε, το ότι δίνει προτεραιότητα στην απελεύθερωση του συγκρατούμενου αδελφού του, συμπεραίνουμε πως θα πρέπει να είχε ένα πολύ δυναμικό και ακέραιο χαρακτήρα.

΄Εγραψε το λογοτεχνικό του έργο αργά στη ζωή του, μετά το 1580, μετά την απελευθέρωσή του  και την επιστροφή του στην Ισπανία. Ο πρώτος τόμος του  Δον Κιχώτη γράφτηκε το 1605, και το 1615 ο δεύτερος. Εκτός από το παραπάνω, παγκοσμίως γνωστό μυθιστόρημα, έγραψε και διηγήματα, ποιήματα, ακόμη και θεατρικά έργα. Μερικοί μάλιστα θεωρούν πως η συλλογή διηγημάτων του Nouvelles exemplaires (Υποδειγματικά διηγήματα) είναι κατά πολύ ανώτερη (λογοτεχνικά και τεχνοτροπικά) από το Δον Κιχώτη. Πρέπει να ήταν άνθρωπος δημιουργικός, με ενδιαφέροντα και περιέργεια. Στην Ιταλία όπου έζησε για αρκετό καιρό διαβάζει, έρχεται σε γνωριμία με την ιταλική λογοτεχνία της εποχής και εμπνέεται από αυτή, αφομοιώνοντας την και δημιουργώντας μερικά δικά του προσωπικά διηγήματα-αριστουργήματα στα ισπανικά. Σε αντίθεση με τα ιταλικά πρότυπα από τα οποία εμπνεύστηκε που είναι ιδεαλιστικά, μερικά από τα δικά του δημιουργήματα σφύζουν από ρεαλισμό και κοινωνική ευαισθησία.

Αξίζει να σημειώσω εδώ πως όταν κατενθουσιασμένη από τα ευρήματά μου κατά την ανάγνωση του Δον Κιχώτη, μια μέρα αποφάσισα να το κοινοποιήσω στα μέλη της οικογένειάς μου γύρω από το τραπέζι,- είχα τη συνήθεια ν’ανταλλάζω απόψεις κυρίως με το γιο μου που είχε μελετήσει λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο, αλλά και που ήταν μανιακός αναγνώστης-ποια ήταν η έκπληξή μου όταν στην ερώτησή μου ποια ήταν η σχέση ανάμεσα στο Δον Κιχώτη και την Κύπρο, έμειναν αμήχανοι μη ξέροντας τι ν’απαντήσουν. Η δε δικαιολογία του γιου μου ήταν πως ναι μεν είχε μελετήσει το έργο αυτό στο Πανεπιστήμιο, αλλά η καθηγήτριά του του είχε υποδείξει να διαβάσει μονάχα ορισμένα κεφάλαια. Μάλιστα ο ίδιος τρόμαξε στην ιδέα πως θα διάβαζα ολόκληρο το έργο.

Συμπέρασμα απ’ όλα αυτά; Ποτέ δεν είναι αργά για ν’αναθεωρήσει κανείς εντυπώσεις του παρελθόντος για οτιδήποτε. Και ο καλύτερος τρόπος είναι η προσωπική εμπειρία και γνώση, η προσωπική γνωριμία με ένα έργο. Αυτό δεν εμποδίζει το να ανατρέξει κανείς σε κριτικές, στην ιστορία της λογοτεχνίας και την ιστορία της εποχής κατά την οποία γράφτηκε το έργο, τη βιογραφία του συγγραφέα. Δεν υπάρχει όμως τίποτα καλύτερο από την προσωπική εμπειρία και ανάλυση. Στ’αλήθεια δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόλαυση από το να διαβάσει κανείς ένα ολόκληρο έργο, κατά προτίμηση το πρωτότυπο, (όχι διασκευή και όχι αποσπασματικά μέσα από τα μάτια τρίτων). Τα άλλα θα πρέπει να είναι βοηθητικά. Εξάλλου και οι επαϊοντες και οι κριτικοί δεν συμφωνούν πολλές φορές μεταξύ τους. Γηράσκω αεί διδασκόμενη όπως έλεγε ο καλός μας φιλόσοφος.

















Aucun commentaire:

Enregistrer un commentaire