ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΕΠΑΦΗ

Το ιστολόγιο Πενταλιά πήρε το όνομα
από το όμορφο και ομώνυμο χωριό της Κύπρου.
Για την επικοινωνία μαζί μας
είναι στη διάθεσή σας το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο:
pentalia74@gmail.com

vendredi 25 mars 2011

Νίκος Σκαλκώτας: μια μουσική ιδιοφυΐα που ακόμα αναζητεί ακροατήριο

Λιάνα Μαλανδρενιώτη
Πρόκειται για τον κορυφαίο Έλληνα συνθέτη, τον οποίο η διεθνής μουσική κοινότητα θεωρεί από τους μεγαλύτερους του εικοστού αιώνα. Ωστόσο, ακόμα και σήμερα, έξι δεκαετίες μετά το θάνατό του, εδώ στον τόπο του η μουσική του παραμένει σχετικά άγνωστη. Σε ένα από τα πρώτα τεύχη τού Διφώνου αναφερθήκαμε στη ζωή του και στη δημιουργική συμβολή του έργου του στον μουσικό μας πολιτισμό και είχαμε σχολιάσει –τότε– ότι η πολιτεία ουδόλως τον έχει εκτιμήσει, ως θα όφειλε. Δεκαπέντε χρόνια μετά διαπιστώνουμε πως ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει.
Βεβαίως, χάρη στις προσπάθειες της Εταιρείας Φίλων Σκαλκώτα και μερικών σπουδαίων μουσικών και μουσικολόγων, όπως ο Χάρης Βρόντος, ο Βύρων Φιδετζής, ο Απόστολος Κώστιος, ο Κώστας Δεμερτζής, ο Γιώργος Κουρουπός, ο Νίκος Χριστοδούλου, ο Γιώργος Χατζηνίκος, η Λορέντα Ράμου κ.ά., η προσωπικότητα του Νίκου Σκαλκώτα έγινε αντικείμενο σοβαρής μελέτης και διαλόγου. Στον κύκλο που ανοίξαμε στο Δίφωνο για την πορεία τής έντεχνης ελληνικής μουσικής, επιλέξαμε τον διεθνή πιανίστα, αρχιμουσικό και δάσκαλο Γιώργο Χατζηνίκο και τη διακεκριμένη πιανίστα, ερευνήτρια, παιδαγωγό και μουσικολόγο Λορέντα Ράμου, προκειμένου να καταθέσουν τις δικές τους σκέψεις για το παράδοξο φαινόμενο Σκαλκώτα.


Γιώργος Χατζηνίκος
Νίκος Σκαλκώτας: μια ανανέωση στην προσέγγιση της μουσικής σκέψης και ερμηνείας.
Πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα η συμβολή του Γιώργου Χατζηνίκου στην παρουσίαση του έργου του Σκαλκώτα. Είναι ο πρώτος ερμηνευτής που έπαιξε σε πρώτη παγκόσμια εκτέλεση το Δεύτερο Κονσέρτο για Πιάνο του Σκαλκώτα με την ορχήστρα του NWDR υπό τη διεύθυνση του Hermann Scheerchen, τον Οκτώβριο του 1953 στο Αμβούργο. Ο διακεκριμένος πιανίστας αρχιμουσικός και μεγάλος δάσκαλος, στο βιβλίο του: για τον Νίκο Σκαλκώτα, εκτός του ότι παραθέτει άμεσες αναφορές και προσωπικές μαρτυρίες που σχετίζονται με την κατανόηση της μουσικής προσωπικότητας του συνθέτη, εξετάζει και σε βάθος όλα τα μουσικολογικά και αισθητικά ζητήματα που προκύπτουν μέσα από τα έργα του Σκαλκώτα. Ο συγγραφέας μουσικός με τον πλέον ελκυστικό γραπτό λόγο απευθύνεται σε ένα ευρύτερο κοινό και εξηγεί γιατί η μουσική του συνθέτη θεωρείται δύσκολη και δυσπρόσιτη, αλλά και ποια είναι τα στοιχεία που την κατατάσσουν στις κορυφαίες μουσικές κατακτήσεις του 20ού αιώνα. Με αυτόν τον τρόπο βοηθά στην προσέγγιση και φέρνει τη μουσική του σημαντικού αυτού Έλληνα συνθέτη, αλλά και τη σύγχρονη μουσική κοντύτερα τόσο στον «απλό» ακροατή όσο και στον σημερινό ερμηνευτή της.

Μέσα από αυτό το βιβλίο-δοκίμιο, ο Σκαλκώτας γίνεται αφετηρία σκέψεων και παρουσιάζεται ως υπόδειγμα µιας επιτυχηµένης και αρµονικής συνύπαρξης της ευρωπαϊκής µουσικής πρωτοπορίας µε την ελληνική παραδοσιακή. Επίσης έχουμε μια εκτενέστατη αναφορά στο έργο και τη ζωή του διάσημου Έλληνα συνθέτη κάτω από το πρίσμα της μουσικής του σκέψης αλλά και της ερμηνείας των έργων του. Επίσης εμπεριέχονται δυσεύρετα κείμενα που δημοσίευσε ο Σκαλκώτας, στα οποία αναλύει τις σκέψεις του για τη μουσική ζωή και την προσέγγιση της μουσικής γραφής και εκτέλεσης. Το βιβλίο συνοδεύεται από δύο δίσκους, οι οποίοι περιέχουν σημαντικά έργα του συνθέτη με εκτελεστή ή μαέστρο το Γιώργο Χατζηνίκο. Ένα βιβλίο - σπάνια ιστορική µαρτυρία αλλά και ένα έγκυρο εγχειρίδιο, που θα σας κάνει να εκτιμήσετε περισσότερο και το συνθέτη αλλά και το συγγραφέα!

Μερικές σκέψεις με αφορμή τα έργα για σόλο πιάνο του Νίκου Σκαλκώτα
της Λορέντας Ράμου
Το 2009 συμπληρώθηκαν 60 χρόνια από το θάνατο του Νίκου Σκαλκώτα (1904-1949). Πολλά βήματα έχουν γίνει τα τελευταία χρόνια ώστε η μουσική του να γίνει ευρύτερα γνωστή. Τα περισσότερα έργα του υπάρχουν πλέον ηχογραφημένα από τη σουηδική εταιρεία BIS και μεμονωμένες ηχογραφήσεις άλλων εταιρειών. Από τις εκδόσεις του Μουσείου Μπενάκη κυκλοφόρησε φέτος ο τόμος Νίκος Σκαλκώτας: ένας Έλληνας Ευρωπαίος, που συγκεντρώνει άρθρα διάφορων μελετητών για το συνθέτη. Παρ’ όλα αυτά, η ποιότητα και ο όγκος της σκαλκωτικής παραγωγής αφήνουν ακόμη τεράστια περιθώρια έρευνας και εκδοτικής δραστηριότητας. Το κυριότερο ζητούμενο παραμένει το έργο του Σκαλκώτα να πάρει τη θέση που του αρμόζει στο συναυλιακό ρεπερτόριο δίπλα στους σημαντικότερους συνθέτες του πρώτου μισού του 20ού αι. και όχι να υποστηρίζεται μόνο από κάποια συγκεκριμένα σύνολα και εκτελεστές. Η ερμηνεία των έργων ενός συνθέτη εξελίσσεται όταν ένας ολοένα αυξανόμενος αριθμός μουσικών ασχολείται με αυτά, δημιουργώντας ένα πρόσφορο έδαφος για αναπτυχθούν διαφορετικές τάσεις και απόψεις.

Εστιάζοντας στα πιανιστικά έργα, νομίζω ότι οι εκτελεστές έχουν πάρα πολλά να κερδίσουν αν δεν αντιμετωπίσουν τον μανδύα της υπερβατικής δυσκολίας που συχνά τα περιβάλλει σαν πρόκληση, στην οποία συχνά θα πρέπει να προστεθεί και η εύρεση της παρτιτούρας! Ο ίδιος ο Σκαλκώτας έπαιζε πιάνο, χωρίς να είναι στο επίπεδο ενός βιρτουόζου του οργάνου. Υπάρχουν ορισμένες μαρτυρίες για το παίξιμό του όταν συνόδευε ομάδες χορού παίζοντας έργα του για μπαλέτο. Στα πιανιστικά του έργα κινείται στιλιστικά προς πολλές κατευθύνσεις, όπως εξάλλου συμβαίνει και στο σύνολο του έργου του. Στις Μικρές παραλλαγές (1927) υπάρχει μια εξαιρετική συγκέντρωση και ευρηματικότητα. Το μπαλέτο Η Λυγερή και ο χάρος (1938) βρίσκεται στο μεταίχμιο ανάμεσα στην τονικότητα και την ατονικότητα, συνδυάζοντας στοιχεία από την ελληνική και την ευρωπαϊκή παράδοση (για παράδειγμα, μετά από ένα βιεννέζικο βαλς, ακούμε το Ένας αϊτός καθότανε). Ο μνημειώδης κύκλος των 32 κομματιών (1940) μοιάζει με ένα μουσικό καλειδοσκόπιο της εποχής του, που συγκεντρώνει επιρροές από την τζαζ, το μπαρόκ (ιδωμένο μέσα από μια νεοκλασική σκοπιά, ακολουθώντας την προσφιλή θεώρηση της εποχής), από συνθέτες που θαύμαζε, όπως ο Μπάρτοκ και ο Στραβίνσκι, και βέβαια, την ελληνική μουσική.

Οι 4 σπουδές (1940) ακολουθούν την ίδια γραμμή δεξιοτεχνίας και ύφους, ενώ οι 4 σουίτες αναφέρονται ευθέως στην κληρονομιά του δασκάλου του Άρνολντ Σένμπεργκ και ιδιαίτερα στα πιανιστικά του έργα op. 23 και op. 25. Oι σουίτες μπαλέτου για πιάνο Νησιώτικες εικόνες και Η γη και η θάλασσα της Ελλάδας, καθώς και τα μεμονωμένα κομμάτια Ηχώ και Πομπή προς τον Αχέροντα ήταν παραγγελίες προς τον συνθέτη. Η μουσική μπορεί εδώ να είναι πιο εύληπτη, καθώς είναι γραμμένη για να εξυπηρετήσει μια ειδική περίσταση παραγγελίας, διατηρεί όμως ακέραιο τον πλούτο, τη ζωντάνια και την ποικιλία που χαρακτηρίζουν όλη την παραγωγή του Σκαλκώτα –θα πρόσθετα επίσης και την τεχνική δυσκολία! Είναι χαρακτηριστικό ότι Η γη και η θάλασσα της Ελλάδας, που γράφτηκε για τη χορευτική ομάδα της Πολυξένης Ματέυ, είναι το πιο δεξιοτεχνικό από αυτά τα έργα, μιας και θα το έπαιζε η ίδια η Ματέυ, που ήταν εξαιρετική πιανίστρια.

Ζητήματα ερμηνείας
Θα ήθελα να αναφερθώ συνοπτικά στην αντιμετώπιση δύο βασικών παραμέτρων στα πιανιστικά έργα του Σκαλκώτα: του ρυθμού και της αρμονίας. Ο ερμηνευτής χρειάζεται κατ’ αρχήν να έχει απόλυτη συνείδηση της διαρκούς ρυθμικής παραλλαγής που τα χαρακτηρίζει. Ερευνώντας αυτό το πεδίο, είχα πριν αρκετά χρόνια την ιδέα να σημειώσω μόνο τις ρυθμικές φιγούρες ενός από τα 32 κομμάτια, της υπερβατικής δεξιοτεχνίας κινηματογραφικής μουσικής Καταστροφή στη Ζούγκλα. Σε ολόκληρο το έργο δεν υπάρχουν ούτε δύο μέτρα που να είναι ρυθμικά ίδια. Οι επανεμφανίσεις ορισμένων βασικών ρυθμικών μοτίβων γίνονται πάντα με διαφορετικούς ρυθμικούς συνδυασμούς στις άλλες φωνές, έτσι ώστε το συνολικό αποτέλεσμα ενός μέτρου να ηχεί μεν οικείο (καθόσον το αυτί αναγνωρίζει τα βασικά μοτίβα) αλλά ποτέ πανομοιότυπο με κάποιο άλλο μέτρο. Η ρυθμική αυτή πολυφωνία και πολυμορφία χρειάζεται οπωσδήποτε ιεράρχηση για να αποφευχθεί η σύγχυση. Ο πιανίστας πρέπει να επιλέξει αν (και πότε) θα υπογραμμίσει τα μοτίβα που δημιουργούν μια συνέχεια ή μια αντίθεση.

Όσον αφορά στην αρμονία, χρειάζεται κατ’ αρχήν μια εξαιρετική διαύγεια στην απόδοσή της. Στα τονικά έργα (όπως τα έργα μπαλέτου για πιάνο) εμφανίζονται συνεχώς ξένοι φθόγγοι που εμπλουτίζουν την κάθε συγχορδία προσδίδοντάς της ένα ιδιαίτερο χρώμα. Όπως και στο ρυθμό, οι συγχορδίες δεν επανεμφανίζονται ποτέ ίδιες, ακόμα και όταν η φράση ή το συγκεκριμένο τμήμα του έργου στο οποίο βρίσκονται επαναλαμβάνεται. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο ερμηνευτής πρέπει να βρει την κατάλληλη ισορροπία ανάμεσα στις συμφωνίες και τις διαφωνίες, υπογραμμίζοντας τους ξένους φθόγγους με τρόπο που να φωτίζουν από διαφορετική όψη την αρμονία χωρίς να την αναιρούν.

Σε ορισμένες περιπτώσεις η ανάδειξη ορισμένων διαφωνιών απαιτεί από τον ερμηνευτή μια ρυθμική πλαστικότητα στη ροή της μουσικής, ώστε να δοθεί στον ακροατή ο απαραίτητος χρόνος για να τις προσλάβει. Η αναζήτηση όμως μιας ισορροπίας ανάμεσα στους φθόγγους μιας συγχορδίας είναι ακόμα πιο σημαντική στα ατονικά έργα, όπου η επιλογή των διαστημάτων στα οποία βασίζεται η αρμονία διαφοροποιεί ριζικά το άκουσμά της. Στα έργα αυτά συναντάμε συγκεκριμένες νότες και διαστήματα που λειτουργούν σαν αρμονικοί πυλώνες και βοηθούν το αυτί να προσανατολιστεί μέσα σε μια συχνά πυκνότατη υφή. Η ανάδειξή τους είναι πρωταρχικής σημασίας. Σε αντίθετη περίπτωση, οι συγχορδίες ακούγονται σαν αδιαφοροποίητα cluster χωρίς ιεραρχίες, κάτι το οποίο αντιβαίνει στην αισθητική του συνθέτη.

Πολλές φορές, συνήθως όταν βρίσκομαι μπροστά σε μια τεχνική δυσκολία, αναζητώντας πώς είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί αυτό που γράφει η παρτιτούρα, προσπαθώ να φανταστώ τον συνθέτη να ακούει τα έργα του ζωντανά. Αναρωτιέμαι αν θα είχε σημειώσει περισσότερες ενδείξεις δυναμικής και έκφρασης μετά από μια πρόβα, αντιλαμβανόμενος τα κενά που καλείται να συμπληρώσει από μόνος του ο πιανίστας. Ποιες άραγε θα ήταν οι προτάσεις του όταν ένα χέρι μετρίου μεγέθους αδυνατεί να παίξει ταυτόχρονα όλους τους φθόγγους μιας συγχορδίας; Αυτό που μας λείπει δραματικά είναι μια ερμηνευτική παράδοση που να έχει τις ρίζες της σε συμβουλές του ίδιου του συνθέτη προς έναν ερμηνευτή από τον οποίο θα ήταν πλήρως ικανοποιημένος και ο οποίος θα είχε παίξει σε συναυλίες μεγάλο αριθμό έργων του (ονειρεύομαι κάτι αντίστοιχο με την Yvonne Loriod για τα έργα του Messiaen, τα οποία δίδασκε με μοναδικό τρόπο και στους μαθητές της). Ο μόνος (πλέον) τρόπος να συμπληρωθεί αυτό το κενό είναι η εξοικείωση με όσο το δυνατό μεγαλύτερο αριθμό έργων του συνθέτη (και όχι μόνο των πιανιστικών), όπως επίσης και με τη μουσική που ακουγόταν στο Βερολίνο τη δεκαετία του ’20, τις απομαγνητοφωνήσεις δημοτικών τραγουδιών που έκανε για το Αρχείο της Μέλπως Μερλιέ, τη μουσική συνθετών που θαύμαζε και τις οδηγίες τις σχετικές με την ερμηνεία που δίνει σε ορισμένα κείμενά του (όπως ο πρόλογος των 32 κομματιών και ορισμένα αδημοσίευτα άρθρα του).

Είχα την τύχη το 2004 να παίξω στην κυρία Ελένη Χορς αποσπάσματα από τη σουίτα Νησιώτικες εικόνες. Η κυρία Χορς ήταν μέλος της χορευτικής ομάδας της Αλέκας Κατσέλη, που είχε ανεβάσει το έργο, με τον Σκαλκώτα να συνοδεύει τις κοπέλες στο πιάνο. Υπάρχει ένα σημείο, μετά την αργή εισαγωγή Κυριακή στην εκκλησιά, όπου έρρεπα αυθόρμητα προς μια επιτάχυνση, ώστε να φτάσω σταδιακά το τέμπο του Πανηγυριού (στην παρτιτούρα η αλλαγή φαίνεται να είναι απότομη). Ρώτησα την κυρία Χορς τη γνώμη της γι’ αυτό. «Κι εκείνος έτσι το έπαιζε» μου απάντησε. Μέσα στην έρημο της σκαλκωτικής παράδοσης στην ερμηνεία, αυτά τα λόγια ήταν μια μικρή, πολύτιμη όαση.

Πηγή: Περιοδικό Δίφωνο

Aucun commentaire:

Enregistrer un commentaire