Της Χρυσάνθης Χειμώνα
Ακαδημαϊκές αναλύσεις σχετικά με τη σύμπλευση των αναφερθέντων κινημάτων υπάρχουν πολλές και το συγκεκριμένο άρθρο δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να τις υποκαταστήσει. Θίγει όμως την αναγκαιότητα να επανέλθει ως κουβέντα στον χώρο της αριστεράς πρωτίστως, η ανάλυση που βάζει στο τραπέζι τη γυναικεία οπτική και την κάνει πράξη. Σύμφωνα με την Anja Meulenbelt (Φεμινισμός και Σοσιαλισμός, εκδόσεις Λιβάνη), είναι αναγκαία η σύνδεση σοσιαλισμού και φεμινισμού για πρακτικούς λόγους. Από αυτό μπορεί να βγει μια στρατηγική ενσωματωμένη στον αριστερό χώρο που να υπολογίζει μακροπρόθεσμα όλες τις πλευρές της ζωής των γυναικών.
Τέτοια στρατηγικά παραδείγματα αφορούν την ανεξάρτητη οικονομική ύπαρξη των γυναικών και την ισότιμη κατανομή των ρόλων στην οικογένεια. Κι επειδή ειδικά στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού επενδύονται ελάχιστα χρήματα στις κοινωνικές υπηρεσίας και δομές, η ζωή στην οικογένεια και στην ατομική κατανάλωση φαίνεται «πλουσιότερη», πιο άνετη και εύκολη. Αιτήματα που έχουν διατυπωθεί αφορούν και την πολεοδομία, ώστε οι κατοικίες να προωθούν δομικά τη συνεργασία και τις συλλογικές μορφές ζωής, παρά αυτές της απομόνωσης.
Πολλές φορές σημειώθηκαν και σημειώνονται αντιθέσεις μεταξύ σοσιαλιστών/ριών και φεμινιστριών. Όμως όπως πολύ σωστά αναφέρει η πιο πάνω συγγραφέας, δεν έχει νόημα να συζητάμε αν οι άντρες ή οι γυναίκες υφίστανται περισσότερη καταπίεση στον καπιταλισμό. Το θέμα είναι ότι οι γυναίκες υφίστανται εκμετάλλευση άλλου είδους απ’ ό,τι οι άντρες, από την οποία βρίσκονται επωφελημένοι. Η φροντίδα του σπιτιού και των συγκατοίκων είναι παραγωγή έργου άνισα καταμερισμένη και άρα αποτελεί απλήρωτη εργασία. Μάλιστα, η οικιακή εργασία προσφέρει μια σημαντική συμβολή στην οικονομική ζωή, επειδή στην πραγματικότητα δημιουργεί ένα απόθεμα εργατικής δύναμης που δε φαίνεται, αλλά βρίσκεται έμμεσα στην υπηρεσία του καπιταλισμού.
Ως τώρα δεν γνωρίζουμε την απαρχή της γυναικείας καταπίεσης. Έχουν διατυπωθεί απόψεις σε επιστημονικό -και όχι μόνο- επίπεδο, αλλά ενίοτε συμπληρώνονται, άλλοτε πάλι συγκρούονται. Σχετικά έχει αναφερθεί κι ο Ένγκελς στο έργο του «Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους». Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι γυναίκες καταπιέζονταν πολύ καιρό πριν καθιερωθεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Αυτό που μπορεί να άλλαζε στην πορεία της ιστορίας είναι το είδος της καταπίεσης. Χρειάζεται λοιπόν να εξαλειφθούν όχι μόνο οι διαφορές μεταξύ ανδρών-γυναικών, αλλά και οι διαφορές ανάμεσα στις γυναίκες των διαφόρων κοινωνικών τάξεων. Τα παραπάνω συνδέονται με την παραγωγή, αλλά και με την αναπαραγωγή.
Είναι ενδιαφέρον να παρατεθεί η ακόλουθη παρατήρηση, λόγω του ότι θυμίζει τη σημερινή συγκυρία: οι κοινωνικές παροχές και αντίστοιχοι θεσμοί που συνιστούν το κοινωνικό κράτος δημιουργούνται όταν οι γυναίκες είναι απαραίτητες στην παραγωγή σαν εργατική δύναμη και καταργούνται όταν δε συμβαίνει πια αυτό. Έτσι, κάτω από την πίεση της οικονομικής κρίσης οι πρώτες περικοπές γίνονται στον κοινωνικό τομέα.
Αντίστοιχα, όσον αφορά τη μαρξιστική ανάλυση, ο χωρισμός ανάμεσα στην παραγωγή και την αναπαραγωγή που πραγματοποιήθηκε με τον καπιταλισμό (διαχωρισμός τόπου εργασίας από οικία, δημιουργία θέσεων για μισθωτούς σε μεγάλες μονάδες παραγωγής), καθορίζει και τη θεωρία του αριστερού κινήματος, που μένει προσκολλημένο στη σχέση μισθωτής εργασίας-κεφαλαίου και αγνοεί όσα δεν αφορά αυτή η σχέση.
Πολλές αναλύσεις σχετικά με τη γυναικεία ψυχολογία μιλάνε για τον τρόπο που οι γυναίκες έχουν μάθει να κατηγορούν κατά πρώτο λόγο τον εαυτό τους για τα προβλήματά τους. Νομίζουν ότι είναι ψυχρές όταν δε βιώνουν τη σεξουαλικότητά τους όπως τη γράφουν τα βιβλία. Νιώθουν ενοχές ότι είναι κακές μητέρες όταν ενίοτε λαχταρούν να ανακουφιστούν από το βάρος της ευθύνης που ονομάζεται παιδική ανατροφή. Κρίνουν και κρίνονται δηλαδή μέσα από τα στερεότυπα. Γυναίκες που ξεφεύγουν από τα πρότυπα συχνά υφίστανται προσωπικές επιθέσεις από το περιβάλλον τους. Χρειάζεται λοιπόν σπάσιμο των στερεοτύπων- προτύπων των ρόλων των φύλων.
Μια πιο σύνθετη προσέγγιση της θεωρίας των δύο κινημάτων κάνει η C. MacKinnon στο άρθρο Φεμινισμός, Μαρξισμός, Μέθοδος και Κράτος: ένα πλαίσιο θεωρίας (Signs, Journal of Women in Culture and Society, Special Issue: Feminist Theory, Spring, Vol. Νο 3. pp. 515-544). Σύμφωνα με τη συγγραφέα ο μαρξισμός και ο φεμινισμός είναι θεωρίες για την εξουσία και την κατανομή της: την ανισότητα. Μάλιστα αυτό που χρειάζεται η κάθε πλευρά είναι μια ριζική ανατροπή. Ξεκινάει βρίσκοντας τα κοινά σημεία: Για τον μαρξισμό και την εργασία λέει ότι οι κοινωνικές τάξεις είναι η δομή της, η παραγωγή το επακόλουθό της, το κεφάλαιο η συμπυκνωμένη μορφή της και ο έλεγχος το κυρίαρχο ζήτημα. Για τον φεμινισμό και τη σεξουαλικότητα λέει ότι η ετεροφυλοφιλία είναι η δομή του, το κοινωνικό φύλο και η οικογένεια οι συμπυκνωμένες μορφές του, οι φυλετικοί ρόλοι οι ιδιότητές του που γενικεύονται στα κοινωνικά υποκείμενα, η αναπαραγωγή μια συνέπειά του και ο έλεγχος το κυρίαρχο ζήτημα. «Η κυριαρχία των ανδρών είναι δημιούργημα του καπιταλισμού ή ο καπιταλισμός είναι μια έκφραση της ανδρικής κυριαρχίας;».
Επικεντρώνεται στην ανάλυση ότι η σεξουαλικότητα είναι μια μορφή εξουσίας και άρα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ανισότητας ανάμεσα στα κοινωνικά φύλα. Εξηγεί κάτι που αναφέρεται συχνά στη φεμινιστική βιβλιογραφία: ότι «το προσωπικό είναι πολιτικό» σημαίνει ότι το κοινωνικό φύλο, ως καταμερισμός εξουσίας, μπορεί να επιβεβαιωθεί μέσα από την οικεία εμπειρία σεξουαλικής αντικειμενοποίησης των γυναικών.
Έτσι, τα γυναικεία/φεμινιστικά τμήματα των (αριστερών) κομμάτων χρειάζεται να δουλέψουν προς πολλές κατευθύνσεις, αλλά το βασικότερο είναι πως η ύπαρξη τέτοιων τμημάτων αποτελεί κομβικό σημείο για την παραγωγή πολιτικής. Στόχος τους είναι η κοινωνική συμβολή, η εξωτερίκευση των φεμινιστικών θέσεων του κόμματος, αλλά -και μάλιστα συχνά πρωτίστως- και η ιδεολογικοποίηση των μελών προς τον φεμινισμό, ως αναπόσπαστο κομμάτι της σοσιαλιστικής ανάλυσης. Μέσα από το σχολείο που ονομάζεται πολιτική οργάνωση μπορεί να υπάρξει μια άλλη εσωτερίκευση των ρόλων (ανδρικού και γυναικείου) έως κατάργησή τους. Τότε θα είναι σε θέση ο πολιτικός χώρος να μιλάει για μια άλλη κοινωνία. Ο ταξικός αγώνας δεν είναι «γενικός» όταν δεν υπολογίζεται ο μισός πληθυσμός.
Ακαδημαϊκές αναλύσεις σχετικά με τη σύμπλευση των αναφερθέντων κινημάτων υπάρχουν πολλές και το συγκεκριμένο άρθρο δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να τις υποκαταστήσει. Θίγει όμως την αναγκαιότητα να επανέλθει ως κουβέντα στον χώρο της αριστεράς πρωτίστως, η ανάλυση που βάζει στο τραπέζι τη γυναικεία οπτική και την κάνει πράξη. Σύμφωνα με την Anja Meulenbelt (Φεμινισμός και Σοσιαλισμός, εκδόσεις Λιβάνη), είναι αναγκαία η σύνδεση σοσιαλισμού και φεμινισμού για πρακτικούς λόγους. Από αυτό μπορεί να βγει μια στρατηγική ενσωματωμένη στον αριστερό χώρο που να υπολογίζει μακροπρόθεσμα όλες τις πλευρές της ζωής των γυναικών.
Τέτοια στρατηγικά παραδείγματα αφορούν την ανεξάρτητη οικονομική ύπαρξη των γυναικών και την ισότιμη κατανομή των ρόλων στην οικογένεια. Κι επειδή ειδικά στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού επενδύονται ελάχιστα χρήματα στις κοινωνικές υπηρεσίας και δομές, η ζωή στην οικογένεια και στην ατομική κατανάλωση φαίνεται «πλουσιότερη», πιο άνετη και εύκολη. Αιτήματα που έχουν διατυπωθεί αφορούν και την πολεοδομία, ώστε οι κατοικίες να προωθούν δομικά τη συνεργασία και τις συλλογικές μορφές ζωής, παρά αυτές της απομόνωσης.
Πολλές φορές σημειώθηκαν και σημειώνονται αντιθέσεις μεταξύ σοσιαλιστών/ριών και φεμινιστριών. Όμως όπως πολύ σωστά αναφέρει η πιο πάνω συγγραφέας, δεν έχει νόημα να συζητάμε αν οι άντρες ή οι γυναίκες υφίστανται περισσότερη καταπίεση στον καπιταλισμό. Το θέμα είναι ότι οι γυναίκες υφίστανται εκμετάλλευση άλλου είδους απ’ ό,τι οι άντρες, από την οποία βρίσκονται επωφελημένοι. Η φροντίδα του σπιτιού και των συγκατοίκων είναι παραγωγή έργου άνισα καταμερισμένη και άρα αποτελεί απλήρωτη εργασία. Μάλιστα, η οικιακή εργασία προσφέρει μια σημαντική συμβολή στην οικονομική ζωή, επειδή στην πραγματικότητα δημιουργεί ένα απόθεμα εργατικής δύναμης που δε φαίνεται, αλλά βρίσκεται έμμεσα στην υπηρεσία του καπιταλισμού.
Ως τώρα δεν γνωρίζουμε την απαρχή της γυναικείας καταπίεσης. Έχουν διατυπωθεί απόψεις σε επιστημονικό -και όχι μόνο- επίπεδο, αλλά ενίοτε συμπληρώνονται, άλλοτε πάλι συγκρούονται. Σχετικά έχει αναφερθεί κι ο Ένγκελς στο έργο του «Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους». Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι γυναίκες καταπιέζονταν πολύ καιρό πριν καθιερωθεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής. Αυτό που μπορεί να άλλαζε στην πορεία της ιστορίας είναι το είδος της καταπίεσης. Χρειάζεται λοιπόν να εξαλειφθούν όχι μόνο οι διαφορές μεταξύ ανδρών-γυναικών, αλλά και οι διαφορές ανάμεσα στις γυναίκες των διαφόρων κοινωνικών τάξεων. Τα παραπάνω συνδέονται με την παραγωγή, αλλά και με την αναπαραγωγή.
Είναι ενδιαφέρον να παρατεθεί η ακόλουθη παρατήρηση, λόγω του ότι θυμίζει τη σημερινή συγκυρία: οι κοινωνικές παροχές και αντίστοιχοι θεσμοί που συνιστούν το κοινωνικό κράτος δημιουργούνται όταν οι γυναίκες είναι απαραίτητες στην παραγωγή σαν εργατική δύναμη και καταργούνται όταν δε συμβαίνει πια αυτό. Έτσι, κάτω από την πίεση της οικονομικής κρίσης οι πρώτες περικοπές γίνονται στον κοινωνικό τομέα.
Αντίστοιχα, όσον αφορά τη μαρξιστική ανάλυση, ο χωρισμός ανάμεσα στην παραγωγή και την αναπαραγωγή που πραγματοποιήθηκε με τον καπιταλισμό (διαχωρισμός τόπου εργασίας από οικία, δημιουργία θέσεων για μισθωτούς σε μεγάλες μονάδες παραγωγής), καθορίζει και τη θεωρία του αριστερού κινήματος, που μένει προσκολλημένο στη σχέση μισθωτής εργασίας-κεφαλαίου και αγνοεί όσα δεν αφορά αυτή η σχέση.
Πολλές αναλύσεις σχετικά με τη γυναικεία ψυχολογία μιλάνε για τον τρόπο που οι γυναίκες έχουν μάθει να κατηγορούν κατά πρώτο λόγο τον εαυτό τους για τα προβλήματά τους. Νομίζουν ότι είναι ψυχρές όταν δε βιώνουν τη σεξουαλικότητά τους όπως τη γράφουν τα βιβλία. Νιώθουν ενοχές ότι είναι κακές μητέρες όταν ενίοτε λαχταρούν να ανακουφιστούν από το βάρος της ευθύνης που ονομάζεται παιδική ανατροφή. Κρίνουν και κρίνονται δηλαδή μέσα από τα στερεότυπα. Γυναίκες που ξεφεύγουν από τα πρότυπα συχνά υφίστανται προσωπικές επιθέσεις από το περιβάλλον τους. Χρειάζεται λοιπόν σπάσιμο των στερεοτύπων- προτύπων των ρόλων των φύλων.
Μια πιο σύνθετη προσέγγιση της θεωρίας των δύο κινημάτων κάνει η C. MacKinnon στο άρθρο Φεμινισμός, Μαρξισμός, Μέθοδος και Κράτος: ένα πλαίσιο θεωρίας (Signs, Journal of Women in Culture and Society, Special Issue: Feminist Theory, Spring, Vol. Νο 3. pp. 515-544). Σύμφωνα με τη συγγραφέα ο μαρξισμός και ο φεμινισμός είναι θεωρίες για την εξουσία και την κατανομή της: την ανισότητα. Μάλιστα αυτό που χρειάζεται η κάθε πλευρά είναι μια ριζική ανατροπή. Ξεκινάει βρίσκοντας τα κοινά σημεία: Για τον μαρξισμό και την εργασία λέει ότι οι κοινωνικές τάξεις είναι η δομή της, η παραγωγή το επακόλουθό της, το κεφάλαιο η συμπυκνωμένη μορφή της και ο έλεγχος το κυρίαρχο ζήτημα. Για τον φεμινισμό και τη σεξουαλικότητα λέει ότι η ετεροφυλοφιλία είναι η δομή του, το κοινωνικό φύλο και η οικογένεια οι συμπυκνωμένες μορφές του, οι φυλετικοί ρόλοι οι ιδιότητές του που γενικεύονται στα κοινωνικά υποκείμενα, η αναπαραγωγή μια συνέπειά του και ο έλεγχος το κυρίαρχο ζήτημα. «Η κυριαρχία των ανδρών είναι δημιούργημα του καπιταλισμού ή ο καπιταλισμός είναι μια έκφραση της ανδρικής κυριαρχίας;».
Επικεντρώνεται στην ανάλυση ότι η σεξουαλικότητα είναι μια μορφή εξουσίας και άρα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της ανισότητας ανάμεσα στα κοινωνικά φύλα. Εξηγεί κάτι που αναφέρεται συχνά στη φεμινιστική βιβλιογραφία: ότι «το προσωπικό είναι πολιτικό» σημαίνει ότι το κοινωνικό φύλο, ως καταμερισμός εξουσίας, μπορεί να επιβεβαιωθεί μέσα από την οικεία εμπειρία σεξουαλικής αντικειμενοποίησης των γυναικών.
Έτσι, τα γυναικεία/φεμινιστικά τμήματα των (αριστερών) κομμάτων χρειάζεται να δουλέψουν προς πολλές κατευθύνσεις, αλλά το βασικότερο είναι πως η ύπαρξη τέτοιων τμημάτων αποτελεί κομβικό σημείο για την παραγωγή πολιτικής. Στόχος τους είναι η κοινωνική συμβολή, η εξωτερίκευση των φεμινιστικών θέσεων του κόμματος, αλλά -και μάλιστα συχνά πρωτίστως- και η ιδεολογικοποίηση των μελών προς τον φεμινισμό, ως αναπόσπαστο κομμάτι της σοσιαλιστικής ανάλυσης. Μέσα από το σχολείο που ονομάζεται πολιτική οργάνωση μπορεί να υπάρξει μια άλλη εσωτερίκευση των ρόλων (ανδρικού και γυναικείου) έως κατάργησή τους. Τότε θα είναι σε θέση ο πολιτικός χώρος να μιλάει για μια άλλη κοινωνία. Ο ταξικός αγώνας δεν είναι «γενικός» όταν δεν υπολογίζεται ο μισός πληθυσμός.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire