Ο διανοούμενος διαφέρει από τον απλό
ερευνητή ή από έναν τεχνικό, υπό την έννοια ότι εξετάζει με κριτικό
τρόπο τις ιδέες και τις αντιμετωπίζει «ως θεμελιώδες στοιχείο τόσο της
ενιαίας σκέψης όσο και της κοινωνικής δράσης», δηλώνει στην «Κ.Ε.» ο
Henry Giroux
Το ερώτημα για το ρόλο των
διανοουμένων τίθεται λίγο πολύ ανά τακτά χρονικά διαστήματα, κυρίως όμως
σε εποχές κρίσης ή σε περιόδους ενδοσκόπησης, λόγω κοινωνικού και
πολιτικού εφησυχασμού από την πλειονότητα της κοινωνίας.
Για παράδειγμα, το ερώτημα, αν και σχεδόν ρητορικό στη συγκεκριμένη περίπτωση, ετέθη επανειλημμένως την εποχή των παχιών αγελάδων, της ευφορίας του ευρώ και της λεγόμενης «ισχυρής Ελλάδας», όταν η συντριπτική πλειονότητα των διανοουμένων λειτουργούσε ως φερέφωνο του πολιτικού καθεστώτος της χώρας, αναζητώντας μανιωδώς την αποδοχή της στον κύκλο εξουσίας. Το ίδιο ερώτημα εγείρεται πάλι σήμερα, σε μια εποχή όπου η χώρα λεηλατείται και έχει μετατραπεί σε μπανανία. Γιατί σιγούν οι διανοούμενοι;
Η αλήθεια είναι ότι ο ρόλος των διανοουμένων στην εποχή του νεοφιλελεύθερου τρόμου, όπως περιγράφει την κοινωνικοοικονομική και πολιτική κατάσταση στις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες των τελευταίων 35 ετών ο Αμερικανός ριζοσπάστης κοινωνικός αναλυτής, Henry Α. Giroux, καθηγητής στην έδρα Πολιτιστικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο McMaster του Καναδά και ένας από τους πατέρες της κριτικής παιδαγωγικής, έχει αλλοιωθεί. Οι «διανοούμενοι των αξιών» σπανίζουν και έχουν αντικατασταθεί από πανεπιστημιακούς υπαλληλίσκους και καριερίστες διανοουμένους.
Βαριά ευθύνη
Και ποιος είναι ο ρόλος των λεγόμενων «διανοουμένων των αξιών», όπως τους αποκαλούσε με μισητό τρόπο η Τριμελής Επιτροπή τη δεκαετία του '70, στην προσπάθειά της να περιορίσει την επέκταση της δημοκρατίας και τις επιπτώσεις της στο καπιταλιστικό πολιτικό σύμπαν; Στο πασίγνωστο άρθρο του με τον τίτλο «The Responsibility of the Intellectuals» («Η ευθύνη των διανοουμένων»), που δημοσιεύθηκε το 1967 στο «New York Review of Books», ο Νόαμ Τσόμσκι γράφει ότι ιστορικά «η ευθύνη των διανοουμένων είναι να λένε την αλήθεια και να αποκαλύπτουν το ψέμα. Αυτό μπορεί να φαίνεται αρκετά κοινότοπο, ώστε να προσπεραστεί χωρίς σχόλια. Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι έτσι. Για το σύγχρονο διανοούμενο, αυτό δεν είναι καθόλου προφανές».
Και αναφέρει χαρακτηριστικά την περίπτωση του Γερμανού φιλοσόφου Μάρτιν Χάιντεγκερ (Martin Heidegger), ο οποίος έγραφε το 1933 ως απόδειξη της υποταγής του προς τον Φίρερ ότι «αλήθεια είναι η αποκάλυψη αυτού που κάνει ένα λαό σίγουρο, ξεκάθαρο και δυνατό στη δράση του και τη γνώση». Στη συνέχεια του άρθρου, ο Τσόμσκι «ξεγυμνώνει» την υποκρισία της αμερικανικής διανόησης, κυρίως γύρω από τον διεξαγόμενο πόλεμο του Βιετνάμ, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στο ρόλο των διανοουμένων στη δημιουργία, την ανάλυση και την αναπαραγωγή της ιδεολογίας. Η αρχή στην «κριτική της ιδεολογίας» του Τσόμσκι είναι η πεποίθησή του ότι η εξουσία πάντα ψεύδεται και πως ο ρόλος των διανοουμένων είναι η αποκάλυψη του ψεύδους και των συχνών εγκλημάτων της εκάστοτε εξουσίας.
Για τον Henry Giroux, ο ρόλος του διανοουμένου είναι παραπλήσιος αυτού του Τσόμσκι. Οπως μου ανέφερε για τον σκοπό της σημερινής στήλης των Ιδεογραφημάτων, χαρακτηρίζει τους διανοούμενους ως «ανθρώπους που αποδίδουν αξία στις ιδέες και σκέφτονται διαφορετικά, προκειμένου να ενεργήσουν με μια αίσθηση πολιτικής δέσμευσης, ηθικής πεποίθησης και κοινωνικής ευθύνης. Χρησιμοποιούν τους πόρους και τις πηγές που είναι διαθέσιμοι προς αυτούς, για να εξετάσουν σημαντικά κοινωνικά θέματα και να τα αντιμετωπίσουν με αίσθηση κοινωνικής ευθύνης και αστικού θάρρους».
Από την παραπάνω περιγραφή είναι ξεκάθαρο ότι ο διανοούμενος διαφέρει από τον απλό ερευνητή ή έναν τεχνικό, υπό την έννοια ότι εξετάζει με κριτικό τρόπο τις ιδέες και τις αντιμετωπίζει «ως θεμελιώδες στοιχείο, τόσο της ενιαίας σκέψης όσο και της κοινωνικής δράσης». Ταυτόχρονα, ο Giroux υπογραμμίζει ότι «οι διανοούμενοι πρέπει να είναι ικανοί να απευθύνονται σε πολλαπλά ακροατήρια, βοηθώντας τους πολίτες να διαμορφώσουν μια πιο κριτική και αληθινή κατανόηση των δικών τους απόψεων και των σχέσεών τους με άλλους και την ευρύτερη κοινωνία».
Ο Giroux δεν υπονοεί σε καμία περίπτωση ότι ο ρόλος των διανοουμένων περιορίζεται στο να θέτουν απλά και μόνο σημαντικά ερωτήματα. Αντιθέτως, «θα πρέπει να δουλεύουν επίσης, προκειμένου να δημιουργήσουν τις δημόσιες εκείνες σφαίρες και τις διαμορφωτικές κουλτούρες, όπου ζητήματα διαλόγου, σοβαρότητα σκέψης και κριτική ανταλλαγή αναγνωρίζονται ως πολύτιμα αγαθά και πολλαπλασιάζονται».
Ως ένας από τους αρχιτέκτονες της σύγχρονης κριτικής παιδαγωγικής, ο Giroux δεν θα μπορούσε να διαχωρίσει το ρόλο του διανοουμένου από αυτόν του πανεπιστημιακού δασκάλου. Στο ερώτημα πώς βλέπει το δικό του ρόλο στην κοινωνία, απαντά: «Η δουλειά μου ως πανεπιστημιακού δασκάλου είναι να μορφώνω τη νέα φοιτητική γενιά και να τους παρέχω μια γλώσσα η οποία θα επεκτείνει την αίσθηση της ατομικής και της κοινωνικής τους ευθύνης, θα επεκτείνει το διανοητικό τους ορίζοντα και θα διευρύνει την ικανότητά τους να σκέφτονται με κριτικό τρόπο και να συμμετέχουν σε κοινωνικό διάλογο με ευρύτερα ακροατήρια. Μέρος του ρόλου μου είναι να εργάζομαι με άλλους διανοούμενους και κοινοτικές ομάδες, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε σημαντικά κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά ζητήματα, τα οποία καταστρέφουν σήμερα και το τελευταίο υπόλειμμα του κοινού καλού και της δημοκρατίας».
Κριτική σκέψη
Και συνεχίζει ο Giroux: «Ενδιαφέρομαι ειδικότερα για τη διαμόρφωση της εκπαίδευσης ως κεντρικό χαρακτηριστικό της πολιτικής, τονίζοντας την ανάγκη να συμβάλλουν οι διανοούμενοι στην ανάπτυξη των διαμορφωτικών εκείνων κουλτουρών, στις οποίες οι διανοητικές, κοινωνικές, πολιτισμικές και οικονομικές συνθήκες λειτουργούν, προκειμένου να δημιουργήσουν κριτικά σκεπτόμενους και κοινωνικά υπεύθυνους πολίτες. Οι διανοούμενοι πρέπει να αρνηθούν να μετατραπούν σε αυτό που ο Γκράμσι αποκάλεσε κάποτε "ειδικοί στη νομιμοποίηση"».
Τέλος, στο ερώτημα όσον αφορά τη σχέση μεταξύ των μέσων μαζικής ενημέρωσης και των διανοουμένων, ο Giroux τονίζει ότι «τα μίντια, σε όλες σχεδόν τις μορφές τους, αφήνουν ελάχιστο χώρο για ουσιαστικό, επικριτικό διάλογο και ενήμερη άποψη. Τα ΜΜΕ συμμετέχουν σε μεγάλο βαθμό σε αυτό που ο Τσόμσκι αποκαλεί "η κατασκευή της συναίνεσης", παράγοντας θεάματα βίας και προωθώντας την κουλτούρα της διασημότητας, που καταλήγει ως το ιδανικό πρότυπο της σύγχρονης καταναλωτικής κοινωνίας. Τα κυρίαρχα ΜΜΕ ελέγχονται αναμφισβήτητα από έναν πολύ μικρό αριθμό μεγάλων εταιρειών και προσφέρουν κυρίως χώρο σε αυτούς που ο Πιέρ Μπουρντιέ αποκάλεσε "fast-thinkers" ("διανοούμενοι" που σκέφτονται και αναπαράγουν παραδεδεγμένες ιδέες), δεύτερης και τρίτης κατηγορίας στοχαστές και ηλίθιους σχολιαστές, που κατακλύζουν την αγορά με σλόγκαν και μοντέρνες απαντήσεις, που δεν εκπλήσσουν κανέναν και η αξία των οποίων εξαρτάται από το αν βελτιώνουν ή όχι την ακροαματικότητα».
Μίλησε κανείς για σύγχρονους διανοούμενους;
* Ο Henry Α. Giroux και ο Χ.Ι. Πολυχρονίου είναι μέλη του Προγράμματος Δημόσιοι Διανοούμενοι που προωθεί το αμερικανικό έντυπο Truthout..
Πηγή: Ελευθεροτυπία
Δημοσιεύτηκε στις 13/10/2013
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire