ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΕΠΑΦΗ

Το ιστολόγιο Πενταλιά πήρε το όνομα
από το όμορφο και ομώνυμο χωριό της Κύπρου.
Για την επικοινωνία μαζί μας
είναι στη διάθεσή σας το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο:
pentalia74@gmail.com

mercredi 30 octobre 2013

ΗΠΑ - Οικονομία - Στα σαγόνια των «φαστφουντάδων»

ΗΠΑ: οι μεγάλες αλυσίδες έτοιμου φαγητού, με ετήσιο τζίρο 200 δισ. δολαρίων, πληρώνουν τους εργαζόμενους με 11.000 δολ. τον χρόνο και τα μεγαλοστελέχη με 14 εκατομμύρια! Πώς οι φορολογούμενοι επιδοτούν με 7 δισ. δολάρια τους εξαθλιωμένους υπαλλήλους των φαστ φουντ. Τα «καλά» των ελαστικών μορφών εργασίας σε όλο τους το μεγαλείο…




52



Του Μπάμπη Μιχάλη

Εφτά δισεκατομμύρια δολάρια στοιχίζουν κάθε χρόνο στους Αμερικανούς φορολογούμενους οι μισθοί πείνας με τους οποίους αμείβουν την πλειονότητα των εργαζομένων τους οι μεγάλες αλυσίδες fast food. Εταιρείες που μόνο πέρσι κατέγραψαν συνολικές πωλήσεις οι οποίες ξεπέρασαν τα 200 δισ. δολάρια. Αποκαλυπτικότατη η πρόσφατη μελέτη των Πανεπιστημίων της Καλιφόρνια (Μπέρκλεϊ) και του Ιλινόις για το ποιος πληρώνει τελικά το μάρμαρο των «ελαστικών αγορών εργασίας», των πολιτικών της αέναης μείωσης του κόστους εργασίας, της κίβδηλης βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας και των μισθών πείνας.

Η έρευνα γκρεμίζει την οποιαδήποτε θριαμβολογία -νεοφιλελεύθερης οικονομικής έμπνευσης- περί βελτίωσης της απασχόλησης στις ΗΠΑ μετά το κραχ του 2008, ενώ αντικατοπτρίζει το διαρκώς αυξανόμενο εισοδηματικό χάσμα. Υπογραμμίζει ότι το 60% των θέσεων εργασίας που χάθηκαν μεταξύ 2007 και 2009 αφορούσε επαγγέλματα μεσαίας μισθολογικής κλίμακας, ενώ στην τριετία ανάκαμψης της οικονομίας (2009-2012) μόνο το 20% των νέων θέσεων που δημιουργήθηκαν ήταν της ίδιας μισθολογικής κλίμακας. Αντίθετα, περίπου το 70% των νέων θέσεων εργασίας σε αυτήν την τριετία ήταν χαμηλόμισθες.

Η έρευνα εστιάζει στους σύγχρονους «άθλιους των φαστφουντάδικων», μια ραγδαία αυξανόμενη τάξη εργαζομένων που δεν μπορεί να επιβιώσει με αυτά που κερδίζει από την εργασία της. Διαπιστώνει ότι η πλειονότητα των οικογενειών των εργαζομένων στις αλυσίδες fast food των ΗΠΑ στηρίζεται σε κάποιο επιδοτούμενο από το αμερικανικό κράτος πρόγραμμα προκειμένου να καλύψει βασικές ανάγκες όπως η σίτιση, η στέγαση, η μεταφορά ή η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, αφού ο μισθός δεν επαρκεί, ενώ ο εργοδότης δεν παρέχει ασφάλιση.

Ιατροφαρμακευτική κάλυψη μόνον για το 13%

Το μέσο ωρομίσθιο στον κλάδο ανέρχεται σήμερα στα 8,69 δολάρια, κοντά δηλαδή στον εδώ και χρόνια καθηλωμένο κατώτατο μισθό των ΗΠΑ. Δουλεύοντας όμως με ελαστικά ωράρια μερικής ή προσωρινής απασχόλησης ελάχιστοι, μόλις το 28% αυτών των εργαζομένων, δουλεύουν σήμερα πάνω από 40 ώρες την εβδομάδα και απολαμβάνουν τα οφέλη της πλήρους απασχόλησης – σε αντίθεση με το 75% του συνόλου του εργατικού δυναμικού στις ΗΠΑ. Ενδεικτικό είναι ότι έτσι μόλις το 13% των εργαζομένων στις αλυσίδες fast food έχει ιατροφαρμακευτική κάλυψη από τον εργοδότη του.

Οι εργαζόμενοι στις αλυσίδες fast food όμως δεν είναι πια οι γνωστοί teenagers της δεκαετίας του ’50, που δούλευαν για το χαρτζιλίκι τους. Περισσότεροι από τα 2/3 αυτών είναι ηλικίας μεγαλύτερης των 20 ετών, το 25% αυτών είναι μάλιστα γονείς, ενώ το 68% είναι οι βασικοί εργαζόμενοι στα νοικοκυριά τους και συντηρούν με τον μισθό τους όλη την οικογένειά τους.

Καθώς τα χρήματα δεν φτάνουν για να καλυφθούν οι βασικές ανάγκες τους, οι οικογένειες αυτών των εργαζόμενων προσφεύγουν αναγκαστικά σε κρατικά προγράμματα αρωγής όπως αυτά της χορήγησης κουπονιών για την αγορά τροφίμων και της προσφοράς υπηρεσιών υγείας για τους φτωχούς Αμερικανούς (Medicaid).

Συνολικά το 52% των οικογενειών εργαζομένων σε αλυσίδες fast food στηρίζει την επιβίωσή του σε ένα ή περισσότερα ανάλογα κρατικά προγράμματα έναντι 25% που ισχύει για το σύνολο του εργατικού δυναμικού των ΗΠΑ. Το συνολικό κόστος της υποστήριξης που παρέχει το αμερικανικό Δημόσιο προς τις οικογένειες των εργαζομένων στις αλυσίδες ταχείας εστίασης αγγίζει τα 7 δισ. δολάρια ετησίως, χρήματα που προέρχονται βέβαια από τους φορολογούμενους. Τα μισά περίπου εξ αυτών -3,9 δισ. δολάρια- δαπανώνται για την κάλυψή τους από τα κρατικά προγράμματα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης Medicaid και Children’s Health Insurance. Ακόμη 1,04 δισ. και 1,91 δισ. δολάρια ξοδεύονται αντίστοιχα για τα προγράμματα χορήγησης κουπονιών σίτισης και φοροελαφρύνσεων.

Με μέσο ετήσιο εισόδημα 11.000 δολάρια οι χαμηλόμισθοι υπάλληλοι των φαστφουντάδικων έχουν έτσι περισσότερες πιθανότητες να ζήσουν μια ζωή βαθιά βουτηγμένη στη φτώχεια ή έστω πολύ κοντά σε αυτή. Μία στις πέντε οικογένειες αυτών των εργαζομένων έχει άλλωστε σήμερα εισόδημα κάτω από το επίσημο όριο της φτώχειας.

Στην… απέναντι όχθη, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Ο κλάδος έχει συνολικά ετήσια έσοδα που ξεπερνούν τα 200 δισ. δολάρια και πληρώνει αδρά τα ανώτερα στελέχη του με πακέτα που περιλαμβάνουν, εκτός από ρευστό, μερίσματα και μετοχές. Το συνολικό πακέτο αμοιβής του διευθύνοντος συμβούλου τής Mc Donald’s, Donald Thompson, άγγιξε πέρσι τα 13,7 εκατ. δολάρια. Η εταιρεία ανακοίνωσε πέρσι καθαρά κέρδη 5,46 δισ. δολαρίων και διένειμε σε μερίσματα και για επαναγορά μετοχών 5,5 δισ. δολάρια. Την ίδια στιγμή το ετήσιο κόστος της βοήθειας που παρείχε το αμερικανικό Δημόσιο προς τους χαμηλόμισθους υπαλλήλους της αλυσίδας άγγιξε το 1,2 δισ. δολάρια.

Ομοίως o David Novak της Yum Brands (Pizza Hut, KFC, Taco Bell) έλαβε πακέτο 14,1 εκατ. δολαρίων. Η εταιρεία του είχε κέρδη 1,59 δισ. δολαρίων και μοίρασε σε μερίσματα και μετοχές 1,5 δισ. δολάρια. Από την άλλη πλευρά όμως οι μισθοί πείνας προς τους χαμηλόμισθους υπαλλήλους της κόστισαν στο αμερικανικό κράτος 648 εκατ. δολάρια.

Χάμπουργκερ 438% ακριβότερο!

Μη αντέχοντας άλλο πια οι εργαζόμενοι των φαστφουντάδικων κατέβηκαν από φέτος σε απεργιακές κινητοποιήσεις ζητώντας αύξηση του κατώτατου ωρομισθίου. Στο αίτημά τους απάντησε εύστοχα ο Ρεπουμπλικανός Markwayne Mullin: «Αν αυξηθεί το κατώτατο ωρομίσθιο στα 10 δολάρια, τότε η τιμή του χάμπουργκερ θα αυξηθεί κατά 438%» είπε ο αθεόφοβος. Και για όσους δεν το κατάλαβαν, συμπλήρωσε: «Θα πληρώνετε 20 δολάρια για ένα χάμπουργκερ στα Mc Donald’s».



Πηγή: Η Εφημερίδα των Συντακτών
Δημοσιεύτηκε στις 29/10/2013

Aucun commentaire:

Enregistrer un commentaire