Μισός αιώνας συμπληρώνεται σήμερα
από την ημέρα που η Σουηδική Ακαδημία, ανακοινώνοντας το Νόμπελ
Λογοτεχνίας 1964, βρέθηκε μπροστά σε μια πολύ δυσάρεστη έκπληξη: η τιμή
που είχε επιφυλάξει στον στρατευμένο φιλόσοφο και συγγραφέα Ζαν-Πολ
Σαρτρ δεν γινόταν αποδεκτή από τον ίδιο!
Οπως θ' αναγραφόταν στο λακωνικό δελτίο Τύπου που έμελλε ν' ακολουθήσει, το γεγονός αυτό καθ' αυτό, κάτι χωρίς προηγούμενο στην ιστορία του θεσμού, «δεν επηρεάζει, φυσικά, την ισχύ της απόφασης». Ωστόσο, «η Ακαδημία δεν έχει παρά να διαπιστώσει πως η απονομή του βραβείου είναι αδύνατον να πραγματοποιηθεί»...
Με ποιες άλλες υποψηφιότητες χρειάστηκε ν' αναμετρηθεί ο Σαρτρ; Και τι είδους σχόλια προκάλεσε η στάση του μέσα στους κόλπους του ιδρύματος; Οι απαντήσεις θα δοθούν τον Ιανουάριο του 2015, καθώς πρέπει να συμπληρωθεί η πεντηκονταετία για να βγουν στο φως τα αρχεία της συγκεκριμένης χρονιάς. Ανατρέχοντας ωστόσο στη βιογραφία «Σαρτρ 1905-1980» της Γαλλίδας πανεπιστημιακού Ανί Κοέν-Σολάλ (έργο που κυκλοφόρησε από τον Γκαλιμάρ το 1985 αλλά δυστυχώς παραμένει ανέκδοτο στη χώρα μας), μπορούμε να πάρουμε μια γεύση για το τι ακριβώς συνέβη στο Παρίσι εκείνες τις μέρες και να ξαναθυμηθούμε το σκεπτικό με το οποίο ο κατ' εξοχήν εκπρόσωπος του υπαρξισμού έστρεψε την πλάτη στο Νόμπελ και στο διόλου ευκαταφρόνητο χρηματικό έπαθλό του -250.000 σουηδικές κορόνες- που το συνόδευε.
Ηδη από τον Σεπτέμβριο του 1964, χάρη σ' ένα άρθρο της «Figaro Litteraire» -ο συντάκτης μάλιστα του οποίου σχολίαζε πικρόχολα το «αμφιλεγόμενο πολιτικό παρελθόν» του- ο συγγραφέας της «Ναυτίας», του «Κεκλεισμένων των θυρών» και των «Λέξεων» είχε πληροφορηθεί την πρόθεση της Σουηδικής Ακαδημίας και η αντίδρασή του υπήρξε ακαριαία. Επιστρατεύοντας, ως συνήθως, την πένα του κι όλα τ' αποθέματα της φυσικής του ευγένειας, ο Σαρτρ ενημέρωνε τον γραμματέα τού ιδρύματος για το πώς σκοπεύει να κινηθεί, ευελπιστώντας ότι η στάση του, υπαγορευμένη τόσο από προσωπικούς όσο και από αντικειμενικούς λόγους, θα γίνει κατανοητή. Από ένα κακό παιχνίδι της τύχης, όμως, η επιστολή του δεν έφτασε εγκαίρως στον παραλήπτη της.
Ο Σαρτρ είχε ταχυδρομήσει το γράμμα του στο Ιδρυμα Νόμπελ κι από εκεί το είχε παραλάβει ένας υπάλληλος για να το μεταφέρει, χωρίς να το ανοίξει, στον γραμματέα της Σουηδικής Ακαδημίας, αλλά ο τελευταίος είχε μόλις αναχωρήσει για τις χειμερινές διακοπές του... Η απόφαση για το βραβείο είχε ήδη ληφθεί και τίποτε, τελικά, δεν εμπόδισε την επίσημη ανακοίνωσή της. Μόλις δε κοινοποιήθηκε η άρνηση του Σαρτρ, ένα πλήθος φωτογράφων και ρεπόρτερ άρχισε στο Παρίσι να τον πολιορκεί, διεκδικώντας εξηγήσεις. Τι είδους στρατηγική θα μπορούσε ν' αναπτύξει απ' τη μεριά του;
Η λύση στην οποία κατέληξε, αφού συνεννοήθηκε με τους επικεφαλής του Γκαλιμάρ, του εκδοτικού του οίκου, ήταν να παραχωρήσει μια αποκλειστική συνέντευξη σ' ένα πρόσωπο απολύτου εμπιστοσύνης, όπως ο εγκατεστημένος στο Παρίσι Σουηδός συγγραφέας, εκδότης και μεταφραστής Καρλ-Γκούσταβ Μπγιούρστρομ.
Πριν ωστόσο προλάβει καν να ξεστομίσει ο τελευταίος τις ερωτήσεις του, ο Σαρτρ άρχισε να του εκθέτει τις απόψεις του σαν... πολυβόλο.
Αυτή τη φορά είχε περισσότερα να πει για την επιλογή του. «Η άρνησή μου», επέμενε, «δεν είναι μια αυθόρμητη κίνηση, ανέκαθεν αρνιόμουν τις επίσημες διακρίσεις. Το 1945, μετά τον πόλεμο, μου είχε προσφερθεί η Λεγεώνα της Τιμής και την αρνήθηκα, μολονότι ήμουν φίλα προσκείμενος στην τότε κυβέρνηση. Αναλόγως, ουδέποτε ενδιαφέρθηκα να μπω στο College de France, κι ας μου το συνιστούσαν πολλοί φίλοι. Η στάση αυτή οφείλεται στην άποψή μου για την ιδιότητα του συγγραφέα. Ενας συγγραφέας που υιοθετεί θέσεις πολιτικές, κοινωνικές ή λογοτεχνικές οφείλει να ενεργεί μόνο με τα δικά του μέσα - με τον γραπτό λόγο. Ολες οι πιθανές τιμές εκθέτουν τους αναγνώστες του σε μια πίεση την οποία θεωρώ ανεπιθύμητη. Αλλο να υπογράφω ως Ζαν Πολ Σαρτρ κι άλλο ως Ζαν Πολ Σαρτρ, κάτοχος Νόμπελ».
Οπως τόνιζε στη συνέχεια, «η μόνη δυνατή μάχη σήμερα στο μέτωπο του πολιτισμού είναι ο αγώνας για την ειρηνική συνύπαρξη των δύο πολιτισμών, του Ανατολικού και του Δυτικού. Δεν εννοώ μ' αυτό ότι πρέπει ν' αγκαλιάσει ο ένας πολιτισμός τον άλλον, γνωρίζω πως η μεταξύ τους αντιπαράθεση πρέπει να έχει τη μορφή σύγκρουσης, αλλά κι αυτή πρέπει να διεξάγεται ανάμεσα στους ανθρώπους και τις κουλτούρες, χωρίς θεσμικές παρεμβάσεις. Προσωπικά είμαι βαθιά επηρεασμένος από αυτήν την αντιπαράθεση, καρπός τέτοιων αντιπαραθέσεων είμαι κι ο ίδιος. Οι συμπάθειές μου κατευθύνονται αναμφισβήτητα προς αυτό που αποκαλείται ανατολικό μπλοκ, αλλά έχω γεννηθεί και ανατραφεί μέσα σε μια αστική οικογένεια και κουλτούρα. Κάτι που μου επιτρέπει να συνεργάζομαι μ' ό,τι αποσκοπεί στο να πλησιαστούν περισσότερο οι δύο πολιτισμοί μεταξύ τους, με την ελπίδα, βέβαια, πως "θα νικήσει ο καλύτερος", δηλαδή ο σοσιαλισμός».
Από τη δήλωση του Σαρτρ δεν θα μπορούσαν να λείπουν και οι... μπηχτές για προηγούμενες αποφάσεις ή παραλείψεις της Ακαδημίας. Γιατί, φερ' ειπείν, αγνοήθηκε ο Νερούδα, ένας από τους μεγαλύτερους Λατινοαμερικανούς ποιητές; Γιατί δεν έχει συζητηθεί σοβαρά μια υποψηφιότητα του Αραγκόν; Γιατί προτιμήθηκε ο Πάστερνακ κι όχι ο Σολόχοφ; Γιατί το μόνο σοβιετικό έργο που βραβεύτηκε έπρεπε να έχει εκδοθεί στο εξωτερικό, όντας απαγορευμένο στην ίδια του την πατρίδα; ρωτούσε με τον τρόπο του ο Γάλλος συγγραφέας. Κι όπως παραδεχόταν, αν του έδιναν το Νόμπελ κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αλγερίας, αφότου είχε υπογράψει το «Μανιφέστο των 121» θα το αποδεχόταν γιατί δεν θα τιμούνταν μόνο ο ίδιος αλλά και η ελευθερία για την οποία όλοι μάχονταν. Κανείς όμως δεν του το πρόσφερε εκείνη την περίοδο...
Οπως ήταν φυσικό, η στάση του Σαρτρ δίχασε. Αλλοι την θεώρησαν αλαζονική και μεγαλομανιακή, άλλοι ως μια έμμεση ομολογία της μοναξιάς του, κι άλλοι υποκλίθηκαν στην απόφασή του βρίσκοντάς την απολύτως ταιριαστή με την κοσμοθεωρία του. Γεγονός, πάντως, είναι πως μέχρι να τιμηθεί ξανά από τη Σουηδική Ακαδημία άλλος Γάλλος (ο Κλοντ Σιμόν) χρειάστηκε να μεσολαβήσει μία εικοσαετία.
Πηγή: Ελευθεροτυπία
Δημοσιεύτηκε στις 22/10/2014
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire