ΕΦΗΜΕΡΑ
Το τέλος μιας εποχής
Της Χρυστάλλας Χατζηδημητρίου
Πριν μια εικοσαετία εκεί ήταν ένα αρχοντικό. Το οποίο κατεδαφίστηκε
νύχτα πριν πάρουν χαμπάρι οι περιβαλλοντιστές και αντιδράσουν, πριν οι
κρατικές υπηρεσίες το κηρύξουν διατηρητέο. Ο δρόμος με τα αρχοντικά όσων
κάποια στιγμή τους έπνιγε η εντός των τειχών πόλη με τα σπίτια με τις
εσωτερικές αυλές και βγήκαν έξω για να απλώσουν την καθημερινότητά τους
σε πιο πολλά τετραγωνικά, μετατράπηκε σιγά-σιγά στο εμπορικό κέντρο της
πόλης. Ένα από τα τελευταία εναπομείναντα ήταν και το αρχοντικό στη
γωνιά Μακαρίου-Μνασιάδου. Τη θέση του πήρε ένα πολυώροφο κατάστημα. Το
οποίο έγινε μέρος της ζωής της πόλης. Και τώρα αδειάζει. Όπως πολλά άλλα
στην κεντρική εμπορική λεωφόρο.
Λένε συνήθως, όταν πεθαίνει κάποιο δημόσιο πρόσωπο, για το τέλος μιας εποχής. Το τέλος μιας εποχής σηματοδοτεί σήμερα ο θάνατος της λεωφόρου Μακαρίου της πρωτεύουσας κι όσα κοινωνιολογικά σημάδεψαν τις τελευταίες δεκαετίες. Την έπαρσή μας, την επιδειξιομανία μας, το άππωμά μας. Κακότροπες πωλήτριες, ξινισμένα αφεντικά, φαντασμένοι πελάτες. Όλα αυτά αλλά και ένα πάρε-δώσε. Με λαχειοπώλες, καστανάδες, τύπους γραφικούς, μπάντες, συγκεντρώσεις... Όλα αυτά που δίνουν τον σφυγμό της πόλης.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο θάνατος της Μακαρίου σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής. Στην αρχή ήταν τα αρχοντικά. Ο δρόμος των πλουσίων που βγήκαν από τα τείχη. Έπειτα έγινε ο δρόμος με τις καφετέριες. Σιρόκκο, Wimpy, χάμπουργκερ και κόκα κόλα... Συμβόλιζε την ανεξαρτητοποίηση των νέων με τη συνεύρεσή τους στα καφέ. Κι έπειτα, ήρθε η εποχή της ευμάρειας και της κατανάλωσης. Καταστήματα, πολυκαταστήματα στη Μακαρίου και στους δρόμους πέριξ αυτής. Σήμερα, άδεια, μοιάζουν με μια γιορτή που έχει τελειώσει. Και συνήθως το συναίσθημα που μένει πίσω είναι θλίψη.
Κάποτε η πρωτεύουσα είχε ένα κέντρο. Με σινεμά, καφετέριες, εστιατόρια, καταστήματα, σπίτια, γραφεία, τράπεζες, ιατρεία, ξενοδοχεία... Σε ακτίνα που μπορούσες να καλύψεις με τα πόδια μπορούσες να βρεις τα πάντα. Σήμερα η πόλη πεθαίνει. Αφημένη στο έλεος των καιρών. Και μοναδική αιτία δεν είναι η κρίση. Ποτέ δεν υπήρξε ένας σχεδιασμός για την πόλη. Τυχαία συνέβαιναν τα πάντα. Τυχαία κατεδαφίζονταν σινεμά κι αρχοντικά, τυχαία ξεφύτρωναν εμπορικά κέντρα. Τα οποία σήμερα μοιάζουν με φαντάσματα.
Λένε συνήθως, όταν πεθαίνει κάποιο δημόσιο πρόσωπο, για το τέλος μιας εποχής. Το τέλος μιας εποχής σηματοδοτεί σήμερα ο θάνατος της λεωφόρου Μακαρίου της πρωτεύουσας κι όσα κοινωνιολογικά σημάδεψαν τις τελευταίες δεκαετίες. Την έπαρσή μας, την επιδειξιομανία μας, το άππωμά μας. Κακότροπες πωλήτριες, ξινισμένα αφεντικά, φαντασμένοι πελάτες. Όλα αυτά αλλά και ένα πάρε-δώσε. Με λαχειοπώλες, καστανάδες, τύπους γραφικούς, μπάντες, συγκεντρώσεις... Όλα αυτά που δίνουν τον σφυγμό της πόλης.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο θάνατος της Μακαρίου σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής. Στην αρχή ήταν τα αρχοντικά. Ο δρόμος των πλουσίων που βγήκαν από τα τείχη. Έπειτα έγινε ο δρόμος με τις καφετέριες. Σιρόκκο, Wimpy, χάμπουργκερ και κόκα κόλα... Συμβόλιζε την ανεξαρτητοποίηση των νέων με τη συνεύρεσή τους στα καφέ. Κι έπειτα, ήρθε η εποχή της ευμάρειας και της κατανάλωσης. Καταστήματα, πολυκαταστήματα στη Μακαρίου και στους δρόμους πέριξ αυτής. Σήμερα, άδεια, μοιάζουν με μια γιορτή που έχει τελειώσει. Και συνήθως το συναίσθημα που μένει πίσω είναι θλίψη.
Κάποτε η πρωτεύουσα είχε ένα κέντρο. Με σινεμά, καφετέριες, εστιατόρια, καταστήματα, σπίτια, γραφεία, τράπεζες, ιατρεία, ξενοδοχεία... Σε ακτίνα που μπορούσες να καλύψεις με τα πόδια μπορούσες να βρεις τα πάντα. Σήμερα η πόλη πεθαίνει. Αφημένη στο έλεος των καιρών. Και μοναδική αιτία δεν είναι η κρίση. Ποτέ δεν υπήρξε ένας σχεδιασμός για την πόλη. Τυχαία συνέβαιναν τα πάντα. Τυχαία κατεδαφίζονταν σινεμά κι αρχοντικά, τυχαία ξεφύτρωναν εμπορικά κέντρα. Τα οποία σήμερα μοιάζουν με φαντάσματα.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire