Στηλιτεύει τον αναποτελεσματικό
παραλογισμό του κυρίαρχου πολιτικοοικονομικού λόγου, ο οποίος «φαίνεται
να εξελίσσεται σε κυριολεκτικά ολοκληρωτική δοξασία»
«Τα σημερινά αδιέξοδα είναι δυνατόν
κάποτε να αρθούν. Πράγμα που δεν γίνεται να ξεκινήσει πουθενά αλλού παρά
μόνο στις δυτικές κοινωνίες που είναι ριζικά, υπαρξιακά δημοκρατικές»
λέει ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς
Το βιβλίο του Κωνσταντίνου Τσουκαλά «Η γυμνή βασίλισσα - Εργα και ημέρες του οικονομικού λόγου» κυκλοφορεί την 1η Δεκεμβρίου από τις εκδόσεις Καστανιώτη
Το νέο βιβλίο του Κωνσταντίνου Τσουκαλά, ομότιμου καθηγητή Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, το διατρέχει μια «απορία», μια διερώτηση καλύτερα. «Εις πείσμα της προϊούσας εξαθλίωσης, της έρπουσας ανθρωπιστικής κρίσης και της ραγδαίας ανισοκατανομής του πλούτου και της ευζωίας υπέρ των προνομιούχων, η εμβέλεια του μονοδιάστατου οικονομιστικού παραδείγματος όχι μόνο δεν κλονίστηκε αλλά αντιθέτως ενισχύθηκε», όπως χαρακτηριστικά γράφει ο ίδιος. Το παράδοξο μπορεί να είναι εξωφρενικό αλλά δεν είναι ανεξήγητο και το βιβλίο συνιστά ακριβώς μια προσπάθεια να εξειδικευθεί ο αναποτελεσματικός παραλογισμός του κυρίαρχου πολιτικοοικονομικού λόγου, του λόγου «του κυρίαρχου πλέον παγκοσμιοποιημένου νεοφιλελευθερισμού», ο οποίος «φαίνεται να εξελίσσεται σε κυριολεκτικά ολοκληρωτική δοξασία».
Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς μιλώντας στο «Βήμα» υπογράμμισε ότι δεν υπεισέρχεται σε μια συζήτηση επί των θεωριών ή των πρακτικών της οικονομικής επιστήμης, «δεν είναι η δουλειά μου αυτή, εγώ προσπαθώ να κατανοήσω την επιστημολογική προϋπόθεση που έχει στέψει την οικονομία ως την αναμφισβήτητη και μοναδική θεμελίωση της κοινωνίας» εξήγησε. «Η νέα πολιτική οικονομία που εκλογικεύει την αθλιότητα αντανακλά και την ηθική αθλιότητα του ορθόδοξου πολιτικοοικονομικού λόγου» υπογράμμισε ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ο οποίος αρέσκεται να επαναλαμβάνει ότι «η πανούργα, εκδικητική και ενδεχομενική Ιστορία» ελλοχεύει πάντα στη γωνία. «Κανείς άλλωστε δεν μπορεί να μας εμποδίσει να ελπίζουμε ότι η Ιστορία μπορεί να αποδειχθεί πιο πονηρή από εκείνους που νομίζουν πως την ελέγχουν». Ο τίτλος του βιβλίου του «Γυμνή βασίλισσα - Εργα και ημέρες του οικονομικού λόγου» (εκδόσεις Καστανιώτη) είναι προδήλως ειρωνικός και παραπέμπει στην οικονομική επιστήμη που καμώνεται τις τελευταίες δεκαετίες ότι έχει περισσότερη σχέση με τις θετικές παρά με τις κοινωνικές επιστήμες. Για να το πούμε αλλιώς: η βασίλισσα είναι μεν γυμνή, πλην όμως ζήτω η βασίλισσα!
Αντιμετωπίζουμε σήμερα πρωτόγνωρα φαινόμενα, υποστηρίζετε,
κύριε Τσουκαλά, στο επίπεδο της πολιτικής και της οικονομίας. Δεν έχει
ιστορικό «προηγούμενο» η εν εξελίξει κρίση;
«Η ρήξη με το πρόσφατο παρελθόν είναι ριζική. Νομίζω ότι ποτέ πριν
οι δυνάμεις που κινούν τον κόσμο, οι δυνάμεις οι οποίες διαμορφώνουν από
κοινού το ιστορικό "γίγνεσθαι" που ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας,
δεν εμφανίζονταν τόσο απρόβλεπτες και τόσο ανεξέλεγκτες. Για πρώτη φορά η
μεγέθυνση του συνολικού λογιστικού όγκου του κοινωνικού πλούτου
συνοδεύεται από την κατολίσθηση του επιπέδου διαβίωσης της πλειονότητας
των ανθρώπων: οι πλούσιοι γίνονται συνεχώς πλουσιότεροι, ενώ πληθύνονται
συνεχώς εκείνοι που παλεύουν με τα φαντάσματα της στέρησης ή της
απόλυτης ανέχειας. Θέλω να επισημάνω στο σημείο αυτό ότι δεν αναφέρομαι
στην Ελλάδα - γιατί αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα είναι και βίαιο και
εξόφθαλμο. Αναφέρομαι στον δυτικό, τακτοποιημένο και "ανεπτυγμένο" κόσμο
κατά κύριο λόγο. Αναφέρομαι πιο συγκεκριμένα στην εγγενή από ένα
ιστορικό σημείο και μετά αισιοδοξία της καπιταλιστικής Δύσης ότι
δικαιώνεται και θα δικαιώνεται εσαεί το αγοραίο πείραμα. Ελπίζουμε ακόμη
ενάντια στα ίδια τα πράγματα, ενάντια στην ίδια την εμπειρία μας, ότι
αυτό το αποτυχημένο νεοφιλελεύθερο οικονομιστικό μοντέλο θα βρει τελικά
τις λύσεις. Ε, λοιπόν, δεν θα τις βρει!».
Διαβλέπετε, δηλαδή, μια ημερομηνία λήξεως σε αυτό που συμβαίνει;
«Προφήτες δεν υπάρχουν. Η βαθιά μου πεποίθηση ωστόσο είναι ότι το
σύστημα, ως έχει, έχει φθάσει στα έσχατα ιστορικά του όρια, αυτός είναι
και ο κεντρικός άξονας του βιβλίου. Πέρα και ανεξάρτητα από τις άμεσες
προεκτάσεις της, η κρίση που διαπερνά τις δυτικές κοινωνίες θέτει σε
αμφισβήτηση ολόκληρο το κυρίαρχο σύστημα ιδεών. Υπό την έννοια αυτή η
κρίση που βιώνουμε δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι ταυτοχρόνως και
ιδεολογική και πολιτική και αξιακή και σημασιολογική και κοσμοθεωρητική
και κοσμοϊστορική. Είναι εν τέλει η κρίση ενός πολιτισμού που έχει
εθιστεί στην ιδέα μιας συλλογικής προόδου, κοινής για όλους, αλλά και
για τον καθένα χωριστά. Ο πολιτισμός αυτός, όμως, δεν υπάρχει πια. 'Η
τουλάχιστον παραπαίει κινούμενος με αυτοκτονικές τάσεις. Η Δύση, η οποία
μπλέχτηκε με τη θέλησή της στα δόκανα της νεοφιλελεύθερης συναίνεσης
- στην οποία προσχώρησαν ψυχή τε και σώματι οι σοσιαλδημοκράτες -,
πρέπει να συνέλθει και να αυτοπροστατευθεί ως γεωπολιτιστικός χώρος από
την ξέφραγη παγκοσμιοποίηση, όπου τα πάντα διακινούνται άκριτα και στην
οποία θριαμβεύουν μοντέλα τύπου Κίνας, ακραίου καπιταλιστικού
παραγωγισμού και πολιτικοκοινωνικού αυταρχισμού».
Εχει ενσκήψει, γράφετε, μια «γενικευμένη ιστορική απαισιοδοξία». Τι εννοείτε με αυτό;
«Εννοώ ότι έχουν αναστραφεί πλέον τόσο οι βιοτικές προοπτικές των
ανθρώπων όσο και οι όροι αναπαράστασης της γενικής δυναμικής του
ιστορικού "γίγνεσθαι". Εχουμε περάσει, για να το πω πιο απλά, από τη
φάση της "ιστορικής αισιοδοξίας" στη φάση της "ιστορικής απαισιοδοξίας".
Διαπραγματευόμαστε ένα μέλλον που αρκείται πλέον μόνο στο να μας
απειλεί και να μας τρομοκρατεί, οι συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης είναι
διαβρωτικές. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τουλάχιστον στην "ανεπτυγμένη"
Δύση όλοι είχαμε εθιστεί στην ιδέα πως κάθε νέα γενιά μπορεί και πρέπει
να ζει "καλύτερα" από την προηγούμενη, να ικανοποιεί περισσότερες
ανάγκες και να προσβλέπει σε μια συνεχή βελτίωση της μοίρας της. Σήμερα,
αντιθέτως, όλα δείχνουν πως η ερχόμενη γενιά θα ζήσει "χειρότερα" από
τη δική μας. Αντί να προσβλέπουν στο καλύτερο, οι άνθρωποι άγονται στο
να ελπίζουν απλώς ότι θα αποφύγουν το χειρότερο».
Αναφέρεστε, υποθέτω, στην ιδέα της προόδου…
«Σαφώς πρόκειται για μια νεωτερική και κατ' εξοχήν δυτική ιδέα.
Αυτή η εσωτερικευμένη, θα έλεγα, ιστορική αισιοδοξία, η αντίληψη δηλαδή
ότι η πρόοδός μας είναι νομοτελειακά δεδομένη αν αφήσουμε τα πράγματα να
προχωρήσουν κατά τη "φύση" τους, είναι η πεμπτουσία του δόγματος
laissez-faire. Είναι η παρωχημένη νεοφιλελεύθερη συνταγή, αυτός ο
υπεριστορικός "ορθολογισμός", αυτός ο φετιχοποιημένος "αντικειμενισμός".
Αυτή η εσωτερικευμένη πεποίθηση ήταν που επέτρεπε στον οικονομικό λόγο,
έστω υπό τας γραμμάς, να υποστηρίζει ότι τα προβλήματά μας λύνονται,
ότι η ιστορία έχει βρει τον αγύριστο δρόμο της - εκεί άλλωστε
αναφέρονται όλα τα ιδεολογήματα του "τέλους", του τέλους της ιστορίας,
της ιδεολογίας, της πολιτικής, των πάντων! Επομένως εμείς, ως άνθρωποι
και ως πολίτες, ως συλλογικότητες και ως κράτη, δεν έχουμε τίποτ' άλλο
να κάνουμε παρά να διαχειριζόμαστε μια προδιαγεγραμμένη - με τις κρίσεις
και τις ανακάμψεις της - ιστορική δυναμική η οποία μας πηγαίνει
αναπότρεπτα προς το καλύτερο. Επρόκειτο για μια συλλογική υπνοβασία από
την οποία πρέπει γρήγορα να απαλλαγούμε. Το ευρύτερο πρόβλημα είναι ότι,
έπειτα από μισό αιώνα συνεχών κοινωνικοπολιτικών διαπραγματεύσεων για
τα ανεκτά όρια της αθλιότητας και της αδικίας, η δυναμική της κοινωνίας
ταυτίζεται ακόμη με τη μεγιστοποίηση μιας κεφαλαιακής συσσώρευσης δίχως
όρια και ανεξάρτητα από τις κοινωνικές της συνέπειες. Αυτές οι τάσεις
δεν γίνεται να συνεχιστούν επ' αόριστον κατά τη γνώμη μου, τίθεται, αν
θέλετε, και ένα ζήτημα αναπαραγωγής του ίδιου του συστήματος εκτός των
άλλων...».
Των δυτικών αξιών, ας πούμε…
«Είναι, νομίζω, προφανές ότι ο δεσπόζων οικονομικός και πολιτικός
λόγος - ο αποκαλούμενος νεοφιλελευθερισμός - έχει αποσυνδεθεί από τις
ιστορικές του ρίζες και ότι έχει πάρει επεισοδιακό διαζύγιο από τον
Διαφωτισμό. Για πρώτη φορά, κάτι που πρέπει να τονίσω, η πρόσληψη της
προόδου απαγκιστρώνεται από την ιδέα της κοινωνικής συναίνεσης και
αποδεσμεύεται από την ιδέα της δικαιοσύνης. Και της αλληλεγγύης. Ετσι
όμως στρεβλώνονται ανεπανόρθωτα οι θεμελιώδεις ιδεολογικές και αξιακές
προϋποθέσεις του νεωτερικού "κοινωνικού συμβολαίου"...».
Και ακρωτηριάζεται η δημοκρατία…
«Η δημοκρατία είναι, κατά τη γνώμη μου, το μόνο αναπαλλοτρίωτο
κεκτημένο της ανθρώπινης ιστορίας. Υπάρχει, όμως, πέραν της δημοκρατίας,
και ένα κεκτημένο του δυτικού πολιτισμού που δεν αφορά μονάχα τους
φιλοσόφους αλλά μας αφορά όλους: είναι η παράδοση της κριτικής
αποστασιοποίησης και της συνεχούς αμφισβήτησης απέναντι στις κυρίαρχες
νόρμες. Αυτό φωλιάζει μέσα στον δυτικό άνθρωπο. Η δύναμη της αντίστασης,
για να το κάνω σαφές, είναι το πολιτιστικό πλεονέκτημα της Δύσης σε
σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο. Γι' αυτό πιστεύω ότι τα σημερινά αδιέξοδα
είναι δυνατόν κάποτε να αρθούν. Πράγμα που δεν γίνεται να ξεκινήσει
πουθενά αλλού παρά μόνο στις δυτικές κοινωνίες που είναι ριζικά,
υπαρξιακά δημοκρατικές».
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire