ΕΦΗΜΕΡΑ
Πόσο πάει η προσφυγιά
Της Χρυστάλλας Χατζηδημητρίου
ΤΟ ΝΑΕΙΣΑΙπρόσφυγας, τελικά, δεν είναι μια κατάσταση στην οποία περιέρχεσαι αν ένα ξένο κράτος εισβάλει στη χώρα σου και σε εκδιώξει από το σπίτι σου. Ούτε τι άφησες πίσω σου και πώς επηρεάζει τα παιδιά σου η απώλεια της περιουσίας σου. Το ότι δεν αποκαταστάθηκε ποτέ η αδικία, δεν έχει καμιά σημασία. Η προσφυγιά έχει να κάνει με τη θέση της γυναίκας στον τόπο που ζεις και την οικονομική κατάσταση του κράτους. Αν η Κύπρος ήταν πλούσια χώρα, τότε ο γιος μου, μπορεί κι ο εγγονός μου να θεωρούνταν πρόσφυγες. Επειδή, όμως δεν της περισσεύουν τα λεφτά της κυβέρνησης, τότε μόνο ο γιος του αδελφού μου και ίσως κι ο εγγονός του μπορεί να θεωρούνται πρόσφυγες. Η προσφυγιά έχει να κάνει με τον προϋπολογισμό του κράτους.
Φυσικάτο «πρόσφυγας» δεν είναι τίτλος τιμής για να τον διεκδικεί κάποιος. Αλλά, πέραν της όποιας σημασίας σε πολιτικό ζήτημα, είναι όντως θέμα οικονομικό.
Ένας άνθρωπος της δικής μου γενιάς, που σήμερα έχει παιδιά στα όρια της ενηλικίωσης, μπορεί και ήδη ενήλικα, έζησε σε αντίσκηνα για χρόνια, έψαξε σε σωρούς από μεταχειρισμένα ρούχα για να ντυθεί, άπλωσε το χέρι για ένα ψωμί, αφήνοντας κατά μέρους περηφάνια και αξιοπρέπεια. Και κατάφερε να ορθοποδήσει, κάποτε με ελάχιστη βοήθεια και κάποτε με μηδενική. Παρόλο που ξαναβρήκε την αξιοπρέπειά του, ο πρόσφυγας του 1974 δεν κατάφερε ποτέ να αποκτήσει την περιουσία που έχασε (στις πλείστες των περιπτώσεων). Κι η κυβέρνηση δεν κατάφερε ποτέ να κάνει πράξη τη θεωρία περί ίσης κατανομής των βαρών. Γι’ αυτό οι άνθρωποι, όσο περίεργο κι αν ακούγεται να διεκδικεί προσφυγικό βοήθημα ένας 25χρονος που δεν έχει τα βιώματα του πρόσφυγα, μάλλον τα δικαιούται. Κι αν το κράτος το θεωρεί εξωφρενικό, αν νιώθει πως δεν οφείλει τίποτα σε κανέναν και δεν μπορεί η προσφυγική ταυτότητα να διαιωνίζεται, μπορεί να το πει ευθέως. Κι όχι να βρει τη σολομώντεια λύση ότι πρόσφυγες είναι μόνο οι εκ πατρογονίας, χωρίζοντας τους ήδη χωρισμένους πολίτες της σε ακόμα δύο στρατόπεδα.
Φυσικάτο «πρόσφυγας» δεν είναι τίτλος τιμής για να τον διεκδικεί κάποιος. Αλλά, πέραν της όποιας σημασίας σε πολιτικό ζήτημα, είναι όντως θέμα οικονομικό.
Ένας άνθρωπος της δικής μου γενιάς, που σήμερα έχει παιδιά στα όρια της ενηλικίωσης, μπορεί και ήδη ενήλικα, έζησε σε αντίσκηνα για χρόνια, έψαξε σε σωρούς από μεταχειρισμένα ρούχα για να ντυθεί, άπλωσε το χέρι για ένα ψωμί, αφήνοντας κατά μέρους περηφάνια και αξιοπρέπεια. Και κατάφερε να ορθοποδήσει, κάποτε με ελάχιστη βοήθεια και κάποτε με μηδενική. Παρόλο που ξαναβρήκε την αξιοπρέπειά του, ο πρόσφυγας του 1974 δεν κατάφερε ποτέ να αποκτήσει την περιουσία που έχασε (στις πλείστες των περιπτώσεων). Κι η κυβέρνηση δεν κατάφερε ποτέ να κάνει πράξη τη θεωρία περί ίσης κατανομής των βαρών. Γι’ αυτό οι άνθρωποι, όσο περίεργο κι αν ακούγεται να διεκδικεί προσφυγικό βοήθημα ένας 25χρονος που δεν έχει τα βιώματα του πρόσφυγα, μάλλον τα δικαιούται. Κι αν το κράτος το θεωρεί εξωφρενικό, αν νιώθει πως δεν οφείλει τίποτα σε κανέναν και δεν μπορεί η προσφυγική ταυτότητα να διαιωνίζεται, μπορεί να το πει ευθέως. Κι όχι να βρει τη σολομώντεια λύση ότι πρόσφυγες είναι μόνο οι εκ πατρογονίας, χωρίζοντας τους ήδη χωρισμένους πολίτες της σε ακόμα δύο στρατόπεδα.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire