Περί προστασίας της ελληνικής γλώσσας
Της Μαρίας Κ. Χατζηνικόλα*
Ο Γιώργος Σεφέρης είπε: «Ο Θεός μάς χάρισε μία γλώσσα ζωντανή,
εύρωστη, πεισματάρα και χαριτωμένη, που αντέχει ακόμη, μολονότι έχουμε
εξαπολύσει όλα τα θεριά για να τη φάνε, έφαγαν όσο μπόρεσαν, αλλά
απομένει η μαγιά. Έτσι θα ’λεγα, παραφράζοντας τον Μακρυγιάννη. Δεν ξέρω
πόσο θα βαστάξει ακόμη αυτό. Εκείνο που ξέρω είναι ότι η μαγιά
λιγοστεύει και δε μένει πια καιρός για να μένουμε αμέριμνοι. Δεν είναι
καινούργια τα σημεία που δείχνουν πως αν συνεχίσουμε τον ίδιο δρόμο, αν
αφεθούμε μοιρολατρικά στη δύναμη των πραγμάτων, θα βρεθούμε στο τέλος
μπροστά σε μια γλώσσα εξευτελισμένη, πολύσπερμη και ασπόνδυλη» (Η
γλώσσα στην ποίησή μας, Α.Π.Θ., 1965).
Τα λόγια αυτά μοιάζουν προφητικά, καθώς σήμερα στην εποχή της κυριαρχίας των ΜΜΕ, της κινητής τηλεφωνίας και του Διαδικτύου, όπου δεσπόζουν τα λεγόμενα «γκρίκλις», η ελληνική γλώσσα κινδυνεύει περισσότερο παρά ποτέ. Στην Κύπρο -όπου τα αποικιακά κατάλοιπα καλά κρατούν- καθώς η αγγλομάθειά μας υπερισχύει της ελληνικής χρήσης της γλώσσας σε ουκ ολίγες περιπτώσεις (δες εστιατόρια, χώρους αναψυχής κ.ά.). Επίσης, μέσα από τη σχολική εμπειρία εύλογα διαπιστώνεται η περιορισμένη έως και λειψή χρήση της γλώσσας: πολλοί μαθητές έχουν δυσχέρεια στο να συντάξουν μια ορθά δομημένη πρόταση (με ρήμα, υποκείμενο κ.ο.κ). Μεγάλο ποσοστό μαθητών έρχεται από το δημοτικό αναλφάβητο και η δυστοκία στη χρήση της γλώσσας συνεχίζεται στη Μέση Εκπαίδευση. Στις πλείστες των περιπτώσεων οι μαθητές δε διαθέτουν τη δυνητική ευχέρεια να εκφραστούν σε συνεχόμενο λόγο παρά εκφράζονται με μεμονωμένες προτάσεις. Αναπόδραστα προκρίνεται η ενθάρρυνσή τους ως προς αυτή την κατεύθυνση: η διδασκαλία ενδείκνυται να γίνεται μόνο με διάλογο με την εμπλοκή της ολομέλειας της τάξης σε αυτόν κι όχι με μονόλογο και «ρητορεία».
Κάτι που θα ΄θελα ακόμη να σχολιάσω είναι ότι ως απότοκο της επαφής και της διαδραστικής σχέσης των παιδιών με το Διαδίκτυο παρεισφρέουν στη γλώσσα τους λέξεις ξενικής προέλευσης ή και «ευρήματα» δικά τους, όπως επί παραδείγματι «msgμου», «έχω save το tel», «έκαμα τον delete», φράσεις δηλαδή οι οποίες στοιχειοθετούν μια «μικτή διάλεκτο» αποτελούμενη από ελληνικές και αγγλικές λέξεις κ.ά. Τα λεγόμενα «γκρίκλις» αναφέρονται στις ελληνικές λέξεις που γράφονται με λατινικούς χαρακτήρες, τις περισσότερες φορές χωρίς φωνήεντα, ακόμη και με αριθμητικά σύμβολα! (π.χ. klmr, t kns?, kl thx, 8l= θέλω, en3= δεν ξέρω). Σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης (facebook) αυτή η «διάλεκτος» είναι κυρίαρχη. Δυστυχώς, η δυναμική του γραπτού λόγου επικοινωνίας μέσω της τεχνολογίας έχει αντίκτυπο στον προφορικό λόγο όπου λέξεις συντομευμένες ή ξενικής προέλευσης προτιμούνται από τους νέους λόγω «κεκτημένης ταχύτητας» (πβ. «οκ» και «ντα» αντί εντάξει, «χάι» και «μπάι» αντί γεια και αντίο, «χάπι» αντί χαρούμενος, «θενκς»). Με αυτόν τον τρόπο η ελληνική γλώσσα κι η κυπριακή διάλεκτος με την πληθώρα αρχαιοελληνικών λέξεων αλλοτριώνονται και συρρικνώνονται συνεχώς.
Ανασταλτικό παράγοντα καλλιέργειας και σωστής χρήσης της γλώσσας αποτελούν τα ΜΜΕ, όπου στις προτιμήσεις του νεανικού κοινού καταγράφονται με υψηλή τηλεθέαση ψυχαγωγικέςεκπομπές με φτωχό ή ξενόφερτο λεξιλόγιο («talent show», «reality») αντί εκπαιδευτικές κι εκπομπές επιμόρφωσης. Επιπλέον ακόμη κι έγκριτοι δημοσιογράφοι συμπαρασυρόμενοι από το ρεύμα κάνουν χρήση των γκρίκλις και λάθη εκφραστικά (πχ «από ανέκαθεν» ή «απονέμονται ευθύνες»).
Στη Ρωσία επιβάλλεται βαρύτατο πρόστιμο σε οποιονδήποτε αντικαταστήσει γράμμα τού κυριλλικού αλφαβήτου με αντίστοιχο λατινικό. Δυστυχώς, η συνταγματική προστασία της ελληνικής γλώσσας όπου «πάσα προς παραφθορά αυτής επέμβαση απαγορεύεται» (άρθρο 107, Σύνταγμα 1952) από το 1975 κ.ε. δεν προβλέπεται.
Όλα αυτά μοιάζουν ρομαντικά και μεγαλεπήβολα μπρος στις πρακτικές ανάγκες της καθημερινότητας και την ανάγκη εξοικονόμησης χρόνου, όχι όμως αν αναλογιστούμε ότι η γλώσσα δεν αποτελεί απλό φορέα μηνυμάτων, αλλά στοιχείο ταυτότητας κι εθνικής επιβίωσης.
*Η Μαρία Κ. Χατζηνικόλα είναι φιλόλογος
Τα λόγια αυτά μοιάζουν προφητικά, καθώς σήμερα στην εποχή της κυριαρχίας των ΜΜΕ, της κινητής τηλεφωνίας και του Διαδικτύου, όπου δεσπόζουν τα λεγόμενα «γκρίκλις», η ελληνική γλώσσα κινδυνεύει περισσότερο παρά ποτέ. Στην Κύπρο -όπου τα αποικιακά κατάλοιπα καλά κρατούν- καθώς η αγγλομάθειά μας υπερισχύει της ελληνικής χρήσης της γλώσσας σε ουκ ολίγες περιπτώσεις (δες εστιατόρια, χώρους αναψυχής κ.ά.). Επίσης, μέσα από τη σχολική εμπειρία εύλογα διαπιστώνεται η περιορισμένη έως και λειψή χρήση της γλώσσας: πολλοί μαθητές έχουν δυσχέρεια στο να συντάξουν μια ορθά δομημένη πρόταση (με ρήμα, υποκείμενο κ.ο.κ). Μεγάλο ποσοστό μαθητών έρχεται από το δημοτικό αναλφάβητο και η δυστοκία στη χρήση της γλώσσας συνεχίζεται στη Μέση Εκπαίδευση. Στις πλείστες των περιπτώσεων οι μαθητές δε διαθέτουν τη δυνητική ευχέρεια να εκφραστούν σε συνεχόμενο λόγο παρά εκφράζονται με μεμονωμένες προτάσεις. Αναπόδραστα προκρίνεται η ενθάρρυνσή τους ως προς αυτή την κατεύθυνση: η διδασκαλία ενδείκνυται να γίνεται μόνο με διάλογο με την εμπλοκή της ολομέλειας της τάξης σε αυτόν κι όχι με μονόλογο και «ρητορεία».
Κάτι που θα ΄θελα ακόμη να σχολιάσω είναι ότι ως απότοκο της επαφής και της διαδραστικής σχέσης των παιδιών με το Διαδίκτυο παρεισφρέουν στη γλώσσα τους λέξεις ξενικής προέλευσης ή και «ευρήματα» δικά τους, όπως επί παραδείγματι «msgμου», «έχω save το tel», «έκαμα τον delete», φράσεις δηλαδή οι οποίες στοιχειοθετούν μια «μικτή διάλεκτο» αποτελούμενη από ελληνικές και αγγλικές λέξεις κ.ά. Τα λεγόμενα «γκρίκλις» αναφέρονται στις ελληνικές λέξεις που γράφονται με λατινικούς χαρακτήρες, τις περισσότερες φορές χωρίς φωνήεντα, ακόμη και με αριθμητικά σύμβολα! (π.χ. klmr, t kns?, kl thx, 8l= θέλω, en3= δεν ξέρω). Σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης (facebook) αυτή η «διάλεκτος» είναι κυρίαρχη. Δυστυχώς, η δυναμική του γραπτού λόγου επικοινωνίας μέσω της τεχνολογίας έχει αντίκτυπο στον προφορικό λόγο όπου λέξεις συντομευμένες ή ξενικής προέλευσης προτιμούνται από τους νέους λόγω «κεκτημένης ταχύτητας» (πβ. «οκ» και «ντα» αντί εντάξει, «χάι» και «μπάι» αντί γεια και αντίο, «χάπι» αντί χαρούμενος, «θενκς»). Με αυτόν τον τρόπο η ελληνική γλώσσα κι η κυπριακή διάλεκτος με την πληθώρα αρχαιοελληνικών λέξεων αλλοτριώνονται και συρρικνώνονται συνεχώς.
Ανασταλτικό παράγοντα καλλιέργειας και σωστής χρήσης της γλώσσας αποτελούν τα ΜΜΕ, όπου στις προτιμήσεις του νεανικού κοινού καταγράφονται με υψηλή τηλεθέαση ψυχαγωγικέςεκπομπές με φτωχό ή ξενόφερτο λεξιλόγιο («talent show», «reality») αντί εκπαιδευτικές κι εκπομπές επιμόρφωσης. Επιπλέον ακόμη κι έγκριτοι δημοσιογράφοι συμπαρασυρόμενοι από το ρεύμα κάνουν χρήση των γκρίκλις και λάθη εκφραστικά (πχ «από ανέκαθεν» ή «απονέμονται ευθύνες»).
Στη Ρωσία επιβάλλεται βαρύτατο πρόστιμο σε οποιονδήποτε αντικαταστήσει γράμμα τού κυριλλικού αλφαβήτου με αντίστοιχο λατινικό. Δυστυχώς, η συνταγματική προστασία της ελληνικής γλώσσας όπου «πάσα προς παραφθορά αυτής επέμβαση απαγορεύεται» (άρθρο 107, Σύνταγμα 1952) από το 1975 κ.ε. δεν προβλέπεται.
Όλα αυτά μοιάζουν ρομαντικά και μεγαλεπήβολα μπρος στις πρακτικές ανάγκες της καθημερινότητας και την ανάγκη εξοικονόμησης χρόνου, όχι όμως αν αναλογιστούμε ότι η γλώσσα δεν αποτελεί απλό φορέα μηνυμάτων, αλλά στοιχείο ταυτότητας κι εθνικής επιβίωσης.
*Η Μαρία Κ. Χατζηνικόλα είναι φιλόλογος
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire