Η υστέρηση εσόδων, η υπέρβαση δαπανών, τα ταμειακά διαθέσιμα και οι προεκλογικές υποσχέσεις απειλούν με εκτροχιασμό
Του Λεωνίδα Στεργίου
Ο κίνδυνος του «ξαφνικού θανάτου» απεφεύχθη μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της περασμένης Κυριακής και τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας μεταξύ Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ. Ομως, οι κίνδυνοι για «ατυχήματα» παραμένουν. Και τα «ατυχήματα» αυτά μπορεί να είναι μοιραία. Τι μπορεί να πάει στραβά;
Ενας από τους πιο σοβαρούς κινδύνους είναι ο πολιτικός εγκλωβισμός και των τριών κομμάτων στις προεκλογικές υποσχέσεις για ανάπτυξη και χαλάρωση των μέτρων λιτότητας, σε μία περίοδο που και οι δύο αυτές δεσμεύσεις είναι επισφαλείς (ειδικά το θέμα της ανάπτυξης).
Η καθηγήτρια πολιτικών επιστημών στο LondoSchool of Economics Δάφνη Χαλκιοπούλου και η συνάδελφός της στο University of York Σοφία Βασιλοπούλου επιμένουν στον υψηλό πολιτικό κίνδυνο, καθώς παρά την ισχυρή πλειοψηφία του σημερινού κυβερνητικού σχήματος, τα ποσοστά των αντιμνημονιακών κομμάτων είναι πάρα πολύ υψηλά. Σε αυτό το περιβάλλον η σημερινή κυβέρνηση θα κληθεί να πάρει νέα σκληρά μέτρα, όπως επιπλέον περικοπές δαπανών 11,6 δισ. ευρώ για την περίοδο 2013 - 2014, να προχωρήσει σε «λουκέτα» δημοσίων οργανισμών κ.λπ. Υπάρχει, λοιπόν, ο κίνδυνος να αποδειχθεί εύθραυστη μπροστά στην πίεση των αντιμνημονιακών κομμάτων και την αγανάκτηση της κοινής γνώμης.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να τελειώσουν τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας πριν ολοκληρωθεί η όποια επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου ή πριν εξασφαλιστεί η συνέχιση της χρηματοδότησης από την τρόικα. Επίσης, να μην προχωρήσουν βασικές μεταρρυθμίσεις, για να δείξει η χώρα ότι μπορεί να τηρήσει τις δεσμεύσεις. Αυτό το δίπτυχο των κινδύνων επισημαίνεται από Ελληνες και ξένους αναλυτές (Alpha Bank, Fitch, Standard & Poor’s κ.λπ.).
Ο κίνδυνος για υστέρηση στα έσοδα και υπέρβαση στις δαπάνες είναι μεγάλος, λόγω της μεγαλύτερης από την προβλεπόμενη ύφεση, των «λουκέτων» και της υψηλής ανεργίας. Τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας φτάνουν, με βάση μετριοπαθείς υπολογισμούς, μέχρι τις 20 Ιουλίου. Μέχρι τότε η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει τουλάχιστον:
α) Να έχει ολοκληρώσει την πρώτη επαφή με την τρόικα και να την πείσει ότι θα τηρήσει η χώρα τις υποχρεώσεις της.
β) Να ξεκινήσει τις διαδικασίες επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών για λόγους τυπικούς και ουσιαστικούς. Αφενός για να δείξει ότι υλοποιεί το Μνημόνιο και αφετέρου για να ισχυροποιήσει το τραπεζικό σύστημα σε μελλοντικές και νέες πιέσεις.
γ) Να μπει στη διαδικασία της επαναδιαπραγμάτευσης των όρων του Μνημονίου. Εδώ θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για δύο ενδεχόμενα:
Πρώτον, να μη γίνει δεκτή η επαναδιαπραγμάτευση και η ελληνική κυβέρνηση να έχει τις αντοχές να προχωρήσει τη δημοσιονομική προσαρμογή παίρνοντας σκληρά μέτρα.
Δεύτερον, να μην μπει σε ατέρμονες διαπραμγατεύσεις που θα οδηγήσουν σε κάποιο αποτέλεσμα μετά τις 20 Ιουλίου, διότι τότε θα είναι αργά.
δ) Να υλοποιήσει μόνη της μέτρα που αφορούν την τόνωση της ανάπτυξης, όπως είναι για παράδειγμα η αποπληρωμή εντόκων γραμματίων 14 δισ. ευρώ προς τις τράπεζες μέχρι τα τέλη του έτους, η εξόφληση των οφειλών περίπου 7 δισ. ευρώ προς τις επιχειρήσεις και η απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων. Και όλα αυτά, πέραν των όποιων άλλων μέτρων χαλάρωσης του Μνημονίου ή «πακέτων ανάπτυξης» που μπορεί να έρθουν από την Ευρωζώνη και από την επαναδιαπραγμάτευση. Μια δραματική εξέλιξη στην Ευρωζώνη, όπως για παράδειγμα επιδείνωση της κρίσης στην Ισπανία ή μετάδοση στην Ιταλία, θα έχει απρόβλεπτες συνέπειες για την Ελλάδα. Σε αυτήν την περίπτωση διακρίνονται δύο περιπτώσεις: Μία θετική, σύμφωνα με την οποία η Ευρωζώνη θα δώσει ριζική λύση στην κρίση χρέους σώζωντας και την Ελλάδα. Μία αρνητική, σύμφωνα με την οποία θα «θυσιαστεί» η οικονομία που έχει τις λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσει.
Πηγή: Η Καθημερινή
Δημοσιεύτηκε στις 24/06/2012
Του Λεωνίδα Στεργίου
Ο κίνδυνος του «ξαφνικού θανάτου» απεφεύχθη μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της περασμένης Κυριακής και τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας μεταξύ Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ. Ομως, οι κίνδυνοι για «ατυχήματα» παραμένουν. Και τα «ατυχήματα» αυτά μπορεί να είναι μοιραία. Τι μπορεί να πάει στραβά;
Ενας από τους πιο σοβαρούς κινδύνους είναι ο πολιτικός εγκλωβισμός και των τριών κομμάτων στις προεκλογικές υποσχέσεις για ανάπτυξη και χαλάρωση των μέτρων λιτότητας, σε μία περίοδο που και οι δύο αυτές δεσμεύσεις είναι επισφαλείς (ειδικά το θέμα της ανάπτυξης).
Η καθηγήτρια πολιτικών επιστημών στο LondoSchool of Economics Δάφνη Χαλκιοπούλου και η συνάδελφός της στο University of York Σοφία Βασιλοπούλου επιμένουν στον υψηλό πολιτικό κίνδυνο, καθώς παρά την ισχυρή πλειοψηφία του σημερινού κυβερνητικού σχήματος, τα ποσοστά των αντιμνημονιακών κομμάτων είναι πάρα πολύ υψηλά. Σε αυτό το περιβάλλον η σημερινή κυβέρνηση θα κληθεί να πάρει νέα σκληρά μέτρα, όπως επιπλέον περικοπές δαπανών 11,6 δισ. ευρώ για την περίοδο 2013 - 2014, να προχωρήσει σε «λουκέτα» δημοσίων οργανισμών κ.λπ. Υπάρχει, λοιπόν, ο κίνδυνος να αποδειχθεί εύθραυστη μπροστά στην πίεση των αντιμνημονιακών κομμάτων και την αγανάκτηση της κοινής γνώμης.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να τελειώσουν τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας πριν ολοκληρωθεί η όποια επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου ή πριν εξασφαλιστεί η συνέχιση της χρηματοδότησης από την τρόικα. Επίσης, να μην προχωρήσουν βασικές μεταρρυθμίσεις, για να δείξει η χώρα ότι μπορεί να τηρήσει τις δεσμεύσεις. Αυτό το δίπτυχο των κινδύνων επισημαίνεται από Ελληνες και ξένους αναλυτές (Alpha Bank, Fitch, Standard & Poor’s κ.λπ.).
Ο κίνδυνος για υστέρηση στα έσοδα και υπέρβαση στις δαπάνες είναι μεγάλος, λόγω της μεγαλύτερης από την προβλεπόμενη ύφεση, των «λουκέτων» και της υψηλής ανεργίας. Τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας φτάνουν, με βάση μετριοπαθείς υπολογισμούς, μέχρι τις 20 Ιουλίου. Μέχρι τότε η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει τουλάχιστον:
α) Να έχει ολοκληρώσει την πρώτη επαφή με την τρόικα και να την πείσει ότι θα τηρήσει η χώρα τις υποχρεώσεις της.
β) Να ξεκινήσει τις διαδικασίες επανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών για λόγους τυπικούς και ουσιαστικούς. Αφενός για να δείξει ότι υλοποιεί το Μνημόνιο και αφετέρου για να ισχυροποιήσει το τραπεζικό σύστημα σε μελλοντικές και νέες πιέσεις.
γ) Να μπει στη διαδικασία της επαναδιαπραγμάτευσης των όρων του Μνημονίου. Εδώ θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για δύο ενδεχόμενα:
Πρώτον, να μη γίνει δεκτή η επαναδιαπραγμάτευση και η ελληνική κυβέρνηση να έχει τις αντοχές να προχωρήσει τη δημοσιονομική προσαρμογή παίρνοντας σκληρά μέτρα.
Δεύτερον, να μην μπει σε ατέρμονες διαπραμγατεύσεις που θα οδηγήσουν σε κάποιο αποτέλεσμα μετά τις 20 Ιουλίου, διότι τότε θα είναι αργά.
δ) Να υλοποιήσει μόνη της μέτρα που αφορούν την τόνωση της ανάπτυξης, όπως είναι για παράδειγμα η αποπληρωμή εντόκων γραμματίων 14 δισ. ευρώ προς τις τράπεζες μέχρι τα τέλη του έτους, η εξόφληση των οφειλών περίπου 7 δισ. ευρώ προς τις επιχειρήσεις και η απορρόφηση κοινοτικών κονδυλίων. Και όλα αυτά, πέραν των όποιων άλλων μέτρων χαλάρωσης του Μνημονίου ή «πακέτων ανάπτυξης» που μπορεί να έρθουν από την Ευρωζώνη και από την επαναδιαπραγμάτευση. Μια δραματική εξέλιξη στην Ευρωζώνη, όπως για παράδειγμα επιδείνωση της κρίσης στην Ισπανία ή μετάδοση στην Ιταλία, θα έχει απρόβλεπτες συνέπειες για την Ελλάδα. Σε αυτήν την περίπτωση διακρίνονται δύο περιπτώσεις: Μία θετική, σύμφωνα με την οποία η Ευρωζώνη θα δώσει ριζική λύση στην κρίση χρέους σώζωντας και την Ελλάδα. Μία αρνητική, σύμφωνα με την οποία θα «θυσιαστεί» η οικονομία που έχει τις λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσει.
Πηγή: Η Καθημερινή
Δημοσιεύτηκε στις 24/06/2012
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire