ΓΝΩΡΙΜΙΑ - ΕΠΑΦΗ

Το ιστολόγιο Πενταλιά πήρε το όνομα
από το όμορφο και ομώνυμο χωριό της Κύπρου.
Για την επικοινωνία μαζί μας
είναι στη διάθεσή σας το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο:
pentalia74@gmail.com

lundi 6 août 2012

Ντόρα Γιαννακοπούλου και Δημήτρης Κρεμαστινός - Εγώ και ο γιατρός μου




Του Θανάση Θ. Νιάρχου

Θα απομονώσουμε τη φράση της τελευταίας απάντησης του Δημήτρη Κρεμαστινού που εκφράζει τον θαυμασμό του για την Ντόρα Γιαννακοπούλου «που είχε τη δύναμη να εμφανιστεί δημόσια και να συζητήσει με τον γιατρό της» για να συντάξουμε αυτόν τον πρόλογο. Το ότι υπάρχουν ασθενείς που δεν θα συζητούσαν όχι μόνο με τον γιατρό τους, αλλά με τον οποιονδήποτε το πρόβλημα της υγείας τους είναι ένα γεγονός που αντανακλά μια τρομερή καθυστέρηση της ελληνικής κοινωνίας. Να θεωρείται δηλαδή οποιαδήποτε ασθένεια σαν ένα είδος «αναπηρίας» που σχεδόν την έχει προκαλέσει ο καθένας μόνος του. Αν θα ήταν ποτέ δυνατόν!
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, αντί να μεταβάλλεται ο άρρωστος σε ένα πρόσωπο σεβαστό από όλους, να είναι υποχρεωμένος συχνά να ζει «εν κρυπτώ». Αν το αίσθημα της φιλαλληλίας χρειάζεται ένα σκληρό τοπίο από δυσχέρειες για να αναδειχθεί, η αρρώστια είναι το ιδεωδέστερο κλίμα για να ευδοκιμήσει. Ξεπερνάς την προσωπική οδύνη για το ότι η αρρώστια σε μεταβάλλει σε όμηρό της και εμφανίζεσαι με την περιπέτειά σου αρωγός προς τους άλλους, ενώ φαινομενικά κανείς δεν θα είχε να περιμένει κάτι από σένα γιατί είσαι άρρωστος. Ενας ακόμη λόγος για να ευχαριστήσουμε για μία ακόμη φορά τους ασθενείς που συναίνεσαν με πρόθυμη καρδιά να συμμετάσχουν στις συνομιλίες της σειράς «Εγώ και ο γιατρός μου».


ΘΑΝΑΣΗΣ ΝΙΑΡΧΟΣ: Ποια ασθένεια ή ποιο πρόβλημα της καρδιάς αντιμετωπίζεται, κύριε Κρεμαστινέ, αποτελεσματικότερα;

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΡΕΜΑΣΤΙΝΟΣ: Oλες οι καρδιοπάθειες έχουν την ιδιαιτερότητά τους. Κάθε καρδιοπάθεια χρειάζεται μια ξεχωριστή συμπεριφορά τόσο από πλευράς γιατρού όσο και από πλευράς αρρώστου. Αν ο άρρωστος αντιμετωπίζει πρόβλημα ζωής και θανάτου και χρειάζεται ο γιατρός να αντιδράσει μέσα σε ελάχιστα λεπτά, τότε οι κινήσεις του σαφέστατα είναι διαφορετικές σε σχέση με ένα χρόνιο καρδιολογικό πρόβλημα, με ένα πρόβλημα που τοποθετείται ανάμεσα στις δυο αυτές κατηγορίες.

Θ.Ν.: Υπάρχουν χρόνια καρδιολογικά προβλήματα που μπορεί να μεταβληθούν αιφνίδια σε οξέα, ή αντίθετα οξέα που με τη βοήθεια του γιατρού να μεταβληθούν σε χρόνια;

Δ.Κ.: Ασφαλώς. Oταν πρόκειται, φέρ' ειπείν, για το απότομο σταμάτημα της καρδιάς, ο γιατρός χρειάζεται να αντιδράσει οργανωμένα, υπεύθυνα και σωστά μέσα σε τρία λεπτά, ώστε να επαναφέρει τον άρρωστο στη ζωή. Αν χάσει τα τρία αυτά λεπτά, έχασε το παιχνίδι. Αντίθετα, όταν πρόκειται για έναν άρρωστο που έρχεται στο ιατρείο να τον ρωτήσει τι συμβαίνει, ο γιατρός έχει τον χρόνο να αντιμετωπίσει τα πράγματα όχι μόνο με έναν τρόπο που κάνει τις δυσκολίες να μπορεί να συμβιώνει κανείς μαζί τους, αλλά και ανθρώπινα θα έλεγα.

Θ.Ν.: Κυρία Γιαννακοπούλου, αν είχατε το δίλημμα - δεν μιλάμε βέβαια τώρα για τον κ. Κρεμαστινό - να διαλέξετε ανάμεσα σε έναν ιδιοφυή γιατρό που δεν θα σας ενέπνεε όμως ως άνθρωπος και σε έναν πολύ καλό γιατρό με έκδηλη όμως ανθρωπιά, ποιον τελικά θα επιλέγατε; Οσον και αν η απάντηση που θα δοθεί είναι υποκειμενική, το ερώτημα είναι αντικειμενικό.

ΝΤΟΡΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ: Εχει τεράστια σημασία το να διαθέτει ο γιατρός ανθρωπιά. Πηγαίνεις συνήθως σε έναν γιατρό γιατί σου έχουν μιλήσει γι' αυτόν και γιατί πιστεύεις ότι θα σε κάνει καλά. Το γεγονός ότι δεν ξέρεις τι θα αντιμετωπίσεις, τι θα ακούσεις, σε κάνει τόσο ευάλωτο που μόνο η ανθρωπιά μπορεί να σε παρηγορήσει. Οταν πας σε έναν γιατρό και μάλιστα με σοβαρά προβλήματα, είναι σαν να ξαναπιάνεις τη ζωή σου από την αρχή, σαν να γνωρίζεις τον εαυτό σου για πρώτη φορά. Σκεφτείτε τώρα να είσαι χαμένος σε αυτό το πέλαγος και να έχεις να κάνεις με έναν γιατρό που είναι μια άξεστη ψυχή. Τα προβλήματα της υγείας σου γίνονται τότε ακόμη σοβαρότερα.
Θ.Ν.: Ποια ήταν τα δικά σας αισθήματα, όταν συνειδητοποιήσατε ότι έχετε προβλήματα με την καρδιά σας;

ΝΤ.Γ.: Να ξεκινήσω για λίγο πριν από τα προβλήματα της καρδιάς. Το μεγάλο σοκ το έπαθα όταν μου είπε ένας γιατρός ότι έχω καρκίνο στο στήθος. Με τις εξετάσεις που έκανα συνεχώς για τον καρκίνο, παρακολουθούσαν και την καρδιά μου. Ετσι, άκουσα κάποια μέρα τον γιατρό να μου λέει ότι «θα πρέπει σε δύο μήνες να κάνετε εγχείρηση καρδιάς». Το σοκ δεν ήταν τόσο μεγάλο όσο ήταν με τον καρκίνο. Ενιωσα μια στεναχώρια, μεγάλη βέβαια, αλλά στεναχώρια. Είχαμε τότε μια συντροφιά για πολλά χρόνια. Ο Κώστας Μητρόπουλος με την Αρτεμη, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος με τη Ράια, ο Διαμαντής Πεπελάσης με τη Μαριέττα, ο Μηνάς κι εγώ. Οταν το βράδυ με είδανε στη «Μίνα» που πηγαίναμε, κοντά στην Ακρόπολη, «κάπως» και τους είπα τι συμβαίνει, μου είπανε με μια φωνή «τρέχα στον Κρεμαστινό».

Θ.Ν.: Γιατί πολλές φορές, όταν είναι άρρωστος κανείς, οι λέξεις τον τρομάζουν περισσότερο απ' ό,τι τον τρομάζει το ίδιο το πρόβλημα που μπορεί να έχει σε σχέση με την υγεία;

Δ.Κ.: Εχει σχέση από το πώς τις λέει τις λέξεις ο γιατρός και από το πώς τις ακούει ο ασθενής. Ο τρόμος δεν έρχεται αυτόματα, από μόνος του. Οταν δημιουργείται τρόμος, έχουν συμμετάσχει και ο γιατρός και ο ασθενής.

Θ.Ν.: Εχει συμβεί στα χρόνια που εργάζεσθε να έρθετε σε επαφή με περιπτώσεις ασθενών που να τις κρίνετε ως μη αναστρέψιμες και καθ' οδόν να μεταβλήθηκαν τα δεδομένα;

Δ.Κ.: Ενας γιατρός δεν μπορεί και δεν πρέπει να καταδικάζει ποτέ έναν άρρωστο. Οφείλει να θεωρεί ως ελπιδοφόρα ακόμα και την πιο απέλπιδα μάχη προκειμένου να βγάλει τον άρρωστο από το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται. Δεν μπορείς να απογοητεύεις τον άρρωστο ούτε όμως και να του καλλιεργείς φρούδες ελπίδες. Υπάρχουν σαφέστατα ενδογενείς σε κάθε άνθρωπο μηχανισμοί, έστω και αν ενεργοποιούνται με τα φάρμακα, που δίνουν πολλές φορές μιαν άλλη εξέλιξη στην πορεία ενός αρρώστου από οτιδήποτε και αν πάσχει. Και βέβαια από τις καρδιοπάθειες.
Θ.Ν.: Ακούσαμε κάποια στιγμή στο ραδιόφωνο τον πολιτικό και συγγραφέα Μίμη Ανδρουλάκη να λέει ότι «ο Δημήτρης Κρεμαστινός δεν έχει κάνει ποτέ στη ζωή του όχι μόνο τσεκ-απ αλλά ούτε καν καρδιογράφημα». Αληθεύει γεγονός αυτό;

Δ.Κ.: Πρόκειται για ένα θέμα φιλοσοφικό που αφορά τον άνθρωπο και όχι τον γιατρό. Ο ίδιος ο γιατρός αποκτά με το πέρασμα του χρόνου μια περίεργη φιλοσοφία που συνιστά, αν θέλετε, ένα είδος αυτοπροστασίας του. Οταν εξετάζει έναν άρρωστο, πιστεύει ότι δεν μπορεί ποτέ ο ίδιος να αρρωστήσει. Πρόκειται βέβαια για λάθος, όπως αφελές παραμένει το δεύτερο που πιστεύει ότι ο ίδιος είναι δυνάμει αθάνατος. Δεν αποκλείεται όμως να πρόκειται για κάτι που έχει σχέση με τα γονίδια του ανθρώπου, του γιατρού στη συγκεκριμένη περίπτωση, καθώς είναι γνωστό ότι τα γονίδια επηρεάζονται πάρα πολύ από το περιβάλλον και το περιβάλλον του γιατρού είναι η ιατρική. Είναι πάρα πολύ δύσκολη οποιαδήποτε άλλη ερμηνεία του θέματος αυτού, αν και το τρίπτυχο ζωή - άνθρωπος - φιλοσοφία είναι κάτι που έρχεται από πολύ μακριά και πηγαίνει πολύ μακριά.

ΝΤ.Γ.: Αντίθετα με μένα που όταν ήμουνα εννέα μηνών, κινδύνεψα να πεθάνω από διφθερίτιδα. Τελικά όμως επέζησα. Ισως γι' αυτό έχω βάλει το παιδί μιας ηρωίδας μου, στην «Πρόβα νυφικού», να πεθαίνει από την αρρώστια αυτή. Θυμάμαι μάλιστα που μου λέγανε όταν πήγαινα στον γιατρό, ώς τα δεκαπέντε μου χρόνια, να του πω ότι έχω περάσει διφθερίτιδα. Αποκλείεται να ζούσες τότε όταν πάθαινες διφθερίτιδα.
Θ.Ν.: Σας έχει συμβεί κ. Γιαννακοπούλου να θαυμάσετε ανθρώπους, Ελληνες ή ξένους, που έχουν περάσει μια μεγάλη δοκιμασία σε σχέση με την υγεία τους και δεν έχουν γίνει μίζεροι και αναξιοπρεπείς;

ΝΤ.Γ.: Αν έχω θαυμάσει ανθρώπους, δεν είναι αυτούς που λέμε επώνυμους, γιατί με αυτούς μπερδεύεσαι, δεν ξέρεις πού τελειώνει η αλήθεια και πού αρχίζει το ψέμα. Τους ακούς πολλές φορές να μιλάνε με έναν τρόπο σάμπως η αρρώστια τους να είναι πρόβλημα όλου του κόσμου και ενώ θα ήθελες να τους συμπαθήσεις, σου γίνονται, παρά τη δοκιμασία τους, αντιπαθείς. Σε ακραίες βέβαια περιπτώσεις, δεν μπορείς να ξέρεις αν δεν υπολογίζουν στην αρρώστια τους ώστε να τη «χρησιμοποιήσουν» όταν θα την έχουν ξεπεράσει. Πώς να το κάνουμε, όταν υποφέρει κανείς, είναι μόνος του, το πολύ να αισθανθεί κοντά του μόνο τον γιατρό. Αν έχω θαυμάσει έναν άνθρωπο, είναι μια γυναίκα στο νησί μου που πέθαινε και είχε τρία μικρά παιδιά - μικρό παιδί ήμουνα κι εγώ. Ο άντρας της είχε ήδη πεθάνει, τα παιδιά θα μένανε απροστάτευτα και προσπαθούσε να τους εμπνεύσει δύναμη και θάρρος για τη ζωή αψηφώντας τον δικό της πόνο. Οταν έχεις γνωρίσει το μεγαλείο αυτής της γυναίκας, πώς μπορείς να θαυμάσεις έναν διάσημο ακόμη και όταν πεθαίνει, έχει όμως εξασφαλίσει τα παιδιά του ώς τη δέκατη τρίτη γενιά, όπως λέμε.

Θ.Ν.: Ποια είναι η ιδιαιτερότητα, κ. Κρεμαστινέ, των «επώνυμων» ασθενών σε σχέση με ασθενείς που δεν τους γνωρίζει ο κόσμος;

Δ.Κ.: Προσωπικά συμπεριφέρομαι σε όλους τους ασθενείς με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Ενδέχεται να θεωρήσετε ότι δεν είναι αλήθεια, αλλά μπορεί και να το ελέγξετε με τη συμπεριφορά μου σε σχέση με τον πιο γνωστό - δεν λέω σπουδαίο, γιατί όλοι οι άνθρωποι είναι σπουδαίοι - ασθενή μου, τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ηταν πρωθυπουργός, εγώ ήμουν διευθυντής της Καρδιολογικής Κλινικής στο Γενικό Κρατικό. Μου ζητήσαν να πάω να τον εξετάσω στο σπίτι του. Αρνήθηκα. Είπα μάλιστα ότι ως ασθενής και όχι ως πρωθυπουργός επιβάλλεται να έρθει στο νοσοκομείο και να εξεταστεί στο νοσοκομείο, γιατί αν πάω εγώ στο σπίτι του με τα μέσα που θα διαθέτω, δηλαδή ένα απλό ακουστικό, δεν αποκλείεται να κάνω λάθος διάγνωση, με αποτέλεσμα να του προκαλέσω ζημιά. Μου έκανε εντύπωση γιατί ενώ πίστευα ότι δεν θα ερχόταν, ήρθε ένα βράδυ του Αυγούστου στο Γενικό Κρατικό. Οταν πια είχαμε γνωριστεί καλά και είχα το θάρρος, τον ρώτησα πώς αποφάσισε να έρθει στο νοσοκομείο όταν του είπανε ότι ο γιατρός θέτει ως όρο, αντί να πάει ο ίδιος στο σπίτι του, να έρθει εκείνος στο νοσοκομείο. Μου απάντησε χαριτολογώντας ότι είχε απαυδήσει πια με τους γιατρούς και είπε μέσα του ότι για να επιμένει αυτός ο γιατρός (εννοούσε εμένα) να πάω στο νοσοκομείο, αντί να έρθει ο ίδιος σπίτι μου, ή πρέπει να είναι πολύ σοβαρός ή πρέπει να είναι κανένα ψώνιο. Πρόσθεσε μάλιστα επί λέξει: «Από ψώνια έχουμε γνωρίσει αρκετά. Ας γνωρίσουμε λοιπόν ακόμη ένα». Και έτσι αποφάσισε και ήρθε στο νοσοκομείο.

Θ.Ν.: Κυρία Γιαννακοπούλου, επειδή πολλοί του χώρου σας, τόσο του καλλιτεχνικού όσο και του συγγραφικού, έχουν ασχοληθεί με την πολιτική, είχατε σκεφτεί ή συζητήσει ποτέ για τον εαυτό σας κάτι ανάλογο;

ΝΤ.Γ.: Σε καμία περίπτωση. Αλλωστε, δεν μου το ζήτησε ποτέ και κανένας, αλλά και αν μου το ζητούσανε θα απαντούσα κατηγορηματικά όχι. Δεν ξέρω αν θεωρείτε πολιτική ότι στα χλωρά μου νιάτα ήμουνα στους Λαμπράκηδες, τραγουδούσα τα τραγούδια του Μίκη, είχα δραστηριοποιηθεί λόγω της συνεργασίας μου με τον Μίκη. Τότε όμως, και μη με κατηγορήσετε γι' αυτό που θα πω, τα πράγματα ήταν αγνά, αθώα, αν λογαριάσουμε βέβαια ότι σήμαινε πολιτική το να είναι κανείς στους Λαμπράκηδες. Θέλαμε πραγματικά να αλλάξουμε τον κόσμο, να γίνει η κοινωνία πιο δίκαιη, πιο ελεύθερη, να απολαμβάνουν όλοι εξίσου - όσο τούτο ήταν δυνατόν - τα υλικά και τα πολιτιστικά αγαθά. Σήμερα τα πράγματα έχουν γίνει στην πολιτική πιο επαγγελματικά, δηλαδή πιο πονηρά. Αν και ξέρουν όλοι οι πολιτικοί ότι πολύ δύσκολα μπορεί να αλλάξει κάτι προς το καλύτερο, συμπεριφέρονται σάμπως οι ίδιοι να μπορούν να το καταφέρουν. Καριέρα κάνουν οι άνθρωποι.

Θ.Ν.: Με σας κ. Κρεμαστινέ πώς έγινε η εμπλοκή σας στην πολιτική; Υπάρχει κάτι κοινό ανάμεσα στην ιατρική και την πολιτική;

Δ.Κ.: Πολλά και τίποτε. Τριάντα πέντε χρόνια στο πανεπιστήμιο δεν είχα υποβάλει αίτηση όχι μόνο για πρύτανης ή για πρόεδρος, ούτε καν για μέλος συνελεύσεως. Απλούστατα γιατί απεχθανόμουν, ή για να το πω καλύτερα, σιχαινόμουν τη συναλλαγή. Και τη σιχαίνομαι. Οταν ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ασθενής μου, μου πρότεινε να γίνω υπουργός Υγείας και παράλληλα βουλευτής Επικρατείας. Αποδέχτηκα μόνο το πρώτο, γιατί ήθελε ο Παπανδρέου αυτά που συζητούσαμε για αρκετά χρόνια να με αναγκάσει να τα επιχειρήσω στον τομέα της υγείας. Αυτή είναι η αλήθεια. Οταν έληξε η περιπέτειά μου ως υπουργού Υγείας, ξαναγύρισα στο πανεπιστήμιο. Το 2000 με κάλεσε εκ νέου ο Κώστας Σημίτης να υποβάλω υποψηφιότητα, αλλά μετά την ψήφιση του ασυμβίβαστου, ξαναγύρισα πάλι στο πανεπιστήμιο. Το 2009 που με κάλεσε για τον ίδιο λόγο ο Γιώργος Παπανδρέου επέλεξα να υποβάλω υποψηφιότητα στην ιδιαίτερή μου πατρίδα, τη Ρόδο, αν και θα μπορούσα κάλλιστα να υποβάλω στην Αθήνα. Ηθελα, και εξακολουθώ να θέλω, το νοσοκομείο της Ρόδου να γίνει ισότιμο, από πλευράς ποιοτικής, με τα νοσοκομεία της Αθήνας, για να μην υποχρεώνονται οι μισοί Δωδεκανήσιοι να έρχονται στην Αθήνα για τις σοβαρές παθήσεις, που είναι οι καρκίνοι και οι καρδιοπάθειες. Με αυτό τον σκοπό, βρήκα ένα νόημα στην πολιτική. Ομως, όπως ασκείται σήμερα η πολιτική, είναι πραγματικά μια μεγάλη δοκιμασία για κάθε σωστό άνθρωπο. Οι σοβαροί άνθρωποι, που με διάφορους τρόπους έχουν εμπλακεί με την πολιτική, προσπαθούν να απεμπλακούν. Τον λόγο που γι' αυτόν η χώρα βρίσκεται, όσον αφορά στην πολιτική, στην κατάσταση που γνωρίζουμε προσωπικά τον αποκαλώ «το σύνδρομο της πολιτικής», ενώ ο κόσμος τον διατυπώνει ακόμα πιο εκφραστικά ως «το σύνδρομο του Μαυρογιαλούρου». Τελειώνοντας, ωστόσο, θα ήθελα να ευχαριστήσω την κ. Γιαννακοπούλου γιατί είναι πολύ δύσκολο ένας ασθενής να εμφανιστεί δημόσια και να συζητήσει με τον γιατρό του, ιδιαίτερα όταν ο ασθενής είναι επώνυμος.
Πηγή: www.tanea.gr
Δημοσιεύτηκε στις 04/08/2012

Aucun commentaire:

Enregistrer un commentaire