Να αναζητήσουμε λύσεις και ευκαιρίες ακόμα και μέσα στο αδιέξοδο
Της Ελίζας Παπαδάκη
Η
διαφωνία που καταγράφηκε την Τρίτη στη σύσκεψη των κυβερνητικών εταίρων
ανέδειξε σοβαρούς κινδύνους: για την οικονομία, αν είχε την επίπτωση να
αναβληθεί ξανά επ' αόριστον η εκταμίευση των δόσεων από το δάνειο που
έχουμε συνομολογήσει με την ευρωζώνη και το ΔΝΤ· για την πολιτική
σταθερότητα στη χώρα, που επιδρά με τη σειρά της καθοριστικά στην
οικονομία· εντέλει, ακόμα και για τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη. Καθώς
η τρόικα έδειξε χθες σε κάποιο βαθμό να χαλαρώνει την απαίτησή της να
ψηφιστούν μέτρα μεγαλύτερης ευχέρειας και χαμηλότερου κόστους για τους
εργοδότες, με τα οποία θα καταργούνταν θεσπισμένες ρυθμίσεις προστασίας
των εργαζομένων, οι οξύτεροι κίνδυνοι θα μπορούσε να αποσοβηθούν.
Ωστόσο η κατάσταση στην οικονομία, στο πολιτικό σύστημα, στην
κοινωνία ολόκληρη παραμένει εκρηκτική, όσο δεν υφίσταται συγκεκριμένο
σχέδιο με ξεκάθαρη προοπτική για την έξοδο από την κρίση, ικανό να
συγκεντρώσει ευρύτερη αποδοχή και στήριξη. Η ολοκλήρωση των
διαπραγματεύσεων με την τρόικα, μια όσο γίνεται θετική έκθεση από την
πλευρά της ώστε να αρχίσει επιτέλους να αίρεται η χρηματοδοτική ασφυξία,
θα έθετε νέες βάσεις για να προχωρήσουμε σε μια τέτοια κατεύθυνση.
Μακάρι μάλιστα να είχε επιτευχθεί από το καλοκαίρι· τα 31,5 δισ. ευρώ θα
είχαν εισρεύσει ήδη, μπορεί και τα επόμενα 5 δισ., οι προβλέψεις για
την ύφεση και την ανεργία το 2013 θα ήταν λιγότερο μαύρες, με την
ανάκαμψη πιο κοντινή τα δημοσιονομικά μέτρα που επιβάλλονται τώρα θα
μπορούσε να αποβούν κάπως λιγότερο επαχθή.
Αυτό όμως δεν στάθηκε πολιτικά δυνατό. Μπροστά σε νέες σκληρές
περικοπές δημόσιων δαπανών για μισθούς, συντάξεις, κοινωνικές πολιτικές
αλλά και για επενδύσεις, μπροστά σε νέες (και άδικες) φορολογικές
επιβαρύνσεις, ελπίδα για άμεση βελτίωση δεν διακρίνεται. Γίνεται έτσι
ολοένα δυσκολότερο να εξηγηθεί η αναγκαιότητά τους στην κοινή γνώμη, να
γίνουν ανεκτά άλλη μία φορά μέσα σε τρία χρόνια με το - πραγματικό
- επιχείρημα ότι στην αντίθετη περίπτωση η καταστροφή θα είναι
ανυπολόγιστη. Με την προϋπόθεση ότι θα βρεθεί προσωρινά ένας συμβιβασμός
- γιατί κάθε καθυστέρηση δουλεύει εναντίον μας -, η εμπλοκή στα
εργασιακά θα μπορούσε πάντως να αποβεί χρήσιμη: αφορμή για να συζητηθεί
ολοκληρωμένα πώς κατανέμονται τα βάρη προσαρμογής της οικονομίας στην
κοινωνία, πόσο δίκαια και πόσο αποτελεσματικά για να τερματιστεί η
καθοδική πορεία μια ώρα αρχύτερα, ποιες προτεραιότητες προβάλλουν.
Αφετηρία για μια τέτοια συζήτηση θα ήταν να αναγνωριστεί ότι οι
θεσμοί του εργατικού δικαίου, νομοθετικές ρυθμίσεις για την προστασία
των εργαζομένων, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, συνδικαλιστικά
δικαιώματα, έχουν στην πράξη καθολική ισχύ εφόσον αποτυπώνουν
πραγματικούς συσχετισμούς δύναμης ανάμεσα στους εργοδότες και τους
εργαζομένους. Ιστορικά άλλωστε σε όλο τον κόσμο έτσι κατακτήθηκαν, με
αγώνες των εργαζομένων, προτού θεσπιστούν κατόπιν νομοθετικά από την
Πολιτεία. Οπου όμως δεν εκφράζουν τους συσχετισμούς δύναμης οι
θεσπισμένες ρυθμίσεις μένουν γράμμα κενό. Συνέβαινε στη χώρα μας από
χρόνια, πολύ προτού ξεσπάσει η κρίση το 2009, χωρίς καταγγελίες ή
δικαστικές παρεμβάσεις πραγματικά να περιορίζουν το φαινόμενο: δεκάδες
χιλιάδες εργαζόμενοι αμείβονταν λιγότερο από όσα όριζαν οι συλλογικές
συμβάσεις, απολύονταν χωρίς τη νόμιμη αποζημίωση, έμεναν ανασφάλιστοι,
ήδη τότε. Στις συνθήκες της κρίσης και της βαθιάς ύφεσης, με την ανεργία
στο 25% να πλήττει πια πάνω από τους μισούς νέους, τα θεσπισμένα
εργατικά δικαιώματα συρρικνώνονται σε ολοένα στενότερους θυλάκους. Εκτός
δημόσιου τομέα, οι πιο πολλοί ούτε που τα ξέρουν. Για αυτούς όλους που
εργάζονται στην επισφάλεια ή δεν βρίσκουν καθόλου δουλειά, βγάζοντας
εισοδήματα χαμηλότερα από το κατώφλι της φτώχειας, άλλος δρόμος να
καλυτερέψουν τη ζωή τους από το να μπει ξανά μπροστά μια διαδικασία
ανάπτυξης και να ανοίξουν νέες θέσεις εργασίας δεν υπάρχει. Μόνον έτσι
θα αποκτούσαν τη δύναμη να διεκδικήσουν και να αποσπάσουν δικαιώματα.
Ο,τι κι αν γράφουν οι νόμοι, σήμερα δεν τους κατοχυρώνει ούτε η
Πολιτεία, μην έχοντας τους πόρους και αποτελεσματικούς μηχανισμούς, ούτε
τα συνδικάτα, που άλλες κατηγορίες εκπροσωπούν κατά πρώτο λόγο.
Αυτοί όμως, για τους οποίους τόσο λίγος λόγος γίνεται, θα
χρειαζόταν να μπουν στο επίκεντρο της συζήτησης για το σχέδιο που έχει
ανάγκη η χώρα. Δεν το επιτάσσει η κοινωνική δικαιοσύνη μόνο. Είναι το
αναξιοποίητο εργατικό δυναμικό, στο οποίο προ πάντων μπορούμε να
βασιστούμε για να πάμε μπροστά.
Πηγή: Τα Νέα
Δημοσιεύτηκε στις 25/10/2012
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire