Αναμνήσεις και σημειώματα για το έργο, την κριτική σκέψη και τη μεθοδολογία του σημαντικότερου ιστορικού της νεότερης Ελλάδας
Του Σπ. Ι. Ασδραχα*
Να με συμπαθάτε που, παρά την επιθυμία μου δεν είμαι «σωματικώς» -όπως έλεγαν οι παλιοί νοδάροι, ανάμεσά σας, αγαπητοί «συμφράδμονες» και, με δύο εξαιρέσεις συνηλικιώτες. Ο λόγος πάντα για τον Ν. Γ. Σβορώνο. Υποτίθεται ότι οι στρογγυλές τράπεζες είναι βήματα διαλόγου. Κατά κανόνα είναι τράπεζες μονολόγων και όχι στρογγυλές: οι τελευταίες προϋποθέτουν την παρουσία όλων των συνδαιτυμόνων, χωρίς ιεραρχική χωροταξία. Δεν ισχύει τούτο στο επικρατέστερο σημαινόμενο της πολυσήμαντης φράσης «στρογγυλή τράπεζα»? αν το τραπέζι ήταν στρογγυλό, οι μισοί θα είχαν γυρισμένη την πλάτη τους στην ομήγυρη.
Για τον Σβορώνο, λοιπόν. Ο,τι θα έλεγα γι' αυτόν, το έχω ήδη πει σε παλιά μου δημοσιεύματα: δεν είναι αντάξια και ισόποσα του έργου του, γιατί, καθώς ανήκω στην ίδια παλιά σχολή μ' αυτόν, δεν ήμουν και δεν είμαι σε θέση να μιλήσω εκ των ένδον, δηλαδή με επιστασία, για ό,τι του έδωσε μια περίοπτη βαθμίδα στις διεθνείς βυζαντινολογικές σπουδές. Στη διεθνή του, ωστόσο, καθιέρωση, αντιπαραβάλλεται μια άλλη, η εθνική, και εδώ η κλίμακα ανατρέπεται προς τα πάνω: γιατί ο Σβορώνος αμύνθηκε περί πάτρης και η ενεγκαμένη τον εγκολπώθηκε, με διαφορετικούς ως αντίθετους, λόγους και τρόπους στην αγωνιώδη αναζήτηση του αυτοκαθορισμού της.
Θα μου απόμενε, συνεπώς, να περιοριστώ σε αναμνήσεις; Οταν όμως κανείς αναθυμιέται, μιλάει περισσότερο για τον εαυτό του παρά για τον συνομιλητή του. Θα προσπαθήσω ν' αποφύγω τον πειρασμό, όχι μόνο γιατί ο ίδιος θα κάγχαζε διαβάζοντας ένα τίτλο «εγώ και ο Σβορώνος», εκτός και αν το «εγώ» τού φανταστικού τίτλου τον κολάκευε. Δεν θα του άρεσε, επίσης, ένας άλλος τίτλος, «ο δάσκαλός μου Νίκος Σβορώνος», γιατί, παρά την ανάγκη του επαίνου του Δήμου και των Σοφιστών, στο βάθος δεν νομίζω ότι θα ταυτιζόταν με κανένα του μαθητή, όπως δεν ταυτίστηκε με κανένα του δάσκαλο. Ηταν ένας μονήρης και αυτοβεβαιούμενος άνθρωπος, πάντα, ωστόσο, αναζητώντας την αναγνώρισή του από τους επαΐοντες και το πλήθος.
Θεσσαλονίκη
Θα υπενθυμίσω ότι για τον λεγόμενο νέο ελληνισμό το συστηματικό του έργο ήταν εκείνο για το εμπόριο της Θεσσαλονίκης τον 18ο αιώνα. Η μικρή του ιστορία της νεότερης Ελλάδας δεν είναι έργο έρευνας αλλά σύνθεσης. Σ' αυτό όμως υπάρχουν ιδέες, συμπυκνωμένες σε λιτές διατυπώσεις και ακριβώς αυτές δείχνουν το μεγάλο του πνευματικό κεφάλαιο. Αναδύονται σε πληθώρα άλλων πολυθεματικών του δημοσιευμάτων για τη νεότερη Ελλάδα που, παρά τη χρονική τους κλίμακα, υπακούουν στο ίδιο σκεπτικό. Σημαδιακό κείμενο, το άρθρο που ετοίμασε (κατόπιν παραγγελίας) για τη γένεση του ελληνικού έθνους.
Δεν θέλω να επαναλάβω παρατηρήσεις που με διάφορες αφορμές έτυχε να έχω ήδη διατυπώσει. Θα θυμίσω μόνο ότι η Θεσσαλονίκη είναι ένα σύνθεμα όπου η παρατακτική περιγραφή διαπλέκεται με τη δομικιστική ανάλυση: οι έμποροι δεν υπάρχουν ως στρατηγικές, οι έμποροι εννοώ της Θεσσαλονίκης.
Υπάρχουν οι όροι του εξαγωγικού και εισαγωγικού εμπορίου, όχι ως πρόσωπα που για οικονομικούς λόγους μπορούν να ανασυγκροτηθούν σε τάξη καθ' εαυτή. Υπάρχει το γενικό περίγραμμα στο οποίο τους επιτρεπόταν η διαμόρφωση της ιδιοπροσωπίας τους. Για να γίνει τούτο, θα έπρεπε να αναπτυχθεί το κεφάλαιο για την εσωτερική αγορά: η τεκμηριωτική πενία δεν το επέτρεπε, παρά στο μέτρο όπου είχε υποδειχθεί ένα συγχρονικό σχήμα από τον Φελίξ Μπωζούρ. Οταν γίνεται η μετάβαση από την κίνηση των οικονομικών μεγεθών στη διαμόρφωση ταξικών συνειδήσεων, τούτο γίνεται στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου που μοιάζει, χωρίς να είναι, επίθεμα και όχι λογική ακολουθία. Η λογική αλληλουχία υπήρχε στο σκεπτικό του Νίκου Σβορώνου, αλλά οι θετικιστικές του καταβολές του εμπόδιζαν τη μετάβαση από την πραγματολογία στην εννοιολογία, ενυπάρχουσα, ωστόσο, στο ερμηνευτικό του σχήμα.
Μαρξισμός
Δύο λόγια για τον μαρξισμό του Νίκου Σβορώνου και μια διασάφηση: η αριστεροσύνη δεν είναι συνώνυμη του μαρξισμού? επιπρόσθετα, οι εφαρμογές του μαρξισμού στην ιστοριογραφία δεν είναι απαραίτητα μαρξικές, καθώς υπακούουν στην αρχή της κομματικότητας στην ιστορική ερμηνεία. Ο Σβορώνος δεν υποτάχθηκε στην αρχή αυτή. Είχε έναν πρόγονο, τον Γιάννη Κορδάτο, αλλά το επάγγελμα του ιστορικού, όπως ο Σβορώνος το εννοούσε, το βίωνε και το διακονούσε, δεν του επέτρεπε να τιμήσει τον πρωτοπόρο, μαζί με τον Σκληρό, μεταγράφοντας τις σκληρότητες του ενός και του άλλου στο δικό του εκλεπτυσμένο και τεκμηριωμένο σκεπτικό. Το ίδιο ισχύει και για τον Σεραφείμ Μάξιμο, δηλαδή για όλους τους μαρξιστές συγκλίνοντες. Αυτή η εκλέπτυνση τον έφερε αργότερα να κάνει λόγο για θολά και χωρίς περιχαράκωση σχήματα των συνιστωσών της ελληνικής κοινωνίας.
Για πολλοστή φορά θα ήθελα να υπενθυμίσω μια θεμελιώδη αρχή της μεθοδολογίας του Νίκου Σβορώνου: η θεωρία δεν ερμηνεύει τις πηγές, αλλά ανακύπτει απ' αυτές, δηλαδή από την αντικειμενική πραγματικότητα, στο μέτρο όπου αυτή υποδεικνύεται από τις πηγές. Εκείνο που ήθελε να πει, και το είπε, είναι ότι η θεωρία υπαγορεύει τα ερωτήματα που θέτουμε στις πηγές δοκιμάζοντας και δοκιμαζόμενη. Δεν θεωρούσε ότι ο βυζαντινός κοινωνικός σχηματισμός (με μαρξιστικούς όρους βάση συν εποικοδόμημα, αλλιώς δομή και υπερδομή), ήταν φεουδαρχικός: έλεγε απλώς ότι πρέπει να τον κατανοήσουμε και κατόπιν ας τον ονομάσουμε. Ας τον πούμε «Μιρτζιφιό», μου είπε σε μια μας κουβέντα αναδύοντας από τα έγκατά του μια λευκαδίτικη λέξη, μάλλον παρατσούκλι.
Θα ήθελα να πω δυο λόγια ως προς το ιστορικό κλίμα που βρίσκει ο Σβορώνος στο Παρίσι αναφορικά με τις μεσογειακές σπουδές: τις έχει ανανεώσει, διευρύνει και ανασηματοδοτήσει ο Φερνάν Μπρωντέλ. Πρόκειται κυρίως για τη Δυτική Μεσόγειο, ενώ η Ανατολική υποεκπροσωπείται, χωρίς να απουσιάζει: Σβορώνος, Στογιάνοβιτς, Μαντράν, (για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά και οι Μπελντιτσεάνου) χωρίς να ξεχνάμε τον Σωβαζέ και άλλους. Τα μεθοδολογικά υποδείγματα ήταν, νομίζω, δύο: του Μπρωντέλ και του Ερνέστ-Σελεστίν Λαμπρούς. Ο Σβορώνος συγγένευε περισσότερο με τον δεύτερο, χωρίς να εφαρμόζει τις «μαθηματικοποιήσεις» που ο ίδιος τις καταστούσε ερμηνευτικό εργαλείο και χωρίς να επεκτείνεται στην οικονομική διάσταση των περιφερειακών μοντέλων: λόγοι τεκμηριωτικοί, θετικιστική περιχαράκωση; Ας μείνουμε στο ερώτημα.
Ο Σβορώνος, επίσης, δεν ασχολήθηκε με τις «οικονομικές βιογραφίες» που θα του άνοιγαν τον παράδρομο για τη διαμόρφωση αστικών συνειδήσεων, ούτε επεκτάθηκε στη διαχρονία, στη γενεαλογία, των εμπόρων. Αυτά δεν λέγονται με κριτική διάθεση, απλώς σκιαγραφούν μια δεδομένη χρονικά κατάσταση. Αν διαβάσει κανείς όλο του το έργο, θα δει ότι όλα αυτά, και άλλα πολλά, υπάρχουν ως σπερματικός λόγος δίπλα, βέβαια, στις συστηματικές αναλύσεις: στην ουσία πρόκειται για ένα διανοητικό συνεχές, για μια αντίληψη για την ιστορία και τις μεθοδευμένες μερικεύσεις της.
Τι μας διδάσκει σήμερα ο Σβορώνος; Πολλά, αλλά θα μείνω σ' ένα, τη μέθοδο του ιστορικού: έχει μακρά παράδοση και δεν παύει να είναι επίκαιρη. Χωρίς να νομίζω ότι προδίδω τη σκέψη του, θα έλεγα ότι:
α) ο Σβορώνος θεωρεί ότι η θεωρία υποδαυλίζει την κατανόηση των πηγών?
β) η κατανόηση των πηγών ενδέχεται να οδηγήσει σε μια ερμηνεία που δεν καλύπτεται από τη θεωρία?
γ) η οντολογική ιστορία δεν είναι ταυτόσημη με την ιστορία της ιστορίας: αλλιώς, η ιστοριογραφία υπόκειται σε άλλες χρονικότητες και σε άλλα (παρά το ενδεχόμενο συνδετικό νήμα) σκεπτικά. Κοινοί τόποι, βέβαια, όλα αυτά, αλλά ας μη λησμονούμε.
Δύο μαρτυρίες
Και, τέλος, στη σημερινή μας (κατά πλειοψηφία) «Γεροντική» συγχωριέται η προσωπική μαρτυρία. Θα καταθέσω δύο - την πρώτη την καταγράφω κι αλλού.
Το όνομα του Νίκου Σβορώνου το πρωτάκουσα ένα δειλινό του 1940, στη Λευκάδα από την αδερφή του πατέρα μου που έλεγε στις γειτόνισσες ότι ο Νίκος ο Σβορώνος έχει πάει στους Βλάχους και «χαλεύει (αναζητεί) λέξες». Πατούσα τότε τα εφτά μου χρόνια. Πολύ αργότερα, στην Πλατεία της Σορβόνης κοιτάγαμε τη βιτρίνα του βιβλιοπωλείου και εκδοτικού οίκου Βρεν με ειδικότητα τη φιλοσοφία: Θωμάς Ακυνάτης ή κάτι άλλο που τώρα δεν θυμάμαι. «Τι κρίμα (μου λέει) που δεν ασχοληθήκαμε μ' αυτά», δηλαδή που ο ίδιος δεν ασχολήθηκε. Και όμως ασχολήθηκε, καθώς ξέρουν όσοι ασχολήθηκαν με το έργο του.
* Ο κ. Σπ. Ι. Ασδραχάς είναι ιστορικός
Πηγή: Η Καθημερινή
Δημοσιεύτηκε στις 23/05/2011
Για τον Σβορώνο, λοιπόν. Ο,τι θα έλεγα γι' αυτόν, το έχω ήδη πει σε παλιά μου δημοσιεύματα: δεν είναι αντάξια και ισόποσα του έργου του, γιατί, καθώς ανήκω στην ίδια παλιά σχολή μ' αυτόν, δεν ήμουν και δεν είμαι σε θέση να μιλήσω εκ των ένδον, δηλαδή με επιστασία, για ό,τι του έδωσε μια περίοπτη βαθμίδα στις διεθνείς βυζαντινολογικές σπουδές. Στη διεθνή του, ωστόσο, καθιέρωση, αντιπαραβάλλεται μια άλλη, η εθνική, και εδώ η κλίμακα ανατρέπεται προς τα πάνω: γιατί ο Σβορώνος αμύνθηκε περί πάτρης και η ενεγκαμένη τον εγκολπώθηκε, με διαφορετικούς ως αντίθετους, λόγους και τρόπους στην αγωνιώδη αναζήτηση του αυτοκαθορισμού της.
Θα μου απόμενε, συνεπώς, να περιοριστώ σε αναμνήσεις; Οταν όμως κανείς αναθυμιέται, μιλάει περισσότερο για τον εαυτό του παρά για τον συνομιλητή του. Θα προσπαθήσω ν' αποφύγω τον πειρασμό, όχι μόνο γιατί ο ίδιος θα κάγχαζε διαβάζοντας ένα τίτλο «εγώ και ο Σβορώνος», εκτός και αν το «εγώ» τού φανταστικού τίτλου τον κολάκευε. Δεν θα του άρεσε, επίσης, ένας άλλος τίτλος, «ο δάσκαλός μου Νίκος Σβορώνος», γιατί, παρά την ανάγκη του επαίνου του Δήμου και των Σοφιστών, στο βάθος δεν νομίζω ότι θα ταυτιζόταν με κανένα του μαθητή, όπως δεν ταυτίστηκε με κανένα του δάσκαλο. Ηταν ένας μονήρης και αυτοβεβαιούμενος άνθρωπος, πάντα, ωστόσο, αναζητώντας την αναγνώρισή του από τους επαΐοντες και το πλήθος.
Θεσσαλονίκη
Θα υπενθυμίσω ότι για τον λεγόμενο νέο ελληνισμό το συστηματικό του έργο ήταν εκείνο για το εμπόριο της Θεσσαλονίκης τον 18ο αιώνα. Η μικρή του ιστορία της νεότερης Ελλάδας δεν είναι έργο έρευνας αλλά σύνθεσης. Σ' αυτό όμως υπάρχουν ιδέες, συμπυκνωμένες σε λιτές διατυπώσεις και ακριβώς αυτές δείχνουν το μεγάλο του πνευματικό κεφάλαιο. Αναδύονται σε πληθώρα άλλων πολυθεματικών του δημοσιευμάτων για τη νεότερη Ελλάδα που, παρά τη χρονική τους κλίμακα, υπακούουν στο ίδιο σκεπτικό. Σημαδιακό κείμενο, το άρθρο που ετοίμασε (κατόπιν παραγγελίας) για τη γένεση του ελληνικού έθνους.
Δεν θέλω να επαναλάβω παρατηρήσεις που με διάφορες αφορμές έτυχε να έχω ήδη διατυπώσει. Θα θυμίσω μόνο ότι η Θεσσαλονίκη είναι ένα σύνθεμα όπου η παρατακτική περιγραφή διαπλέκεται με τη δομικιστική ανάλυση: οι έμποροι δεν υπάρχουν ως στρατηγικές, οι έμποροι εννοώ της Θεσσαλονίκης.
Υπάρχουν οι όροι του εξαγωγικού και εισαγωγικού εμπορίου, όχι ως πρόσωπα που για οικονομικούς λόγους μπορούν να ανασυγκροτηθούν σε τάξη καθ' εαυτή. Υπάρχει το γενικό περίγραμμα στο οποίο τους επιτρεπόταν η διαμόρφωση της ιδιοπροσωπίας τους. Για να γίνει τούτο, θα έπρεπε να αναπτυχθεί το κεφάλαιο για την εσωτερική αγορά: η τεκμηριωτική πενία δεν το επέτρεπε, παρά στο μέτρο όπου είχε υποδειχθεί ένα συγχρονικό σχήμα από τον Φελίξ Μπωζούρ. Οταν γίνεται η μετάβαση από την κίνηση των οικονομικών μεγεθών στη διαμόρφωση ταξικών συνειδήσεων, τούτο γίνεται στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου που μοιάζει, χωρίς να είναι, επίθεμα και όχι λογική ακολουθία. Η λογική αλληλουχία υπήρχε στο σκεπτικό του Νίκου Σβορώνου, αλλά οι θετικιστικές του καταβολές του εμπόδιζαν τη μετάβαση από την πραγματολογία στην εννοιολογία, ενυπάρχουσα, ωστόσο, στο ερμηνευτικό του σχήμα.
Μαρξισμός
Δύο λόγια για τον μαρξισμό του Νίκου Σβορώνου και μια διασάφηση: η αριστεροσύνη δεν είναι συνώνυμη του μαρξισμού? επιπρόσθετα, οι εφαρμογές του μαρξισμού στην ιστοριογραφία δεν είναι απαραίτητα μαρξικές, καθώς υπακούουν στην αρχή της κομματικότητας στην ιστορική ερμηνεία. Ο Σβορώνος δεν υποτάχθηκε στην αρχή αυτή. Είχε έναν πρόγονο, τον Γιάννη Κορδάτο, αλλά το επάγγελμα του ιστορικού, όπως ο Σβορώνος το εννοούσε, το βίωνε και το διακονούσε, δεν του επέτρεπε να τιμήσει τον πρωτοπόρο, μαζί με τον Σκληρό, μεταγράφοντας τις σκληρότητες του ενός και του άλλου στο δικό του εκλεπτυσμένο και τεκμηριωμένο σκεπτικό. Το ίδιο ισχύει και για τον Σεραφείμ Μάξιμο, δηλαδή για όλους τους μαρξιστές συγκλίνοντες. Αυτή η εκλέπτυνση τον έφερε αργότερα να κάνει λόγο για θολά και χωρίς περιχαράκωση σχήματα των συνιστωσών της ελληνικής κοινωνίας.
Για πολλοστή φορά θα ήθελα να υπενθυμίσω μια θεμελιώδη αρχή της μεθοδολογίας του Νίκου Σβορώνου: η θεωρία δεν ερμηνεύει τις πηγές, αλλά ανακύπτει απ' αυτές, δηλαδή από την αντικειμενική πραγματικότητα, στο μέτρο όπου αυτή υποδεικνύεται από τις πηγές. Εκείνο που ήθελε να πει, και το είπε, είναι ότι η θεωρία υπαγορεύει τα ερωτήματα που θέτουμε στις πηγές δοκιμάζοντας και δοκιμαζόμενη. Δεν θεωρούσε ότι ο βυζαντινός κοινωνικός σχηματισμός (με μαρξιστικούς όρους βάση συν εποικοδόμημα, αλλιώς δομή και υπερδομή), ήταν φεουδαρχικός: έλεγε απλώς ότι πρέπει να τον κατανοήσουμε και κατόπιν ας τον ονομάσουμε. Ας τον πούμε «Μιρτζιφιό», μου είπε σε μια μας κουβέντα αναδύοντας από τα έγκατά του μια λευκαδίτικη λέξη, μάλλον παρατσούκλι.
Θα ήθελα να πω δυο λόγια ως προς το ιστορικό κλίμα που βρίσκει ο Σβορώνος στο Παρίσι αναφορικά με τις μεσογειακές σπουδές: τις έχει ανανεώσει, διευρύνει και ανασηματοδοτήσει ο Φερνάν Μπρωντέλ. Πρόκειται κυρίως για τη Δυτική Μεσόγειο, ενώ η Ανατολική υποεκπροσωπείται, χωρίς να απουσιάζει: Σβορώνος, Στογιάνοβιτς, Μαντράν, (για την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά και οι Μπελντιτσεάνου) χωρίς να ξεχνάμε τον Σωβαζέ και άλλους. Τα μεθοδολογικά υποδείγματα ήταν, νομίζω, δύο: του Μπρωντέλ και του Ερνέστ-Σελεστίν Λαμπρούς. Ο Σβορώνος συγγένευε περισσότερο με τον δεύτερο, χωρίς να εφαρμόζει τις «μαθηματικοποιήσεις» που ο ίδιος τις καταστούσε ερμηνευτικό εργαλείο και χωρίς να επεκτείνεται στην οικονομική διάσταση των περιφερειακών μοντέλων: λόγοι τεκμηριωτικοί, θετικιστική περιχαράκωση; Ας μείνουμε στο ερώτημα.
Ο Σβορώνος, επίσης, δεν ασχολήθηκε με τις «οικονομικές βιογραφίες» που θα του άνοιγαν τον παράδρομο για τη διαμόρφωση αστικών συνειδήσεων, ούτε επεκτάθηκε στη διαχρονία, στη γενεαλογία, των εμπόρων. Αυτά δεν λέγονται με κριτική διάθεση, απλώς σκιαγραφούν μια δεδομένη χρονικά κατάσταση. Αν διαβάσει κανείς όλο του το έργο, θα δει ότι όλα αυτά, και άλλα πολλά, υπάρχουν ως σπερματικός λόγος δίπλα, βέβαια, στις συστηματικές αναλύσεις: στην ουσία πρόκειται για ένα διανοητικό συνεχές, για μια αντίληψη για την ιστορία και τις μεθοδευμένες μερικεύσεις της.
Τι μας διδάσκει σήμερα ο Σβορώνος; Πολλά, αλλά θα μείνω σ' ένα, τη μέθοδο του ιστορικού: έχει μακρά παράδοση και δεν παύει να είναι επίκαιρη. Χωρίς να νομίζω ότι προδίδω τη σκέψη του, θα έλεγα ότι:
α) ο Σβορώνος θεωρεί ότι η θεωρία υποδαυλίζει την κατανόηση των πηγών?
β) η κατανόηση των πηγών ενδέχεται να οδηγήσει σε μια ερμηνεία που δεν καλύπτεται από τη θεωρία?
γ) η οντολογική ιστορία δεν είναι ταυτόσημη με την ιστορία της ιστορίας: αλλιώς, η ιστοριογραφία υπόκειται σε άλλες χρονικότητες και σε άλλα (παρά το ενδεχόμενο συνδετικό νήμα) σκεπτικά. Κοινοί τόποι, βέβαια, όλα αυτά, αλλά ας μη λησμονούμε.
Δύο μαρτυρίες
Και, τέλος, στη σημερινή μας (κατά πλειοψηφία) «Γεροντική» συγχωριέται η προσωπική μαρτυρία. Θα καταθέσω δύο - την πρώτη την καταγράφω κι αλλού.
Το όνομα του Νίκου Σβορώνου το πρωτάκουσα ένα δειλινό του 1940, στη Λευκάδα από την αδερφή του πατέρα μου που έλεγε στις γειτόνισσες ότι ο Νίκος ο Σβορώνος έχει πάει στους Βλάχους και «χαλεύει (αναζητεί) λέξες». Πατούσα τότε τα εφτά μου χρόνια. Πολύ αργότερα, στην Πλατεία της Σορβόνης κοιτάγαμε τη βιτρίνα του βιβλιοπωλείου και εκδοτικού οίκου Βρεν με ειδικότητα τη φιλοσοφία: Θωμάς Ακυνάτης ή κάτι άλλο που τώρα δεν θυμάμαι. «Τι κρίμα (μου λέει) που δεν ασχοληθήκαμε μ' αυτά», δηλαδή που ο ίδιος δεν ασχολήθηκε. Και όμως ασχολήθηκε, καθώς ξέρουν όσοι ασχολήθηκαν με το έργο του.
* Ο κ. Σπ. Ι. Ασδραχάς είναι ιστορικός
Πηγή: Η Καθημερινή
Δημοσιεύτηκε στις 23/05/2011
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire