ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ
Βουλευτικές εκλογές
Του Στέφανου Κωνσταντινίδη
Τις εκλογές της περασμένης Κυριακής θα μπορούσε κανείς να τις αναλύσει σε πολλά επίπεδα.
Θα περιοριστούμε σε κάποια σημεία που θεωρούμε ότι έχουν τη σημασία τους.
Σε καθαρά μικροκομματικό επίπεδο, αντίθετα με όσα γράφτηκαν, θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει το ΔΗΚΟ και ιδιαίτερα τον Μάριο Καρογιάν ως τους πραγματικούς νικητές αυτών των εκλογών. Πρώτα γιατί το ΔΗΚΟ δεν κατέρρευσε, όπως του το προφήτευαν οι οιωνοσκόποι, και δεύτερον γιατί ο Καρογιάν ενίσχυσε τη θέση του και τον έλεγχό του πάνω στο κόμμα με την εκλογική αποτυχία των εσωκομματικών αντιπάλων του Γιώργου Κολοκασίδη και Κυριάκου Κενεβέζου. Στο βάθος βέβαια προβάλλει η σκιά του Μάρκου Κυπριανού αλλά και με έναν ενισχυμένο Νικόλα Παπαδόπουλο για να παραμένει έτσι ελαφρώς ομιχλώδες το τοπίο. Όσο για τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν και τα δύο τους λόγους τους να είναι ευχαριστημένα με το εκλογικό αποτέλεσμα, ο ΔΗΣΥμε την πρωτιά του και το ΑΚΕΛ με την αύξηση των ποσοστών του. Η ΕΔΕΚ άντεξε στην πίεση των δύο μονομάχων. Το ΕΥΡΩΚΟ αν και είχε σημαντικές απώλειες, άντεξε την πίεση του ΔΗΣΥ και πέτυχε να επιβεβαιώσει την πολιτική του παρουσία με δύο βουλευτές. Οι Οικολόγοι επιβεβαίωσαν επίσης την πολιτική τους παρουσία έστω και χωρίς δεύτερη έδρα, με την αύξηση των ποσοστών τους.
Σε μακροπολιτικό επίπεδο επιβεβαιώνεται η επιβολή του δικομματισμού και του διπολισμού. Όσο ο κεντρώος χώρος παραμένει διασπασμένος τίποτε δεν φαίνεται να απειλεί τον δικομματισμό.
Η αποχή για την οποία έγινε πολύς λόγος και η οποία υποδηλώνει ασφαλώς την απαξίωση του πολιτικού συστήματος, δεν ενοχλεί ουσιαστικά τα δύο μεγάλα κόμματα. Η αποχή ζημιώνει μάλλον τα μικρότερα κόμματα. Γι’ αυτό και τα δάκρυα που χύνονται για το φαινόμενο αυτό, είναι μάλλον κροκοδείλια. Τουλάχιστον από την πλευρά των δύο μεγάλων κομμάτων.
Ένα σημαντικό φαινόμενο αυτών των εκλογών που περνά κάπως απαρατήρητο, είναι η εδραίωση στο κυπριακό πολιτικό σκηνικό της Άκρας Δεξιάς, του Εθνικού Λαϊκού Μετώπου-ΕΛΑΜ. Είναι η πρώτη φορά που η Άκρα Δεξιά στην Κύπρο έχει δική της καθαρή πολιτική έκφραση. Μένει να φανεί αν το φαινόμενο είναι παροδικό ή αν θα υπάρξει μελλοντικά επιβεβαίωση και ίσως ενίσχυση μιας ακροδεξιάς πολιτικής παρουσίας στην Κύπρο. Πολλά θα εξαρτηθούν από την πολιτική κυρίως των δύο μεγάλων κομμάτων, σε θέματα καίρια όπως το μεταναστευτικό, αλλά και το ίδιο το εθνικό πρόβλημα.
Υπάρχουν και οι πανηγυρισμοί από κάποιους που θεωρούν οτι το εκλογικό αποτέλεσμα σημαίνει στήριξη της διζωνικής ομοσπονδίας, της εκ περιτροπής προεδρίας και όλων των γνωστών παραμέτρων που οδηγούν στην κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αν και είναι αλήθεια πως φαινομενικά περιορίστηκαν, τουλάχιστον στο επίπεδο της Βουλής, οι έντονοι επικριτές αυτής της πολιτικής στο Κυπριακό, αυτό δεν είναι και λόγος πανηγυρισμού, αν όχι ρεβανσισμού από τους γνωστούς υποστηρικτές του σχεδίου Ανάν. Είναι γνωστή η μετάλλαξη του ΔΗΣΥπαραμονές εκλογών στο Κυπριακό, ενώ και το ΑΚΕΛ ελάχιστα πρόβαλε στις εκλογές αυτές το θέμα της διζωνικής ή της εκ περιτροπής προεδρίας. Υπάρχουν άλλωστε οι δημοσκοπήσεις που είναι αρκετά καθαρές στο θέμα αυτό. Εξάλλου, η βάση και αυτών των εκλογών ήταν, κατά κύριο λόγο, οι πελατειακές σχέσεις, ενώ για τα ποσοστά των μεγάλων κομμάτων διαδραμάτισε τον ρόλο του και ο κομματικός πατριωτισμός. Όταν οι πολίτες θα κληθούν να αποφασίσουν για τη λύση που θα τους προταθεί, επειδή θα πρόκειται για θέμα επιβίωσης, ούτε οι πελατειακές σχέσεις θα ισχύσουν, ούτε ο κομματικός πατριωτισμός. Αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά όλοι, ντόπιοι και ξένοι που πλασάρουν λύση με ανανικές προδιαγραφές και γι’ αυτό προσπαθούν να κάνουν παιχνίδι με σημαδεμένη τράπουλα. Συμπερασματικά οι εκλογές αυτές επιβεβαίωσαν πως το κυπριακό πολιτικό σύστημα παρά τη φθορά και τις αδυναμίες του δεν παρουσιάζει ρωγμές. ΄Ομως ένα σύστημα που ουσιαστικά δεν ανανεώνεται και δεν γνωρίζει έστω και μικρές ανατροπές, θα πρέπει να ανησυχεί για το μέλλον του. Προπάντων που τα προβλήματα του τόπου, οι κοινωνικές ανισότητες, το εθνικό θέμα, τα θέματα της βίας κ.λπ. θα συνεχίσουν να οξύνονται. Όσα συμβαίνουν σε άλλες χώρες, και ειδικά στην Ελλάδα, δεν είναι καλοί οιωνοί. Ο εφησυχασμός, υπό τις περιστάσεις, δεν είναι ο καλύτερος σύμβουλος, όταν μάλιστα γίνεται απλώς διαχείριση και όχι επίλυση των προβλημάτων.
*Ο Στέφανος Κωνσταντινίδης είναι καθηγητής πολιτικών επιστημών στο Κεμπέκ του Καναδά και επιστημονικός συνεργάτης του Πανεπιστημίου Κρήτης.
stephanos.constantinides@gmail.com
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire