Δοσμένη σε αυτό που κάνει από το 1964 με την ομάδα της, η σκηνοθέτρια και ψυχή του Θεάτρου του Ηλιου Αριάν Μνουσκίν ανήκει στο είδος των καλλιτεχνών που όλο και λιγοστεύουν. Αφιερωμένη στη δουλειά της, δραστήρια γυναίκα, εμπνευσμένη δημιουργός, «μάνα» ενός 75μελούς θεατρικού λόχου αποτελούμενου από τεχνικούς και ηθοποιούς, μοιάζει να κάνει θέατρο μόνο με τους δικούς της όρους και τον δικό της τρόπο.
Με όραμα έναν καλύτερο κόσμο, έναν κόσμο ισότητας και συνεργασίας, μοιράζεται τον ίδιο μισθό με όλους τους συνεργάτες της (1.800 ευρώ τον μήνα), ενώ κάθε έσοδο από άλλη πηγή, όπως το χρηματικό ποσό που της προσέφερε προσφάτως το Βραβείο Ιψεν, μπαίνει στα ταμεία του θεάτρου. Με τη σοφία των ανθρώπων που υπηρετούν με πίστη τις επιλογές τους, η Αριάν Μνουσκίν διαθέτει και τη σοφία να έχει ήδη σκεφθεί τη διαδοχή της στο Θέατρο του Ηλιου. Ηδη ένας νεότερης γενιάς συνεργάτης της έχει γίνει συνδιευθυντής.
Με δεκάδες θεατρικές παραγωγές στο ενεργητικό της, βασισμένες σε μια τέχνη της λεπτομέρειας και σε μια σκηνοθεσία που έχει την προσωπική της σφραγίδα, η Μνουσκίν έρχεται ξανά στη χώρα μας, αυτή τη φορά παρέα με τους «Ναυαγούς της τρελής ελπίδας».
Ολα ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 2008 και ενώ το Θέατρο του Ηλιου είχε αποφασίσει να ανεβάσει Σαίξπηρ . Τότε ήταν που έπεσε στα χέρια της το μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν «Οι ναυαγοί της τρελής ελπίδας». Αμέσως αποφάσισε να αλλάξει πορεία και να στραφεί σε αυτό το σχεδόν άγνωστο έργο του συγγραφέα, που δημοσιεύθηκε μετά τον θάνατό του. Τον Σεπτέμβριο του 2008, επιστρέφοντας από τις καλοκαιρινές διακοπές της, το πρότεινε στην ομάδα της και όλοι μαζί ξεκίνησαν τη δουλειά. Οι πρόβες διήρκεσαν 11 μήνες, σε 15ωρη καθημερινή βάση, χρόνοςρεκόρ ακόμη και για τη Μνουσκίν, η οποία συνηθίζει να προετοιμάζει επί μακρόν τις παραγωγές της. Οπως ομολογεί, εξαρχής είχαν γεννηθεί μέσα της οι ιδέες για την παράσταση, όχι όμως και ο τρόπος με τον οποίο θα τις υλοποιούσε.
Οι «Ναυαγοί», που έκαναν πρεμιέρα στην Καρτουσερί, το θεατρικό της στέκι στο Παρίσι, εξακολουθούν να περιοδεύουν με ξεχωριστή επιτυχία. Στην Αθήνα έρχονται στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, για οκτώ παραστάσεις, έτσι ώστε να δοθεί και στους Ελληνες η δυνατότητα να ζήσουν αυ τή την ξεχωριστή εμπειρία. Η Μνουσκίν με το Θέατρο του Ηλιου έχουν συμμετάσχει δύο φορές στο παρελθόν στο φεστιβάλ, ύστερα από πρόσκληση του Γιώργου Λούκου, υπεύθυνου και για την εφετινή άφιξή τους.
- Κυρία Μνουσκίν,οι «ναυαγοί» της οικονομικής κρίσης έχουν ελπίδα να διασωθούν;
«Αν υπάρξει τιμιότητα, αδελφοσύνη... Ο Ντε Γκωλ είπε μια μέρα στον Μαλρό ότι η πιο μεγάλη μας αποτυχία είναι ότι δεν μπορέσαμε να μάθουμε, να διδάξουμε στην μπουρζουαζία του χρήματος το ενδιαφέρον για το γενικό καλό. Εγώ περιμένω εκείνον ή εκείνη που θα δώσει περιεχόμενο στην έννοια του γενικού καλού. Και αυτό δεν γίνεται χωρίζοντας τους ανθρώπους».
- Πιστεύετε στην ύπαρξη πραγματικής αλήθειας; Μαθαίνουμε τις αλήθειες;
«Ναι, και πρέπει να πολεμάμε γι΄ αυτό».
- Ο πατέρας σας ήταν κινηματογραφικός παραγωγός,εσείς όμως στραφήκατε στο θέατρο. Τι του οφείλετε;
«Το γεγονός ότι με οδήγησε στα κινηματογραφικά πλατό έπαιξε ρόλο. Διάλεξα το θέατρο τελικά. Ισως επειδή το θέατρο είναι λίγο πιο προσωπική υπόθεση και μπορεί να γίνει στην αρχή χωρίς χρήματα. Σινεμά όμως χωρίς λεφτά δεν γίνεται, ούτε στην αρχή. Τα πρώτα δύο-τρία χρόνια δεν είχαμε λεφτά. Μετά το τρίτο μας θέαμα γνωρίσαμε τεράστια επιτυχία και έτσι ήρθε μια πρώτη, μικρή επιχορήγηση. Το θέατρο για να γίνει χρειάστηκε μια παρέα φίλων και πολλή τρέλα. Σήμερα μπορεί να είναι αλλιώς».
- Πώς και ξέρατε εξαρχής ότι οι «Ναυαγοί της τρελής ελπίδας» δεν θα είναι μια άμεση παράσταση;
«Αυτό είναι το μόνιμο πρόβλημα της μεταφοράς ενός μυθιστορήματος στη σκηνή. Κινδυνεύει να γίνει μια εικονογράφηση του κειμένου. Στο θέατρο θέλω να ξέρω ποιος λέει την ιστορία. Και κυρίως αυτή η ιδέα μού επέτρεπε να κάνω σινεμά: Να φτιάξω μεγάλες σκηνές, που ωστόσο να φαίνονται μικρές. Είναι μια δουλειά που οδηγεί το βλέμμα του θεατή σαν κάμερα».
- Η ομάδα των κινηματογραφιστών στην παράσταση έχει ομοιότητες με τη θεατρική σας ομάδα,το Θέατρο του Ηλιου...
«Ναι, έχει λίγες, αλλά όχι επί τούτου. Προέκυψε».
- Σαν να παρακολουθούμε τις περιπέτειές σας...
«Είναι φυσικό πάντως. Και στην παράσταση και στο θέατρο μιλάμε για μια ομάδα καλλιτεχνών που κάνει τέχνη».
- Το στοιχείο του βωβού σε τι σας χρησίμευσε;
«Στο να ξαναφρεσκάρω τις λέξεις. Αν τις πούμε δυνατά, χάνουν το νόημά τους, μοιάζουν ακόμη και γελοίες. Οταν όμως τις διαβάζουμε, χανόμαστε μέσα τους».
- Ουτοπία και βαρβαρότητα είναι δύο έννοιες καθοριστικές για την παράσταση.Ποια είναι σήμερα η βαρβαρότητα;
«Η βαρβαρότητα εκφράζεται με πάρα πολλούς τρόπους- όπως ενάντια στις γυναίκες. Κυρίως όμως θα έλεγα ότι βαρβαρότητα σήμερα σημαίνει να χάνεις τη συνείδησή σου. Να μην καταλαβαίνεις τον πόνο, την κατάσταση, την ύπαρξη του άλλου. Η βαρβαρότητα εκφράζεται παντού. Μια Αφγανή που πετροβολείται επειδή κοίταξε έναν άλλον άνδρα... Αυτή είναι μια παμπάλαια και ηλίθια συνήθεια. Δεν υπάρχει σήμερα μία βαρβαρότητα, αλλά πολλές».
- Και η ουτοπία τι είναι; Η τέχνη; «Οχι. Ουτοπία είναι αυτό που ακόμη δεν πραγματοποιήθηκε».
- Ενώ είναι ρεαλιστικό; «Ναι, βέβαια. Πιστεύω ότι η ουτο πία είναι πραγματοποιήσιμη. Μια μέρα θα πραγματοποιηθεί. Ουτοπία δεν είναι το αδύνατον. Είναι αυτό που ευχόμαστε να πραγματοποιηθεί».
- Η τέχνη είναι ένα μέσο προς την ουτοπία; Είναι μια λύση;
«Ξέρω ότι η τέχνη είναι ένα μέσο για να πολεμήσεις τη βαρβαρότητα. Η βαρβαρότητα είναι μια απολύτως σύγχρονη λέξη. Η εποχή μας είναι βάρβαρη: Αλλοι επιστρέφουν σε θρησκείες και παραδόσεις εξαιρετικά άγριες και ό,τι ανακοινώνουν ως πρόοδο μου μοιάζει βάρβαρο. Πιστεύω ότι με την τέχνη εκπολιτίζεται ο άνθρωπος, τον βοηθά να διατηρήσει τη συνείδησή του, να παραμείνει ξύπνιος. Λύση όμως δεν είναι η τέχνη- δεν ανήκω σε αυτούς που θεωρούν ότι ολόκληρη η ζωή μπορεί να είναι αρμονική, μόνο κάποιες στιγμές της. Η λύση βρίσκεται αλλού: στην ισότητα».
- Νιώθετε μόνη μέσα στην κοινωνία με τον τρόπο που δουλεύετε; «Και όμως, υπάρχουν κι άλλοι πολλοί, εδώ στη Γαλλία, αλλά και στην Ελλάδα και αλλού, που, αν και δεν τους δίνουν τον λόγο, κάνουν πολλά. Δημιουργούν. Πολλοί πολεμούν, αλλά δεν μιλάμε ποτέ γι΄ αυτούς. Ούτε εσείς οι δημοσιογράφοι βοηθάτε όμως. Πολλοί μάχονται για να μη βασιλεύσει παντού η βαρβαρότητα».
- Εσείς όμως καταφέρατε να κάνετε την ομάδα σας γνωστή παγκοσμίως.
«Δεν θέλω όμως να είμαι μόνη. Μου λένε συχνά “είστε η τελευταία”. Εγώ λοιπόν δεν θέλω να είμαι η τελευταία, θέλω να είμαι η πρώτη. Οταν έρχομαι σε επαφή με τους νέους, νιώθω ότι είμαστε πρώτοι».
- Αλήθεια, είπατε ποτέ «φτάνει πια»;
«Πολλές φορές το έχω πει αυτό, αλλά δεν ήταν εξαιτίας του θεάτρου, ήταν επειδή κάτι με είχε πονέσει. Πάντα όμως βρίσκεται κάποιος δίπλα μου και με παροτρύνει να το ξεπεράσω, να συνεχίσω».
- Στους «Ναυαγούς της τρελής ελπίδας» χρησιμοποιείτε ένα μότο που παραπέμπει ευθέως στα ιδανικά της Γαλλικής Επανάστασης. «Ναι. Η Ελευθερία είναι η βάση. Η Ισότητα είναι το μέσο. Η Αδελφοσύνη είναι ο στόχος».
ΠΟΛΥΘΕΑΜΑ ΜΕ 36 ΗΘΟΠΟΙΟΥΣ-ΕΡΓΑΤΕΣ
Αμεση αλλά όχι οικεία,η Αριάν Μνουσκίν κινείται,όπως το συνηθίζει,ανάμεσα στο κοινό: Από τα γκισέ των εισιτηρίων ως το πέρασμα των θεατών στις θέσεις τους,η γαλλίδα σκηνοθέτρια συμμετέχει σε όλα τα στάδια της παράστασης.Οι «Ναυαγοί της τρελής ελπίδας»,η τελευταία παραγωγή του Θεάτρου του Ηλιου,παίρνει ως αφετηρία το ομώνυμο μυθιστόρημα του Ιουλίου Βερν: ένα καράβι ναυαγεί πάνω σε ένα νησί στη Γη του Πυρός.Εκεί οι επιβάτες αποφασίζουν να ξαναχτίσουν μια κοινωνία στην οποία οι λευκοί θα μοιραστούν τα ίδια δικαιώματα με τους Ινδιάνους.Το χρυσάφι όμως μπορεί να ξυπνήσει πάθη και έριδες... Οι «Ναυαγοί» της Μνουσκίν δεν είναι παρά μια παρέα κινηματογραφιστών που στις 28 Ιουνίου του 1914 επιχειρεί να αναπαραστήσει κινηματογραφικά την ιστορία, σε μιαν άγρια εποχή, όπου η ουτοπία και η βαρβαρότητα θα καθορίσουν τον νέο αιώνα. Πλημμυρισμένο από μουσική την οποία ερμηνεύει επί σκηνής με πολλά και διαφορετικά όργανα ο συνθέτηςΖαν-Ζακ Λεμέτρ - ακούγονται αποσπάσματα από μεγάλα κλασικά έργα, αλλά και δικά του-, το θέαμα εντυπωσιάζει με το μέγεθος, τον πολυάριθμο θίασο, τις διαρκείς εναλλαγές.
Με στοιχεία θεάτρου μέσα στο θέατρο και (βωβού) κινηματογράφου μέσα στο θέατρο, οι «Ναυαγοί της τρελής ελπίδας» ξεσηκώνουν, συγκινούν, προσφέρουν γέλιο και σε κάνουν να σκεφτείς.
Αισθητικά και υποκριτικά άψογη, η παράσταση σε χορταίνει με τις εικόνες και τα βαθιά της νοήματα καθώς η χρήση του βωβού κινηματογράφου σε εκπλήσσει με την πρωτοτυπία της. Επάνω στην πλατιά και μεγάλου ύψους σκηνή, 36 άνθρωποι δεν σταματούν να κινούνται, να ερμηνεύουν και να συμβάλλουν στην εξέλιξη της υπόθεσης, καθώς και στις εναλλαγές των σκηνών- αφού εκτός από ηθοποιοί είναι και πραγματικοί εργάτες του θεάτρου.
«Η υπόθεση Στρος-Καν με πληγώνει βαθιά»
Πώς σχολιάζει η Αριάν Μνουσκίν, μια γαλλίδα σοσιαλίστρια, τα πρόσφατα γεγονότα με τον Ντομινίκ Στρος-Καν; «Πρόκειται για μια ανυπόφορη ιστορία,όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα.Αν είναι αλήθεια,σημαίνει ότι είναι τρελός.Σε διαφορετική περίπτωση,είναι τρομακτικό.Αν είναι κατά το ήμισυ αληθές και του έστησαν παγίδα- πράγμα που μου φαίνεται και πιο πιθανό-, είναι επίσης τρομακτικό. Σε κάθε περίπτωση είναι μια ιστορία που με πληγώνει βαθιά. Υπάρχει πόνος και από τις δύο πλευρές.Τι να πω...Το σοκ είναι τρομερό». - Τον εκτιμάτε ως πολιτικό; «Δεν ήταν ο υποψήφιός μου- εγώ υποστήριζα και υποστηρίζω τη Σεγκολέν Ρουαγιάλ . Αλλά ότι έκανε καλή δουλειά στο ΔΝΤ, πράγμα που και εσείς οι Ελληνες πιστεύετε, είναι επίσης αλήθεια. Πάντως είναι ανυπόφορο για την κοπέλα, αν έχει συμβεί. Είναι ανυπόφορο για τον ίδιο, είτε έχει συμβεί είτε όχι. Αν όμως συνέβη, σκέφτομαι πρώτα την κοπέλα».
- Πώς είδατε τον ρόλο των ΜΜΕ σε αυτή την υπόθεση;
«Αν ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν την υπόθεση οδηγήσει σε μείωση των βίαιων σεξουαλικών περιστατικών, τότε δεν έχω να προσθέσω τίποτε. Αλλά δεν το πιστεύω. Οσο δεν ξέρουμε την πραγματική αλήθεια, είναι καλύτερα να σωπαίνουμε. Το μόνο που γνωρίζαμε ήταν η αδυναμία του στις γυναίκες και ότι αυτή θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εναντίον του. Γι΄ αυτό αναρωτιέμαι αν του την έστησαν, επειδή ήξεραν τις αδυναμίες του. Η Γαλλία σήμερα ζει έναν εφιάλτη. Και μέσα σε αυτόν τον εφιάλτη προστέθηκε η υπόθεση Στρος-Καν».
- Υπάρχουν σήμερα οι μεγάλοι δάσκαλοι στην τέχνη,στην πολιτική,στη ζωή;
«Οχι. Και εγώ περιμένω μια φωνή να με εμπνεύσει. Περιμένω και εγώ έναν άνδρα ή μια γυναίκα να μας οδηγήσει εκεί που ονειρευόμαστε. Χάσαμε και τη γλώσσα μας, τις λέξεις μας. Δεν ξέρω πώς είναι σε εσάς οι πολιτικοί άνδρες, αλλά σε εμάς είναι φτωχοί στον λόγο. Λείπει η παιδεία. Είναι αλήθεια ότι ζούμε σε μια σκοτεινή περίοδο».
Πηγή: Το Βήμα
Δημοσιεύθηκε στις 29/05/2011
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire