Πέτρος Παπαπολυβίου
Οι Άγγλοι πίστευαν ότι οι Κύπριοι ήταν αδύνατο να εξεγερθούν το 1955 - 1959
Με την Αντιγόνη Σολομονίδου Δρουσιώτη
Η Βρετανία, σύμφωνα με τον ιστορικό, αναπληρωτή καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Πέτρο Παπαπολυβίου, στο στρατιωτικό και ηθικό επίπεδο ηττήθηκε στην Κύπρο κατά τη διάρκεια του Απελευθερωτικού Αγώνα και οι 371 πεσόντες ή αποβιώσαντες, δείχνουν το μέγεθος της διαχρονικής αποικιακής αποτυχίας. Αναλύοντας την έκπληξη των Άγγλων από τις εκρήξεις της 1ης Απριλίου 1955, τονίζει πως και κυβερνήτες που είχαν υπηρετήσει στην Κύπρο για πολλά χρόνια, πίστευαν ότι οι Κύπριοι ήταν αδύνατο να εξεγερθούν και απέδιδαν σε αυτούς, επηρεασμένοι από τον παραδοσιακό αποικιοκρατικό ρατσισμό, «νωθρότητα», «δειλία» και «υποτέλεια». Μια από τις μια μεγαλύτερες εκπλήξεις της ερευνητικής του δραστηριότητας θεωρεί την άγνωστη επιστολή του Εζεκία Παπαϊωάννου προς την κομματική ηγεσία του ΚΚΕ, το καλοκαίρι του 1951, όπου φαίνεται καθαρά ότι το ΑΚΕΛ σκεφτόταν σοβαρά την οργάνωση αντάρτικου στην Κύπρο εναντίον των Βρετανών. Διέθετε, μάλιστα, και τον σχετικό οπλισμό, που αναφέρεται συγκεκριμένα.
Πρώτη Απριλίου σήμερα, η μνήμη ξεθωριάζει μετά από 57 χρόνια;
Όσοι έζησαν εκείνες τις ώρες αποκλείεται να ξεχάσουν ποτέ εκείνο το
χαρμόσυνο σκίρτημα ενθουσιασμού, ειδικά εάν με οποιονδήποτε τρόπο είχαν
πάρει μέρος στην προετοιμασία και στην πραγματοποίηση των πρώτων
ενεργειών της ΕΟΚΑ.
Η μνήμη είναι επιλεκτική; Η μνήμη, τόσο η προσωπική όσο και η συλλογική, έχει τους δικούς της
μηχανισμούς. Επιλέγει άλλοτε να ωραιοποιεί, άλλοτε να εξιδανικεύει κι
άλλοτε να απωθεί και να διαγράφει. Διαφορετικά θα γράψει κάποιος τις
αναμνήσεις του ή τα απομνημονεύματά του εν θερμώ, αμέσως ύστερα από ένα
γεγονός και διαφορετικά μετά από τριάντα ή πενήντα χρόνια. Δεν είναι
μόνο ο χρόνος, «όστις τα πάντα μεταβάλλει», αλλά κυρίως όσα μεσολαβούν
στο μεταξύ και διαφοροποιούν τη στάση του καθενός, τη φιλοσοφία και τις
αντιλήψεις του.
Η δική σας μνήμη τι επιλέγει σήμερα το πρωί;
Μια νοερή επίσκεψη στα Φυλακισμένα Μνήματα και σε όσους έχασαν τη ζωή
τους κατά το 1955-1959 αγωνιζόμενοι υπέρ της κυπριακής ελευθερίας.
Γεννημένος με τη Δημοκρατία, το 1960, πότε ακούσατε για πρώτη φορά για τον Απελευθερωτικό Αγώνα;
Από τις πιο έντονες εικόνες των παιδικών μου χρόνων είναι οι εορτασμοί για την 25η Μαρτίου και την 1η Απριλίου στον κινηματογράφο «Σίνε Ίρις» στη Λάπηθο και τα θεατρικά έργα που ήταν εμπνευσμένα από τον αγώνα της ΕΟΚΑ. Θυμάμαι μια συγκλονιστική αναπαράσταση του θανάτου του Μόδεστου Παντελή. Από τα παιδικά διαβάσματα δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μεγάλη συγκίνηση από τις συγκλονιστικές επιστολές του Ευαγόρα Παλληκαρίδη και τον «Αποχαιρετισμό» του Γιάννη Ρίτσου.
Γεννηθήκατε 1η Ιουλίου 1960, την ημέρα που είχε επέλθει η τελική συμφωνία για το ζήτημα των Βάσεων και απέμενε η ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Άδοξο το τέλος του Αγώνα; Αυτό είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση. «Άδοξο» δεν μπορεί να ήταν, αφού όταν κατέβηκαν από τα βουνά οι αντάρτες της ΕΟΚΑ, τους περίμεναν χιλιάδες συμπατριώτες τους για να τους αποθεώσουν, ενώ στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο όταν επέστρεψε από την εξορία και την υπογραφή των συμφωνιών της ανεξαρτησίας επιφυλάχθηκε θριαμβευτική υποδοχή, σε μια από τις μεγαλύτερες λαϊκές συγκεντρώσεις που έγιναν ποτέ στην κυπριακή ιστορία. Βέβαια, ο κύριος στόχος του αγώνα, η ένωση με την Ελλάδα δεν επιτεύχθηκε, όμως αυτό δεν μείωνε τον κυπριακό ενθουσιασμό εκείνη την εποχή. Τα προβλήματα άρχισαν να συνειδητοποιούνται σταδιακά. Από την άλλη, η Βρετανία μπορεί να πέτυχε με την παραμονή των Βάσεων και τα πρωτοφανή για το διεθνές δίκαιο εγγυητικά δικαιώματα τα βασικά ζητούμενα της αποικιακής πολιτικής, αλλά στο στρατιωτικό και ηθικό επίπεδο ηττήθηκε στην Κύπρο το 1955-1959. Και μόνο ότι για περισσότερα από πενήντα χρόνια οι βρετανικές Αρχές επέμεναν ότι οι απώλειες τους στην Κύπρο το 1955-1959 ήταν περίπου 100-110 πεσόντες στρατιωτικοί, κατευθύνοντας σκοπίμως στρεβλά την ιστοριογραφία και την κοινή γνώμη, ενώ μόλις πρόσφατα μάθαμε ότι ο ακριβής αριθμός ήταν σχεδόν τετραπλάσιος (371 πεσόντες ή αποβιώσαντες) δείχνει το μέγεθος της διαχρονικής αποικιακής αποτυχίας.
Τι σας έχει συγκινήσει ιδιαίτερα; Πέρα από τη θυσία τόσων νέων ανθρώπων στη διεκδίκηση του μεγαλύτερου ανθρώπινου ιδανικού, της ελευθερίας, συγκλονιστικό είναι το κεφάλαιο των βασανιστηρίων που τσάκισε ψυχολογικά και σωματικά δεκάδες προσωπικότητες, αλλά ανέδειξε και ατσάλινες ψυχές. Επίσης ιδιαίτερη συγκίνηση προκαλεί το κεφάλαιο των κατοίκων της υπαίθρου που πρόσφεραν με τόσους κινδύνους καταφύγιο, τροφή και στέγη στις ανταρτικές ομάδες, αλλά και η συμμετοχή της νεολαίας και των γυναικών.
Τι σας έχει παραξενέψει; Η βρετανική παντελής υποτίμηση των κυπριακών συνθηκών πριν από την 1η Απριλίου 1995 και της δυνατότητας ένοπλης εξέγερσης στην Κύπρο. Είναι ένα κλασικό παράδειγμα παταγώδους αποτυχίας της αποικιακής πολιτικής που δείχνει και την τεράστια απόσταση των Βρετανών κυβερνητικών υπαλλήλων από την καθημερινότητα, τα προβλήματα και τα αιτήματα του απλού Κύπριου. Ακόμη και κυβερνήτες που είχαν υπηρετήσει στην Κύπρο για πολλά χρόνια, όπως ο Αndrew Wright, πίστευαν ότι οι Κύπριοι ήταν αδύνατο να εξεγερθούν και απέδιδαν σε αυτούς, επηρεασμένοι από τον παραδοσιακό αποικιοκρατικό ρατσισμό, «νωθρότητα», «δειλία» και «υποτέλεια». Η έκπληξή τους από τις εκρήξεις της 1ης Απριλίου 1955 ήταν απόλυτα ειλικρινής. Σήμερα, η ανάγνωση των εκθέσεών τους προκαλεί θυμηδία στο μελετητή, καθώς διαβάζει τις διαβεβαιώσεις τους ότι εάν υπάρχει ένα μέρος της Αυτοκρατορίας που δεν επρόκειτο ποτέ να εξεγερθεί αυτή ήταν η Κύπρος.
Πότε σας κέντρισε το ενδιαφέρον η έρευνα για τον Απελευθερωτικό Αγώνα και γιατί; Τα τελευταία δέκα χρόνια ασχολούμαι πιο συστηματικά με τη δεκαετία του 1950 στα πλαίσια της γενικότερης ενασχόλησής μου με την ιστορία της Κύπρου στην Αγγλοκρατία. Στα μαθήματά μου στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου περιλαμβάνεται και ένα ερευνητικό σεμινάριο για την ΕΟΚΑ, όπου οι τελειόφοιτοί μας έχουν τη δυνατότητα να ερευνούν άγνωστες πτυχές του αγώνα, ακόμη και αυτές που θεωρούνται στο δημόσιο διάλογο για την ιστορία «ακανθώδεις». Τέλος, η άμεση εμπλοκή μου στην οργάνωση μιας σειράς διαλέξεων από το Ίδρυμα Απελευθερωτικού Αγώνα και το ΣΙΜΑΕ μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω πολλούς αγωνιστές και να μάθω πολλά.
Υπάρχουν ντοκουμέντα πάνω στα οποία να μπορεί ο σημερινός ερευνητής να γράψει τεκμηριωμένα για τον Απελευθερωτικό Αγώνα ή όλα είναι φορτισμένα από τα προσωπικά βιώματα; Μέχρι και σήμερα ο μεγαλύτερος όγκος αρχειακού υλικού για την περίοδο του αγώνα της ΕΟΚΑ που είναι στη διάθεση των ερευνητών βρίσκεται στα βρετανικά αρχεία. Από τα ελληνικά διπλωματικά έγγραφα της περιόδου ελάχιστα είναι διαθέσιμα, ενώ ακόμη χειρότερα είναι τα πράγματα για τα «κυπριακά» αρχεία. Αυτό δυσκολεύει το έργο του ιστορικού για τη συνολική αποτίμηση του Αγώνα. Κατά τα τελευταία χρόνια έχουν εκδοθεί πολλά βιβλία με αναμνήσεις αγωνιστών του 1955-1959, που καταγράφουν σημαντικές προσωπικές καταθέσεις και μαρτυρίες, ενώ αντίστοιχα αυξάνονται και τα κείμενα βετεράνων του βρετανικού στρατού που υπηρέτησαν στην Κύπρο. Αυτά φωτίζουν επιμέρους πτυχές του Αγώνα και βοηθούν στην κατανόηση της εποχής. Μακάρι να έχουν σωθεί σημαντικά τμήματα των προσωπικών αρχείων του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και του Γ. Γρίβα - Διγενή και κάποτε να ανοίξουν για τους ερευνητές, ώστε να έχουμε πλήρη αντίληψη των γεγονότων, και να απαντηθούν και ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα.
Γεννημένος με τη Δημοκρατία, το 1960, πότε ακούσατε για πρώτη φορά για τον Απελευθερωτικό Αγώνα;
Από τις πιο έντονες εικόνες των παιδικών μου χρόνων είναι οι εορτασμοί για την 25η Μαρτίου και την 1η Απριλίου στον κινηματογράφο «Σίνε Ίρις» στη Λάπηθο και τα θεατρικά έργα που ήταν εμπνευσμένα από τον αγώνα της ΕΟΚΑ. Θυμάμαι μια συγκλονιστική αναπαράσταση του θανάτου του Μόδεστου Παντελή. Από τα παιδικά διαβάσματα δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μεγάλη συγκίνηση από τις συγκλονιστικές επιστολές του Ευαγόρα Παλληκαρίδη και τον «Αποχαιρετισμό» του Γιάννη Ρίτσου.
Γεννηθήκατε 1η Ιουλίου 1960, την ημέρα που είχε επέλθει η τελική συμφωνία για το ζήτημα των Βάσεων και απέμενε η ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Άδοξο το τέλος του Αγώνα; Αυτό είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση. «Άδοξο» δεν μπορεί να ήταν, αφού όταν κατέβηκαν από τα βουνά οι αντάρτες της ΕΟΚΑ, τους περίμεναν χιλιάδες συμπατριώτες τους για να τους αποθεώσουν, ενώ στον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο όταν επέστρεψε από την εξορία και την υπογραφή των συμφωνιών της ανεξαρτησίας επιφυλάχθηκε θριαμβευτική υποδοχή, σε μια από τις μεγαλύτερες λαϊκές συγκεντρώσεις που έγιναν ποτέ στην κυπριακή ιστορία. Βέβαια, ο κύριος στόχος του αγώνα, η ένωση με την Ελλάδα δεν επιτεύχθηκε, όμως αυτό δεν μείωνε τον κυπριακό ενθουσιασμό εκείνη την εποχή. Τα προβλήματα άρχισαν να συνειδητοποιούνται σταδιακά. Από την άλλη, η Βρετανία μπορεί να πέτυχε με την παραμονή των Βάσεων και τα πρωτοφανή για το διεθνές δίκαιο εγγυητικά δικαιώματα τα βασικά ζητούμενα της αποικιακής πολιτικής, αλλά στο στρατιωτικό και ηθικό επίπεδο ηττήθηκε στην Κύπρο το 1955-1959. Και μόνο ότι για περισσότερα από πενήντα χρόνια οι βρετανικές Αρχές επέμεναν ότι οι απώλειες τους στην Κύπρο το 1955-1959 ήταν περίπου 100-110 πεσόντες στρατιωτικοί, κατευθύνοντας σκοπίμως στρεβλά την ιστοριογραφία και την κοινή γνώμη, ενώ μόλις πρόσφατα μάθαμε ότι ο ακριβής αριθμός ήταν σχεδόν τετραπλάσιος (371 πεσόντες ή αποβιώσαντες) δείχνει το μέγεθος της διαχρονικής αποικιακής αποτυχίας.
Τι σας έχει συγκινήσει ιδιαίτερα; Πέρα από τη θυσία τόσων νέων ανθρώπων στη διεκδίκηση του μεγαλύτερου ανθρώπινου ιδανικού, της ελευθερίας, συγκλονιστικό είναι το κεφάλαιο των βασανιστηρίων που τσάκισε ψυχολογικά και σωματικά δεκάδες προσωπικότητες, αλλά ανέδειξε και ατσάλινες ψυχές. Επίσης ιδιαίτερη συγκίνηση προκαλεί το κεφάλαιο των κατοίκων της υπαίθρου που πρόσφεραν με τόσους κινδύνους καταφύγιο, τροφή και στέγη στις ανταρτικές ομάδες, αλλά και η συμμετοχή της νεολαίας και των γυναικών.
Τι σας έχει παραξενέψει; Η βρετανική παντελής υποτίμηση των κυπριακών συνθηκών πριν από την 1η Απριλίου 1995 και της δυνατότητας ένοπλης εξέγερσης στην Κύπρο. Είναι ένα κλασικό παράδειγμα παταγώδους αποτυχίας της αποικιακής πολιτικής που δείχνει και την τεράστια απόσταση των Βρετανών κυβερνητικών υπαλλήλων από την καθημερινότητα, τα προβλήματα και τα αιτήματα του απλού Κύπριου. Ακόμη και κυβερνήτες που είχαν υπηρετήσει στην Κύπρο για πολλά χρόνια, όπως ο Αndrew Wright, πίστευαν ότι οι Κύπριοι ήταν αδύνατο να εξεγερθούν και απέδιδαν σε αυτούς, επηρεασμένοι από τον παραδοσιακό αποικιοκρατικό ρατσισμό, «νωθρότητα», «δειλία» και «υποτέλεια». Η έκπληξή τους από τις εκρήξεις της 1ης Απριλίου 1955 ήταν απόλυτα ειλικρινής. Σήμερα, η ανάγνωση των εκθέσεών τους προκαλεί θυμηδία στο μελετητή, καθώς διαβάζει τις διαβεβαιώσεις τους ότι εάν υπάρχει ένα μέρος της Αυτοκρατορίας που δεν επρόκειτο ποτέ να εξεγερθεί αυτή ήταν η Κύπρος.
Πότε σας κέντρισε το ενδιαφέρον η έρευνα για τον Απελευθερωτικό Αγώνα και γιατί; Τα τελευταία δέκα χρόνια ασχολούμαι πιο συστηματικά με τη δεκαετία του 1950 στα πλαίσια της γενικότερης ενασχόλησής μου με την ιστορία της Κύπρου στην Αγγλοκρατία. Στα μαθήματά μου στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου περιλαμβάνεται και ένα ερευνητικό σεμινάριο για την ΕΟΚΑ, όπου οι τελειόφοιτοί μας έχουν τη δυνατότητα να ερευνούν άγνωστες πτυχές του αγώνα, ακόμη και αυτές που θεωρούνται στο δημόσιο διάλογο για την ιστορία «ακανθώδεις». Τέλος, η άμεση εμπλοκή μου στην οργάνωση μιας σειράς διαλέξεων από το Ίδρυμα Απελευθερωτικού Αγώνα και το ΣΙΜΑΕ μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω πολλούς αγωνιστές και να μάθω πολλά.
Υπάρχουν ντοκουμέντα πάνω στα οποία να μπορεί ο σημερινός ερευνητής να γράψει τεκμηριωμένα για τον Απελευθερωτικό Αγώνα ή όλα είναι φορτισμένα από τα προσωπικά βιώματα; Μέχρι και σήμερα ο μεγαλύτερος όγκος αρχειακού υλικού για την περίοδο του αγώνα της ΕΟΚΑ που είναι στη διάθεση των ερευνητών βρίσκεται στα βρετανικά αρχεία. Από τα ελληνικά διπλωματικά έγγραφα της περιόδου ελάχιστα είναι διαθέσιμα, ενώ ακόμη χειρότερα είναι τα πράγματα για τα «κυπριακά» αρχεία. Αυτό δυσκολεύει το έργο του ιστορικού για τη συνολική αποτίμηση του Αγώνα. Κατά τα τελευταία χρόνια έχουν εκδοθεί πολλά βιβλία με αναμνήσεις αγωνιστών του 1955-1959, που καταγράφουν σημαντικές προσωπικές καταθέσεις και μαρτυρίες, ενώ αντίστοιχα αυξάνονται και τα κείμενα βετεράνων του βρετανικού στρατού που υπηρέτησαν στην Κύπρο. Αυτά φωτίζουν επιμέρους πτυχές του Αγώνα και βοηθούν στην κατανόηση της εποχής. Μακάρι να έχουν σωθεί σημαντικά τμήματα των προσωπικών αρχείων του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και του Γ. Γρίβα - Διγενή και κάποτε να ανοίξουν για τους ερευνητές, ώστε να έχουμε πλήρη αντίληψη των γεγονότων, και να απαντηθούν και ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα.
Ποια είναι η κορυφαία ηρωική πράξη για σας; Στον αγώνα της
ΕΟΚΑ έγιναν πολλές πράξεις ηρωισμού και θα ήταν ασέβεια να επιχειρήσουμε
κάποια αξιολόγηση. Είναι συγκλονιστικές οι περιπτώσεις αυτοθυσίας όπως ο
θάνατος του Γρηγόρη Αυξεντίου, του Κυριάκου Μάτση και των τεσσάρων του
Αχυρώνα του Λιοπετρίου, ή τα περιστατικά όπου οι πεσόντες ήταν έφηβοι,
όπως ο Μάκης Γεωργάλλας, ο Πετράκης Γιάλλουρος, ο Ευαγόρας
Παλληκαρίδης, ο Παναγιώτης Τουμάζος και πολλοί άλλοι. Αξίζει, πιστεύω,
ιδιαίτερη μνεία σε όσους και όσες άντεξαν τα τρομερά βασανιστήρια στα
χέρια των ανακριτών τους, επιδεικνύοντας υπεράνθρωπες αντοχές και
ψυχικές δυνάμεις.
Ποια ήταν η εμπλοκή του ΑΚΕΛ στον Απελευθερωτικό Αγώνα; Η ηγεσία του ΑΚΕΛ καταδίκασε σχεδόν ακαριαία εν βρασμώ τις πρώτες εκρήξεις της ΕΟΚΑ, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιήσει στις σχετικές ανακοινώσεις υβριστικούς χαρακτηρισμούς, οι οποίοι φαίνονταν να δικαιολογούν τη στάση της ηγεσίας της ΕΟΚΑ (Αρχιεπίσκοπος Μακάριος και Γ. Γρίβας- Διγενής) που δεν επιθυμούσε την επίσημη ανάμειξη του ΑΚΕΛ στον απελευθερωτικό αγώνα, εξαιτίας της πόλωσης που αναφέραμε παραπάνω αλλά και της ανάγκης διαφύλαξης της «διεθνούς εικόνας» της οργάνωσης. Στην εξέλιξη του αγώνα της ΕΟΚΑ, βέβαια, πήραν μέρος και πολλά απλά στελέχη της Αριστεράς. Το 1957, η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΑΚΕΛ με απόφασή της επέμεινε ότι η στάση του κόμματος «έναντι του ένοπλου αγώνα της δεξιάς» ήταν σωστή, ομολογούσε, όμως, μια σειρά από λάθη απέναντι στην ΕΟΚΑ, με κυριότερο ότι «η ανακοίνωση του Π.Γ. τον Απρίλη του 1955, ήταν μια πολύ βιαστική και αψυχολόγητη ενέργεια, που πρόδινε σύγχυση και έλλειψη ψυχραιμίας». Πιστεύω ότι η δημοσίευση και ο επιστημονικός σχολιασμός των πολιτικών αποφάσεων του ΑΚΕΛ, της περιόδου 1955-1959, που δυστυχώς μέχρι σήμερα παραμένουν άγνωστες τόσο στους ερευνητές όσο και στο ευρύ κοινό, θα βοηθούσε πολύ στην κατανόηση των σχέσεων ΑΚΕΛ - ΕΟΚΑ.
Τι έφερε στο φως η έρευνα σας για την εποχή εκείνη; Μέχρι τώρα, εκτός από κάποιες γενικότερες μου δημοσιεύσεις για την εποχή, έχω δημοσιεύσει δύο επιστημονικά άρθρα για την περίοδο 1955-1959. Ένα για τη στάση της ελλαδικής Αριστεράς απέναντι στην ΕΟΚΑ και ένα για την «ταυτότητα του «προδότη» στον αγώνα της ΕΟΚΑ». Στα υπό έκδοση Πρακτικά του Συνεδρίου «Το Κυπριακό και το διεθνές σύστημα 1945-1974» που οργανώθηκε πέρσι από το «Κέντρο Μελετών Τάσσος Παπαδόπουλος» δημοσιεύω μια άγνωστη επιστολή του Εζεκία Παπαϊωάννου προς την κομματική ηγεσία του ΚΚΕ, το καλοκαίρι του 1951, όπου φαίνεται καθαρά ότι το ΑΚΕΛ σκεφτόταν σοβαρά την οργάνωση αντάρτικου στην Κύπρο εναντίον των Βρετανών και διέθετε, μάλιστα, και τον σχετικό οπλισμό, που αναφέρεται συγκεκριμένα. Ο εντοπισμός του εγγράφου σε ένα κομματικό αρχείο, στην Αθήνα, ήταν μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις της ερευνητικής μου δραστηριότητας. Πρόσφατα, με μεγαλύτερη έκπληξη εντόπισα στα ελληνικά αρχεία αλλά και σε αμερικανικά έγγραφα ότι τις σχετικές προετοιμασίες του ΑΚΕΛ το 1951 γνώριζε η ελληνική κυβέρνηση του Σοφοκλή Βενιζέλου που ειδοποίησε σχετικά τόσο τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο όσο και την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Η άγνωστη αυτή πτυχή διαφοροποιεί τις γνώσεις μας σχετικά με τη στάση του ΑΚΕΛ απέναντι στον ένοπλο αγώνα, ενώ δεν γνωρίζουμε και κατά πόσο επηρέασε τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο στις τελικές του αποφάσεις. Ταυτόχρονα, είναι ένα μικρό παράδειγμα ότι έχουμε ακόμη να μάθουμε πολλά για την περίοδο του 1955-1959, φτάνει να διαφυλάξουμε αυστηρά τον ιστορικό διάλογο στα επιστημονικά πλαίσια και να μην παρασυρθούμε από τις πολιτικές σκοπιμότητες που συντηρούν μια ακατανόητη κομματική αντιπαράθεση για την ΕΟΚΑ, σχεδόν εξήντα χρόνια ύστερα από την έναρξη του αγώνα.
Η σχέση ΑΚΕΛ και ΕΟΚΑ έχει παρεξηγηθεί;
Η πόλωση Δεξιάς - Αριστεράς στην κυπριακή κοινωνία δεν ήταν αποτέλεσμα της ίδρυσης και της δράσης της ΕΟΚΑ. Μια κάθετη τομή διαχώρισε καίρια τον κυπριακό μικρόκοσμο με οξύτητα από το 1948, λόγω των γεγονότων της χρονιάς εκείνης στην Κύπρο (συμμετοχή του ΑΚΕΛ στη Διασκεπτική, μητροπολιτικές εκλογές, απεργίες των μεταλλωρύχων και των οικοδόμων, «οικονομικός πόλεμος») και συμβάδιζε με τον εμφύλιο στην Ελλάδα και το διεθνές κλίμα του Ψυχρού Πολέμου. Εάν έχουμε υπόψη όλα τα παραπάνω μπορούμε να κατανοήσουμε τόσο την εκατέρωθεν καχυποψία, όσο και την τελική άρνηση των δύο πλευρών για συνεργασία. Πάντως, σε διακηρυκτικό επίπεδο από το 1949 μέχρι το 1955 και τον αγώνα της ΕΟΚΑ, τόσο η Εθναρχία όσο και το ΑΚΕΛ υποστήριζαν με πάθος την ένωση με την Ελλάδα και υπήρχε σαφής διαγκωνισμός για το ποια παράταξη από τις δύο θα αποδεικνυόταν πιο «πατριωτική». Από την άλλη, ο χαρακτηρισμός της «προδοσίας» χρησιμοποιούνταν εκατέρωθεν πολύ συχνά σε κάθε υποψία «συμβιβασμού» ή «παραχωρήσεων» κατά το 1948-1955, απηχώντας και το μητροπολιτικό μετεμφυλιακό πρότυπο. Σε αυτό το πολωτικό κλίμα γεννήθηκε η ΕΟΚΑ.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire