Ουγγαρία: Η παραίτηση του προέδρου Παλ Σμιτ «σώζει» τον πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπάν
|
|
|
|
|
|
|
|
| Μπορεί μεν η παραίτηση Σμιτ να θεωρηθεί από κάποιους ως ένδειξη "αδυναμίας" η
"ήττα" του πρωθυπουργού, μιας και ο έμπιστός του πρόεδρος, πλήρως αναντίρρητα
ενέκρινε οποιαδήποτε πολιτική του απόφαση και εκατοντάδες νόμους τους
τελευταίους 20 μήνες, όμως ο Βίκτορ Ορμπάν διαθέτει την οξυδέρκεια να γνωρίζει
πως, συνεχίζοντας να αποδέχεται ένα τέτοιο "βαρίδι", θα έβλαπτε, ίσως
ανεπανόρθωτα, τη δική του πολιτική σταδιοδρομία. Βέβαια ο πρωθυπουργός, ακόμη και σήμερα, φάνηκε πως στηρίζει τον πρόεδρο,
έχοντας μάλιστα νωρίτερα χαρακτηρίσει "απαραβίαστο" το πρόσωπό του και
απαγορεύοντας στα κυβερνητικά και μη στελέχη του κυβερνώντος, με πλειοψηφία
δύο τρίτων, δεξιοεθνικιστικού κόμματός του "Ένωση Νεαρών Δημοκρατών",
οποιαδήποτε συζήτηση για παραίτηση Σμιτ, την οποία ζητούσε η πλειονότητά τους.
Όμως ο Βίκτορ Ορμπάν, ήδη από την περασμένη Παρασκευή, μετά την επονείδιστη για
τον πρόεδρο της χώρας απόφαση της επιτροπής ελέγχου του Πανεπιστημίου, για την
αφαίρεση του διδακτορικού του τίτλου, με 33 ψήφους "υπέρ" και μόλις τέσσερις
"κατά", "ένιπτε τας χείρας" του αποφαινόμενος πως έγκειται στον Παλ Σμιτ να
καθορίσει τη στάση του. Από την πλευρά του, ο μέχρι σήμερα πρόεδρος της χώρας, διακήρυττε ταυτόχρονα με
περισσή αυτοπεποίθηση την πρόθεσή του να παραμείνει στο ύπατο αξίωμα, στο
οποίο, όπως διατεινόταν, δεν είχε εκλεγεί λόγω του διδακτορικού του διπλώματος.
Σήμερα, αλλάζοντας την επιχειρηματολογία του και προτάσσοντας το "εθνικό
συμφέρον", επικαλέστηκε τον ενωτικό ρόλο του προέδρου στη βάση του
ουγγρικού
Συντάγματος και το ό,τι στην περίπτωσή του το "προσωπικό ζήτημα", μάλλον
διχάζει παρά ενώνει, για να καταλήξει στην ανακοίνωση της παραίτησής
του,
ανακοινώνοντας πως θα υποβάλει ένσταση κατά της πανεπιστημιακής
απόφασης. Όπως είχε αποκαλύψει, ήδη τον περασμένο Ιανουάριο, το ουγγρικό
εβδομαδιαίο
περιοδικό "hvg", προκαλώντας το σκάνδαλο εναντίον του Παλ Σμιτ, η
λογοκλοπή που
οδήγησε τελικά στην αφαίρεση του διδακτορικού τίτλου και στη σημερινή
παραίτησή
του συνίσταται στο γεγονός πως ο έως σήμερα πρόεδρος της χώρας, στη
διδακτορική
του διατριβή το 1992 για την ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων, είχε
αντιγράψει 180
σελίδες από βιβλίο του Βούλγαρου αθλητικού επιστήμονα Νικολάι
Γκεοργκίεφ.
'Αλλες 17 σελίδες είχε αντιγράψει από επιστημονική εργασία του Γερμανού Κλάους
Χάινεμαν και 10 σελίδες από ενημερωτικό φυλλάδιο της Διεθνούς Ολυμπιακής
Επιτροπής. Συνολικά, όπως τονιζόταν σχετικά, ένα ποσοστό 94,6% του περιεχομένου
της "διατριβής" να είναι απλά και μόνον μεταφρασμένα στα ουγγρικά, κλεμμένα
κείμενα άλλων. Στη Βουδαπέστη, Ορμπάν και Σμιτ φαίνεται να θεώρησαν αρχικά πως μπορούν να
αγνοήσουν το σκάνδαλο, ξεχνώντας πως ανάλογη υπόθεση λογοκλοπής προϋπήρξε για
υψηλά ιστάμενο πολιτικό, εκείνη στην κοντινή Γερμανία, του ομοϊδεάτη τους πρώην
υπουργού 'Αμυνας, Καρλ-Τέοντορ τσου Γκούτενμπεργκ, της Χριστιανοκοινωνικής
Ένωσης, που του στοίχισε τη θέση.
Βέβαια, ο Γκούτενμπεργκ, ήταν μόνον υπουργός και όχι αρχηγός κράτους και
μάλιστα "ιεραπόστολος του Έθνους", όπως πρόβαλε τον εαυτό του ο Παλ
Σμιτ, αλλά
και ο μέντοράς του ο πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν, ο οποίος, σημειωτέον,
τον
είχε επιβάλει ως πρόεδρο, κατά την εκλογή του από τη Βουλή, τον Ιούνιο
του
2010, παρά τις μαζικές αντιδράσεις της υπόλοιπης ηγεσίας του κόμματός
του. Ο σήμερα 69χρονος πρώην Ολυμπιονίκης και πρώην ευρωβουλευτής, Παλ
Σμιτ, υπήρξε
ο τέταρτος στη σειρά πρόεδρος της Ουγγαρίας μετά την αλλαγή καθεστώτος
του
1989.
Ως υποψήφιος του κυβερνώντος, με συνταγματική πλειοψηφία δύο τρίτων, κόμματος
Ένωση Νεαρών Δημοκρατών του πρωθυπουργού Βίκτορ Ορμπάν, ο Σμιτ είχε εκλεγεί
στο ύπατο αξίωμα της χώρας από το Κοινοβούλιο στις 29 Ιουνίου 2010, αποσπώντας
263 ψήφους (στο σύνολο των 386), έναντι των 59 ψήφων του αντιπάλου του,
υποψήφιου των Σοσιαλιστών της αντιπολίτευσης, 'Αντρας Μπάλοχ, Ούγγρου πρέσβη
στην Ταϊλάνδη. Όπως πριν, έτσι και μετά την εκλογή του, ο Παλ Σμιτ, επικρινόταν από την
αντιπολίτευση και από αναλυτές ως κομματικός στρατιώτης του κυβερνώντος
κόμματος, του οποίου υπήρξε και υπαρχηγός στο παρελθόν.
Τη σταδιοδρομία του ο Παλ Σμιτ είχε ξεκινήσει στον αθλητισμό στη διάρκεια της
κομμουνιστικής διακυβέρνησης στην Ουγγαρία, κατακτώντας ως μέλος της εθνικής
της ομάδας δύο φορές χρυσό μετάλλιο στην ξιφασκία στους Ολυμπιακούς Αγώνες το
1968 και 1972, για να συνεχίσει αργότερα ως υφυπουργός Αθλητισμού.
Ως μέλος της τότε κομμουνιστικής κυβέρνησης, ο Παλ Σμιτ δεν συμμετείχε, λόγω
απουσίας του στο εξωτερικό, στην λήψη της αντιδημοφιλούς απόφασης για
μποϊκοτάρισμα των Ολυμπιακών Αγώνων του Λος 'Αντζελες το 1984, από την Ουγγαρία
και άλλες χώρες του Συμφώνου της Βαρσοβίας.
Το γεγονός αυτό, όπως σημειώνουν σήμερα αναλυτές στη Βουδαπέστη, του εξασφάλισε
μετέπειτα μια μακρά σταδιοδρομία τόσο στη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή, όπου ήταν
έως την εκλογή του ως πρόεδρος της Ουγγαρίας, διευθυντής πρωτοκόλλου, όσο και
στην Ουγγρική Ολυμπιακή Επιτροπή της οποίας πρόεδρος διατελούσε ήδη από το
1989. Από τις πρώτες δεξιές κυβερνήσεις, μετά τις καθεστωτικές αλλαγές του 1989, ο
Παλ Σμιτ είχε αποσταλεί ως πρέσβης της Ουγγαρίας στη Μαδρίτη για να βρεθεί το
1998 ως υποψήφιος της Ένωσης Νεαρών Δημοκρατών του Βίκτορ Ορμπάν (στην οποία
ανήκει ως μέλος από το 1993) για το αξίωμα του δημάρχου Βουδαπέστης και να
ηττηθεί από τον φιλελεύθερο Γκάμπορ Ντέμσκι.
Στη συνέχεια, ο Παλ Σμιτ εκλέχτηκε υπαρχηγός του Ορμπάν στο κόμμα, για να
βρεθεί αργότερα ευρωβουλευτής του στις Βρυξέλλες και να αναλάβει, για σύντομο
διάστημα, πρόεδρος του Κοινοβουλίου, μετά τις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου
του 2010. Για τους επικριτές του, ο μέχρι σήμερα Ούγγρος πρόεδρος ως έμπιστος του,
στήριζε πλήρως την ούτως ή άλλως αυταρχική διακυβέρνηση του.
|
|
|
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire