«Η κοινωνία μας είναι ενωμένη μόνο ως προς την κοινή θλίψη», λέει ο σκηνοθέτης του «Αδικου Κόσμου», που παίζεται στα σινεμά και προσθέτει: «Δεν μπορεί επειδή καταρρέει η χώρα να σταματούν όλα»
ΑΝΤΑ ΔΑΛΙΑΚΑΕίναι γύρω στα μέσα Γενάρη όταν κάνουμε τη συνέντευξη με τον Φίλιππο Τσίτο για τον «Αδικο κόσμο», την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του, βραβευμένη με τα βραβεία σκηνοθεσίας και ανδρικής ερμηνείας (για τον πρωταγωνιστή Αντώνη Καφετζόπουλο) στο Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν. Μιλάμε τηλεφωνικά καθώς εκείνος βρίσκεται στο Βερολίνο, όπου είναι και η επαγγελματική του βάση, για τα γυρίσματα μιας τηλεταινίας για τη γερμανική τηλεόραση. Και συζητάμε -τι άλλο;- για την κοινωνική κρίση που πραγματεύεται ο «Αδικος Κόσμος» (προβάλλεται στις αίθουσες από τις 2 Φεβρουαρίου), μέσα από την ιστορία ενός αστυνομικού που προσπαθεί πεισματικά να είναι δίκαιος.
Τι σημαίνει για εσάς η διπλή βράβευση του «Αδικου Κόσμου» στο Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν;
Αποτελεί μια ελπίδα ότι η επόμενη ταινία θα χρηματοδοτηθεί πολύ πιο εύκολα. Η οποία βέβαια συνεχώς αποδεικνύεται φρούδα. Στην ουσία δεν βοηθάει το βραβείο εκτός αν είναι πολύ μεγάλο το φεστιβάλ. Αν η ταινία σου ξεκινάει από την Ελλάδα, ξεκινάς πάντα από την αρχή. Αυτό που σου μένει, τελικά, είναι μόνο η χαρά της στιγμής. Τρέφει λίγο και το εγώ σου, αλλά αυτό είναι δευτερεύον.
Η πρώτη ταινία που γυρίσατε στην Ελλάδα ήταν η «Ακαδημία Πλάτωνος» (τριπλά βραβευμένη στο Διεθνές Φεστιβάλ του Λοκάρνο). Πώς αποφασίσατε να μπείτε σε άλλη μία ελληνική «περιπέτεια»;
Η πρώτη ταινία δεν ήταν καμιά περιπέτεια. Χρηματοδοτήθηκε πολύ άνετα απ' όλες τις μεριές. Η δεύτερη ταινία περίμενα ότι θα χρηματοδοτηθεί πολύ πιο εύκολα, γιατί η προηγούμενη είχε επιτυχία. Αλλά κατέρρευσε η χώρα. Μπορεί η διαδρομή της Ελλάδας να την οδήγησε στην κατάρρευση, όμως η προσωπική μου διαδρομή ήταν ακριβώς το αντίθετο, γι' αυτό και αποφάσισα να κάνω την ταινία. Δεν μπορεί επειδή καταρρέει η χώρα να σταματούν όλα. Κάπως θα συνεχίσουμε.
Το σχέδιο για την ταινία ήταν παλιό;
Η ιδέα είναι πολύ παλιά. Πριν από έξι χρόνια, θέλαμε να κάνουμε μια ταινία για μια καθαρίστρια που εν αγνοία της καθαρίζει τον τόπο ενός εγκλήματος. Στην πορεία προέκυψε και ο χαρακτήρας του αστυνομικού που αποφασίζει να αθωώνει εκείνους που νομίζει ότι πρέπει να αθωωθούν. Ολο αυτό δεν άρεσε στη γερμανική τηλεόραση, στην οποία το απευθύναμε, αλλά μας άρεσε εμάς ως ιδέα και το συνεχίσαμε ως κινηματογραφικό σενάριο. Στη διαδρομή έγινε η «Ακαδημία Πλάτωνος» και αφενός συνάντησα τον Αντώνη Καφετζόπουλο, αφετέρου δούλεψα πρώτη φορά στην Ελλάδα, που ήταν για μένα πολύ όμορφη εμπειρία. Κι έτσι καταλήξαμε να γυριστεί στην Ελλάδα και ο «Αδικος Κόσμος».
Ποια ήταν η βασική πηγή έμπνευσής σας;
Τις εμπειρίες της Ελλάδας κουβαλάω. Εδώ γεννήθηκα. Αυτό που είμαι φτιάχτηκε στην Ελλάδα. Αυτό που λέμε «κρίση» εμφανίστηκε τώρα ως οικονομική. Η κρίση των αξιών, η κρίση της ηθικής και του πολιτισμού είναι κάτι μέσα στο οποίο μεγάλωσα εγώ τη δεκαετία του '80. Όταν η μεγαλύτερη μάζα του ελληνικού πολιτισμού στράφηκε σε μία και μοναδική ανάγκη: πώς θα βολευτούμε οικονομικά. Αυτός ήταν ο πρώτος στόχος και μετά ήταν πώς θα έχουμε περισσότερα χρήματα. Οταν έφυγα από την Ελλάδα το '91 ήταν χαρά μου, επειδή άφηνα πίσω μου ένα «έλος». Ενιωθα πως άφηνα πίσω μου μια κοινωνία σε ακινησία. Αυτό δεν έχει αλλάξει καθόλου. Απλώς τώρα δεν έχουμε και λεφτά.
Πάντως, οι έννοιες του δικαίου και του αδίκου, του ηθικού και του ανήθικου, τις οποίες πραγματεύεται η ταινία, σχετίζονται άμεσα με την Ελλάδα της σημερινής κρίσης.
Υπάρχει μια ευαισθησία τώρα γύρω από αυτά τα ζητήματα. Αλλά ο «Αδικος Κόσμος» δεν προέρχεται από την τωρινή κατάσταση. Προέρχεται από τις πρότερες εμπειρίες μου. Οταν μεγαλώνεις και βλέπεις ότι ο πατέρας σου επιμένει να πληρώσει το φακελάκι παρότι ο γιατρός δεν το θέλει, καταλαβαίνεις ότι αυτό είναι μέσα στο DNA του. Αυτό είναι που σε καθορίζει, από εκεί προέρχονται όλα.
Θεωρείτε ότι μπορεί να βγει κάτι θετικό από το ταρακούνημα που έχει δεχτεί η ελληνική κοινωνία;
Η ελληνική κοινωνία είναι ενωμένη μόνο ως προς την κοινή θλίψη. Μου είναι αδύνατο να καταλάβω αν αυτό το σοκ θα έχει κάποια θετική επίπτωση. Από την άλλη, λες ότι με τέτοια τρομερή σφυριά στο κεφάλι μπορεί κάτι ν' αλλάξει.
Η ταινίας σας πάντως κάθε άλλο παρά εμπορική είναι, με σαφείς επιρροές από το μινιμαλιστικό σινεμά του Ακι Καουρισμάκι.
Το πιο ωραίο το είχε πει ο ίδιος ο Καουρισμάκι. Στο Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν, κάποιος του είπε: «Στο πρόγραμμα υπάρχει και μια ελληνική ταινία της οποίας ο σκηνοθέτης εμπνέεται από εσάς. Τι λέτε γι' αυτό;» «Θα μπορούσε να βρει κάποιον καλύτερο», απάντησε ο ίδιος (γέλια).
«ΘΥΜΩΝΩ ΜΕ ΤΙΣ ΑΔΙΚΙΕΣ»
Το 2009, η πλειονότητα των Ελλήνων σκηνοθετών απείχε από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ζητώντας έναν νέο κινηματογραφικό νόμο. Εν έτει 2012, η ελληνική κινηματογραφία έχει τον νέο της νόμο. «Υπάρχει τώρα μια βάση πάνω στην οποία μπορεί να στηθεί χωρίς κρατικά χρήματα ένα σύστημα παραγωγής ταινιών για μια μικρή χώρα», μας λέει ο Φίλιππος Τσίτος, δραστήριο μέλος των «Κινηματογραφιστών στην ομίχλη». «Αλλά αυτό χρειάζεται μια πρώτη φουρνιά χρημάτων από το κράτος τα οποία είτε δεν υπάρχουν είτε δεν θέλει το κράτος να τα δώσει. Ωστόσο, δεν μπορείς να βγεις στον δρόμο και να πεις ΄΄δώστε λεφτά για ταινίες΄΄ γιατί θα σε κυνηγήσουν. Εδώ οι άνθρωποι δεν έχουν να φάνε. Οταν βλέπω, από την άλλη, να συμβαίνουν αδικίες, ναι θυμώνω».
«ΒΑΘΥ ΝΕΥΡΟ»
«Τα σχόλια και οι γνώμες που παίρνω είναι συγκινητικά. Οσοι μου μίλησαν, μου είπαν πως η ταινία άγγιξε ένα βαθύ τους νεύρο. Δεν το περίμενα».
Πηγή: www.ethnos.gr
Δημοσιεύτηκε στις 03/02/2012
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire