Το Βήμα - The New York Times
Η πραγματικότητα
της αυξανόμενης ανισότητας στην Αμερική είναι εμφανής. Μετά τα τέλη της
δεκαετίας του 1970 οι πραγματικοί μισθοί του κατώτερου μισού του εργατικού
δυναμικού έχουν παραμείνει ίδιοι ή έχουν μειωθεί, ενώ τα εισοδήματα του
ανώτερου 1% έχουν σχεδόν τετραπλασιαστεί (και τα εισοδήματα του ανώτερου 0,1%
έχουν αυξηθεί ακόμη περισσότερο). Ενώ μπορούμε και θα έπρεπε να ξεκινήσουμε
στις ΗΠΑ μία σοβαρή συζήτηση γύρω από το τί πρέπει να κάνουμε για αυτή την κατάσταση,
το ίδιο το γεγονός - ότι ο αμερικανικός καπιταλισμός όπως είναι σήμερα
υποσκάπτει τα θεμέλια της μεσαίας τάξης - παρουσιάζεται σαν να μην πρέπει καν
να αποτελεί θέμα συζήτησης. Αλλά αποτελεί.
Εν μέρει αυτό
αντανακλά το διάσημο ρητό του Άπτον Σίνκλερ: «Είναι δύσκολο να κάνεις κάποιον
να κατανοήσει κάτι, όταν ο μισθός του εξαρτάται ακριβώς από τη μή κατανόησή
του». Αλλά επίσης πιστεύω ότι αντανακλά την αντιπάθεια προς τις επιπτώσεις των
αριθμών, που φαντάζουν ανοιχτή πρόσκληση σε έναν ταξικό πόλεμο - ή, αν
προτιμάτε, μίας απόδειξης ότι ο ταξικός πόλεμος ήδη συντελείται, με τους
πλουτοκράτες να βρίσκονται στην επίθεση. Το αποτέλεσμα είναι μία ισχυρή
εκστρατεία στατιστικής συσκότισης.
Στη χειρότερη
εκδοχή της, αυτή η εκστρατεία πλησιάζει την καθαρή διαστρέβλωση. Στην καλύτερη,
περιλαμβάνει έναν δεξιοτεχνικό τρόπο για να προπαγανδίσει αυτό που εγώ
χαρακτηρίζω ως «μύθο των άξιων πλουσίων». Για ένα παράδειγμα της ντε φάκτο
διαστρέβλωσης, κάποιος δεν χρειάζεται να κοιτάξει πέρα από ένα πρόσφατο άρθρο του
Μπρετ Στίβενς της Wall Street Journal, το οποίο πρώτα κατηγορεί (αδίκως) τον πρόεδρο Ομπάμα ότι έκανε ένα
αντικειμενικό λάθος και μετά συνεχίζει υποστηρίζοντας ότι η αυξανόμενη
οικονομική ανισότητα δεν είναι κάτι σημαντικό, επειδή όλοι έχουν μεγάλα κέρδη.
Λένε, για
παράδειγμα, ότι τα εισοδήματα του κατώτερου ενός πέμπτου του πληθυσμού των ΗΠΑ
έχουν αυξηθεί κατά 186% από το 1979. Αν αυτό σας ακούγεται λάθος, είναι επειδή
είναι λάθος: πρόκειται για έναν εικονικό αριθμό, όχι προσαρμοσμένο στον
πληθωρισμό. Ο διορθωμένος αριθμός δείχνει ότι τα εισοδήματα τους στην
πραγματικότητα μειώνονται.
Ωραία, αυτή είναι
η καθαρή διαστρέβλωση. Τί συμβαίνει όμως με την πιο ευγενική μορφή της; Έχω
παρατηρήσει ότι οι συντηρητικοί έχουν εμμονή με την ιδέα ότι η φτώχεια στην
πραγματικότητα είναι αποτέλεσμα προβλημάτων στον χαρακτήρα των φτωχών. Αυτό
κάποτε μπορεί να είχε ψήγματα αλήθειας, αλλά τουλάχιστον τις τελευταίες τρεις
δεκαετίες το βασικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι φτωχοί είναι η έλλειψη
θέσεων εργασίας με ικανοποιητικές αποδοχές. Αλλά ο μύθος των «ανάξιων φτωχών»
επιμένει και εξίσου επιμένει ο αντίθετος μύθος, αυτός των «άξιων πλουσίων». Η
ιστορία έχει ως εξής: οι εύποροι της Αμερικής είναι εύποροι επειδή έκαναν
διαφορετικές επιλογές στον τρόπο ζωής τους. Φρόντισαν να έχουν καλή εκπαίδευση,
παντρεύτηκαν και έμειναν παντρεμένοι και ούτω καθεξής. Βασικά, ο πλούτος είναι
επιβράβευση για την προσκόλληση στις βικτοριανές αξίες.
Τί δεν πάει καλά
με αυτή την ιστορία; Ακόμη
και με τους δικούς της όρους αναφέρεται σε ευκαιρίες που δεν υπάρχουν. Για
παράδειγμα, πώς άραγε τα παιδιά των φτωχών, ή ακόμη και της εργατικής τάξης,
μπορούν να έχουν καλή εκπαίδευση σε μία εποχή που τα δίδακτρα στα δημόσια
πανεπιστήμια αυξάνονται και η υποστήριξη μειώνεται; Ακόμη και οι κοινωνικοί
δείκτες της οικογενειακής σταθερότητας είναι, ως έναν σημαντικό βαθμό,
οικονομικά φαινόμενα: τίποτε δεν επηρεάζει περισσότερο τις οικογενειακές αξίες
από την έλλειψη επαγγελματικών ευκαιριών.
Αλλά το βασικό
πρόβλημα με αυτό τον μύθο είναι ότι δεν αναγνωρίζει τους πραγματικούς νικητές
αυτής της κατάστασης. Γιατί ακόμη και οι λεγόμενοι εργαζόμενοι «του λευκού
κολλάρου», είναι απλά καλά. Το κίνημα Occupy έκανε γνωστό τον όρο του «1 τοις εκατό» για την
ανερχόμενη ελίτ, αλλά αυτή περιλαμβάνει πολλούς ανθρώπους: τα περισσότερα κέρδη
του ανώτερου ένα τοις εκατό πηγαίνουν στην πραγματικότητα σε μία ακόμη πιο
μικρή ελίτ, στο 0,1%. Ποιοί είναι αυτοί οι τυχεροί; Διευθυντικά στελέχη, κυρίως
αλλά όχι μόνο, στον χρηματοοικονομικό τομέα.
Μπορούμε να
διαφωνήσουμε για το εάν αυτοί οι άνθρωποι αξίζουν να πληρώνονται τόσο καλά αλλά
ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: δεν έφτασαν εκεί που έφτασαν με το να είναι συνετοί,
καθαροί, και μετρημένοι. Η ταινία με τον Λεονάρντο ντι Κάπριο «Ο Λύκος της
Γουόλ Στριτ» είναι πολύ δημοφιλής μεταξύ των χρηματιστών που επευφημούν τον
πρωταγωνιστή - ακόμη ένα στοιχείο της πραγματικότητας της νέας Χρυσής Εποχής
μας. Γνωρίζω ότι αυτή η πραγματικότητα κάνει πολλούς να αισθάνονται άβολα και
θα ήθελαν να παρουσιάσουν αλλιώς τα πράγματα. Αλλά ακόμη και αν τα γεγονότα
διακρίνονται από γνωστές λαϊκίστικες προκαταλήψεις, παραμένουν γεγονότα. Και
πρέπει να τα δούμε καταπρόσωπο.