Χρήστου Ψιλογένη *
ΤΟ δημοψήφισμα είναι η πεμπτουσία της δημοκρατίας. Γι’ αυτό και το «όχι» του 2004 ήταν μια πράξη γνήσιας λαϊκής αντίστασης κατά της τουρκικής κατοχής, που επανατοποθέτησε το Κυπριακό στη σωστή του βάση, αποσυνδέοντάς το από την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Έτσι εξουδετερώθηκε τόσο η βρετανική πλεκτάνη όσο και οι συνέπειες διαπραγματευτικών μας λαθών, που θα επιβάρυναν ένα αυτοτελές δικαίωμα με την προϋπόθεση αποδοχής μιας κάκιστης λύσης. Ήταν όμως και μια εντολή, προς το σύνολο της ηγεσίας μας, να μην αποδεχθεί λύση ανανικών προδιαγραφών. Ωστόσο, εφτά χρόνια από τότε, οι γνωστοί εραστές του αμαρτωλού σχεδίου, επιμένουν να το προωθούν! Προφανώς έτσι εννοούν τη δίκαιη λύση που μας είχαν υποσχεθεί και αυτός είναι ο σεβασμός που τρέφουν προς τους θεσμούς.
Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, τόσο η Άγκυρα, όσο και το κατοχικό καθεστώς, ουδέποτε απέκρυψαν το στόχο τους για νομιμοποίηση της κατοχής και κατάργηση του κυπριακού κράτους. Είναι μάλιστα ενδεικτικό ότι όχι μόνο διαρκώς μιλούν για δύο λαούς και δύο ξεχωριστά κράτη, αλλά δύο φορές, μία επί «σοσιαλιστή» Ταλάτ και μία επί εθνικιστή Έρογλου, κατέθεσαν ανάλογες προτάσεις, στο τραπέζι των συνομιλιών, χωρίς ουσιαστική αντίδραση. Ούτε από τον ΟΗΕ, αλλά ούτε και από την ηγεσία μας. Προφανώς λοιπόν η περιβόητη κοινή διαπραγματευτική βάση, απέβλεπε μόνο σε ανανική λύση! Διότι, ενώ η Τουρκία δεν φοβάται να παρεξηγηθεί, ούτε για τη συνεχιζόμενη κατοχή, ούτε για την προσφυγιά και τον εποικισμό, ούτε για τη συστηματική καταστροφή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, ούτε για τα τόσα άλλα εγκλήματά της, περιέργως φοβάται η Κυβέρνησή μας να τα υπενθυμίζει. Μήπως προκαλέσει διακοπή των συνομιλιών, ή παρεξηγηθεί ότι δεν θέλει λύση! Γιατί προφανώς θεωρεί, ότι ακόμα και οι πασιφανώς, εκτός διαπραγματευτικού πλαισίου τουρκοκυπριακές προτάσεις, είναι συζητήσιμες. Έτσι, αντί να καταγγέλλει την Άγκυρα και την τουρκοκυπριακή ηγεσία, για την ολοφάνερη παρασπονδία τους, καταγγέλλει Ε/κ αναλυτές ως εξτρεμιστές, που δεν θέλουν λύση, γιατί απλώς την προειδοποιούν για τις πραγματικές προθέσεις του τουρκικού επεκτατισμού! Ακόμα και μετά τις πρόσφατες τουρκικές παραβιάσεις της κυπριακής ΑΟΖ, που συνιστούν νέα εισβολή κατά της Κύπρου, ακόμα και μετά την προκλητική συμφωνία της Άγκυρας, μέσα στην ίδια την έδρα του ΟΗΕ, με το καταδικασμένο από αυτόν τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος, αντί να τις διακόψει διαμαρτυρόμενη, τις συνεχίζει πεισμωμένη. Ενώ γνωρίζει ότι κατά τις συνομιλίες αυτές, οι Ε/κ μόνιμα προσφέρουν και οι Τ/κ αιωνίως εισπράττουν, κυρίως προς όφελος του τουρκικού ιμπεριαλισμού. Επομένως, οι δήθεν κυπριακής ιδιοκτησίας συνομιλίες, αν μεν επιτύχουν, θα τσιμεντώσουν το άθλιο κατασκεύασμα, που σύσσωμος ο λαός μας, από την Αριστερά μέχρι τη Δεξιά, είχε συντριπτικά απορρίψει. Αν αποτύχουν, πάλι εμείς θα πληρώσουμε το κόστος, αφού ενώ η κατοχή και οι συνέπειές της θα συνεχίζονται, θα μας βαραίνουν και οι μέχρι τώρα μονομερείς υποχωρήσεις μας.
Ακόμα και μετά το ενεργειακό χαρτί, που μας δίνει μια αξιοπρεπή διέξοδο από τον τουρκικό κλοιό, αλλά και δυνατότητα ουσιαστικών διαπραγματεύσεων, η ηγεσία μας συνεχίζει τον κατήφορο μιας πολιτικής, που οδηγεί σε διπλό αδιέξοδο. Και όταν αναλυτές, ακόμα και από το χώρο της Αριστεράς, της το επισημαίνουν, επικαλείται οργισμένη την ενότητα. Η ενότητα όμως, που πράγματι χρειάζεται η Κύπρος, δεν κτίζεται ούτε με ενορχηστρωμένες και πολιτικά παράφωνες συναυλίες καλλίφωνων καλλιτεχνών, ούτε με τον κομματικό φανατισμό, ούτε με την ακατάσχετη φιλοδοξία για εξουσία. Θα οικοδομηθεί πάνω σε κοινές αρχές και μια νέα, καλά σχεδιασμένη πολιτική, που σαφώς απαιτούν οι περιστάσεις. Με την οποία, πριν τη συνάντηση της Νέας Υόρκης, θα δεσμευτεί, όχι μόνο η Κυβέρνηση, αλλά και η αντιπολίτευση, το κύριο κόμμα της οποίας, μέχρι προχθές ακόμα, στήριζε τις έωλες κυβερνητικές θέσεις. Είναι έτοιμη η πολιτική μας ηγεσία να ανταποκριθεί στο κάλεσμα της Ιστορίας, ή μήπως, για μια ακόμα φορά, ο καβγάς είναι μόνο για το πάπλωμα της εξουσίας;
Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, τόσο η Άγκυρα, όσο και το κατοχικό καθεστώς, ουδέποτε απέκρυψαν το στόχο τους για νομιμοποίηση της κατοχής και κατάργηση του κυπριακού κράτους. Είναι μάλιστα ενδεικτικό ότι όχι μόνο διαρκώς μιλούν για δύο λαούς και δύο ξεχωριστά κράτη, αλλά δύο φορές, μία επί «σοσιαλιστή» Ταλάτ και μία επί εθνικιστή Έρογλου, κατέθεσαν ανάλογες προτάσεις, στο τραπέζι των συνομιλιών, χωρίς ουσιαστική αντίδραση. Ούτε από τον ΟΗΕ, αλλά ούτε και από την ηγεσία μας. Προφανώς λοιπόν η περιβόητη κοινή διαπραγματευτική βάση, απέβλεπε μόνο σε ανανική λύση! Διότι, ενώ η Τουρκία δεν φοβάται να παρεξηγηθεί, ούτε για τη συνεχιζόμενη κατοχή, ούτε για την προσφυγιά και τον εποικισμό, ούτε για τη συστηματική καταστροφή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, ούτε για τα τόσα άλλα εγκλήματά της, περιέργως φοβάται η Κυβέρνησή μας να τα υπενθυμίζει. Μήπως προκαλέσει διακοπή των συνομιλιών, ή παρεξηγηθεί ότι δεν θέλει λύση! Γιατί προφανώς θεωρεί, ότι ακόμα και οι πασιφανώς, εκτός διαπραγματευτικού πλαισίου τουρκοκυπριακές προτάσεις, είναι συζητήσιμες. Έτσι, αντί να καταγγέλλει την Άγκυρα και την τουρκοκυπριακή ηγεσία, για την ολοφάνερη παρασπονδία τους, καταγγέλλει Ε/κ αναλυτές ως εξτρεμιστές, που δεν θέλουν λύση, γιατί απλώς την προειδοποιούν για τις πραγματικές προθέσεις του τουρκικού επεκτατισμού! Ακόμα και μετά τις πρόσφατες τουρκικές παραβιάσεις της κυπριακής ΑΟΖ, που συνιστούν νέα εισβολή κατά της Κύπρου, ακόμα και μετά την προκλητική συμφωνία της Άγκυρας, μέσα στην ίδια την έδρα του ΟΗΕ, με το καταδικασμένο από αυτόν τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος, αντί να τις διακόψει διαμαρτυρόμενη, τις συνεχίζει πεισμωμένη. Ενώ γνωρίζει ότι κατά τις συνομιλίες αυτές, οι Ε/κ μόνιμα προσφέρουν και οι Τ/κ αιωνίως εισπράττουν, κυρίως προς όφελος του τουρκικού ιμπεριαλισμού. Επομένως, οι δήθεν κυπριακής ιδιοκτησίας συνομιλίες, αν μεν επιτύχουν, θα τσιμεντώσουν το άθλιο κατασκεύασμα, που σύσσωμος ο λαός μας, από την Αριστερά μέχρι τη Δεξιά, είχε συντριπτικά απορρίψει. Αν αποτύχουν, πάλι εμείς θα πληρώσουμε το κόστος, αφού ενώ η κατοχή και οι συνέπειές της θα συνεχίζονται, θα μας βαραίνουν και οι μέχρι τώρα μονομερείς υποχωρήσεις μας.
Ακόμα και μετά το ενεργειακό χαρτί, που μας δίνει μια αξιοπρεπή διέξοδο από τον τουρκικό κλοιό, αλλά και δυνατότητα ουσιαστικών διαπραγματεύσεων, η ηγεσία μας συνεχίζει τον κατήφορο μιας πολιτικής, που οδηγεί σε διπλό αδιέξοδο. Και όταν αναλυτές, ακόμα και από το χώρο της Αριστεράς, της το επισημαίνουν, επικαλείται οργισμένη την ενότητα. Η ενότητα όμως, που πράγματι χρειάζεται η Κύπρος, δεν κτίζεται ούτε με ενορχηστρωμένες και πολιτικά παράφωνες συναυλίες καλλίφωνων καλλιτεχνών, ούτε με τον κομματικό φανατισμό, ούτε με την ακατάσχετη φιλοδοξία για εξουσία. Θα οικοδομηθεί πάνω σε κοινές αρχές και μια νέα, καλά σχεδιασμένη πολιτική, που σαφώς απαιτούν οι περιστάσεις. Με την οποία, πριν τη συνάντηση της Νέας Υόρκης, θα δεσμευτεί, όχι μόνο η Κυβέρνηση, αλλά και η αντιπολίτευση, το κύριο κόμμα της οποίας, μέχρι προχθές ακόμα, στήριζε τις έωλες κυβερνητικές θέσεις. Είναι έτοιμη η πολιτική μας ηγεσία να ανταποκριθεί στο κάλεσμα της Ιστορίας, ή μήπως, για μια ακόμα φορά, ο καβγάς είναι μόνο για το πάπλωμα της εξουσίας;
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire