Κακά τα ψέματα. Το «βραβείο ντροπής» θα μπορούσαμε να το είχαμε δώσει
εμείς προ πολλού στην Goldman Sachs λόγω της εμπλοκής και στην Ελλάδα,
όταν αποκαλύφθηκαν τα «βρώμικα» παιχνίδια της αμερικανικής τράπεζας το
2000 - 2001με την τότε κυβέρνηση, που σχετίζονται με το ελληνικό δημόσιο
χρέος.
Χθες, στο Νταβός, η Greenpeace Ελβετίας και η Διακήρυξη της Βέρνης, μια
ελβετική μη κυβερνητική οργάνωση, κατήγγειλαν τους «διευθυντές της
Goldman Sachs που ελέγχουν την περιστρεφόμενη πόρτα, κατέχοντας
διαδοχικά θέσεις στους κόλπους της τράπεζας και δημόσιες ή πολιτικές
θέσεις και εξασφαλίζουν για τον εαυτό τους τις δουλειές του αύριο». Με
το σκεπτικό αυτό απένειμαν το «βραβείο ντροπής» στην αμερικανική
τράπεζα, το οποίο απονέμεται κάθε χρόνο στο περιθώριο του Παγκόσμιου
Οικονομικού Φόρουμ (WEF) του Νταβός σε επιχειρήσεις με «βρώμικο» παρόν
και παρελθόν.
Πάντως, «όλοι ήξεραν τι συνέβαινε στον Νότο, η Ευρωπαϊκή Ενωση, το ΔΝΤ
και κυρίως η Goldman Sachs, που βοήθησε την Ελλάδα να μπει στην ΟΝΕ και
λίγο μετά προσέλαβε τον Μάριο Ντράγκι για CEO της Ευρώπης και αργότερα
τον Μάριο Μόντι ως σύμβουλο», έχει ήδη καταγγείλει ο διακεκριμένος
καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας και διευθυντής
του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για τη Μελέτη των Κοινωνιών στη Γερμανία,
Βόλφγκανγκ Στρέεκ.
Ο Γερμανός καθηγητής έχει προειδοποιήσει ότι η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η
Ισπανία κλήθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ενωση για πολιτικούς λόγους, για να
σταθεροποιηθεί η περιοχή και να αποφευχθεί «η επιστροφή μιας δεξιάς
δικτατορίας ή μία κυβέρνηση της Αριστεράς. Ηλπιζαν ότι η κεντρώα
δημοκρατία, ο καπιταλισμός, η πρόσβαση στην αγορά της Ευρώπης και τα
διαρθρωτικά ταμεία θα επέφεραν μία βιώσιμη ευημερία. Ομως, στα τέλη της
δεκαετίας του 1990 αυτή η ελπίδα μπορούσε να κρατηθεί ζωντανή μόνο μέσω
μιας τεράστιας εισαγωγής δανείων που υποκαθιστούσαν την ευημερία. Για να
έχουν τα δάνεια προσιτά επιτόκια για την Ελλάδα και τους υπόλοιπους
οφειλέτες έπρεπε να γίνουν μέλη της νομισματικής ένωσης. Οσα συνέβησαν
έκτοτε ήταν γνωστά και εμφανή σε όλους».
Η Goldman, εκτός από το χρήμα, είναι διάσημη και από το γεγονός ότι
παράγει στελέχη για τον Λευκό Oίκο και υπουργούς Oικονομικών των
Hνωμένων Πολιτειών. Τον Ιούνιο του 2006 ο Tζορτζ Mπους επέλεξε τον Xένρι
«Xανκ» Πόλσον, που ήταν πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Goldman
Sachs. Bεβαίως από τα σπλάχνα της Goldman προερχόταν και ο επιτυχημένος
υπουργός Οικονομικών του Μπιλ Κλίντον, Ρόμπερτ Ρούμπιν.
Επίσης, με το τεράστιο κύρος που απέκτησαν εκτός εθνικών συνόρων, ο
Μάριο Ντράγκι τοποθετήθηκε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας
και ο Μάριο Μόντι έγινε τεχνοκράτης πρωθυπουργός της Ιταλίας.
Τοποθετήσεις που αναδεικνύουν την υποταγή της εθνικής πολιτικής στην
παγκοσμιοποιημένη οικονομική εξουσία. Τι σημαίνουν όλα αυτά για την
εθνική κυριαρχία και τη δημοκρατία; Οποιος έχει απλές απαντήσεις σίγουρα
κοροϊδεύει τον κόσμο. Πάντως, κοινή συνισταμένη και στην Ελλάδα και
στην Ιταλία είναι η οικονομική κρίση που έχει ένα έντονα πολιτικό
στοιχείο. Στην Ιταλία παρακολουθούμε το τέλος του μπερλουσκονισμού, μιας
εποχής που σημαδεύτηκε από την εξαχρείωση ηθών και θεσμών. Στην Ελλάδα
καταρρέει ένα πολιτικό σύστημα με σπασμούς, με τεράστιο κίνδυνο να
συμπαρασυρθεί και ολόκληρη η χώρα.
Τέλος, αξίζει να θυμίσω ότι στα 16 δισ. ευρώ θα ανέλθει για την Ελλάδα
το τελικό κόστος του περιβόητου swap της Goldman Sachs, που έλαβε χώρα
επί κυβερνήσεως Σημίτη το 2001, με στόχο να κρύψει χρέος 2,8 δισ. ευρώ. Η
Goldman σε ένα και μόνο βράδυ από εκείνο το swap κέρδισε 400.000.000
ευρώ ντροπιάζοντας μια χώρα της Ευρώπης, της οποίας εκμεταλλεύτηκε την
ανάγκη. Το περίεργο και αξιοσημείωτο είναι ότι για πολλά χρόνια μετά το
2001 (που έγινε το swap) η αμερικανική τράπεζα είχε προνομιακή πρόσβαση
έως το 2010 σε γραφεία υπουργών της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ. Στον
ισολογισμό για το έτος 2010, που κατατέθηκε το φθινόπωρο του 2011 στη
Βουλή από τον τότε υπουργό Οικονομικών Ευ. Βενιζέλο, αναφέρεται ότι τη
συγκεκριμένη χρονιά «το εκτός αγοράς» swap πρόσθεσε στο χρέος 5,2 δισ.
ευρώ. Ηταν η χρονιά που το ποσό καταγράφηκε επίσημα στο χρέος, ύστερα
από πιέσεις που άσκησαν η Eurostat και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Αν στο ποσό
αυτό προσθέσουμε και τους τόκους (περίπου 300.000.000 ετησίως έως το
2037), το σύνολο του κόστους που θα καταβάλει η χώρα για το swap θα
ανέλθει στα 16 δισ. ευρώ. |
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire