Φρανσουάζ Ξενάκη
«Υπήρξα ο προσωπικός κλόουν του Ξενάκη»
Δέκα χρόνια μετά τον θάνατο του συνθέτη, η σύζυγός του και γνωστή συγγραφέας μιλάει για τη 48χρονη συμβίωσή τους, τη «δύσκολη» σχέση του με την Ελλάδα και το γαλλικό διαβατήριο που «του διευκόλυνε τη ζωή»
Η Φρανσουάζ Γκαργκούιγ ήταν μόλις 17 ετών το 1950, όταν γνώρισε τον Ιάννη Ξενάκη. Ως τότε η ίδια μεγάλωνε σε μια οικογένεια όπου οι εντάσεις - λεκτικές και όχι μόνο- ήταν σε ημερήσια διάταξη. Το νεαρό κορίτσι λαχταρούσε να δώσει και να λάβει σεβασμό. Ηθελε κοντά της έναν άνθρωπο που να μπορεί να θαυμάζει. Ωστόσο, όταν γνώρισε τον άνδρα που έμελλε να γίνει σύζυγός της τρία χρόνια αργότερα, χρειάστηκε να «ζυγίσει» τα πράγματα: «Ηταν απίστευτα σοβαρός και εμένα μου αρέσει να γελώ, το γέλιο είναι το οξυγόνο μου» θυμάται. «Αισθάνθηκα όμως ότι μαζί του θα προχωρούσα, θα εξυψωνόμουν.Κατάλαβα ότι ήταν ένας άνθρωπος που δεν είχε μέσα του τίποτε το μικροπρεπές. Ημουν εξαρχής σίγουρη για αυτό και,όπως αποδείχθηκε,είχα δίκιο».
Παντρεύτηκαν το 1953 στο Παρίσι και έζησαν μαζί ως τη στιγμή που ο Ιάννης Ξενάκης έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 78 ετών, στις 4 Φεβρουαρίου 2001, έπειτα από μακροχρόνιες περιπέτειες με την υγεία του. Πώς βιώνει η σύντροφός του, διακεκριμένη συγγραφέας και δημοσιογράφος, την απώλεια στο πέρασμα του χρόνου; «Οταν αισθάνθηκα την τελευταία του πνοή επάνω στο χέρι μου,ήταν για μένα μεγάλη ανακούφιση, σχεδόν χαρά» λέει. «Επιτέλους, έπαψε να μην είναι ο εαυτός του. Νεκρός, ήταν και πάλι ο Γιάννης. Αυτή η χαρά με συνεπήρε για δυο-τρία χρόνια,αλλά τώρα κυριαρχεί η έλλειψη, η απουσία, η οποία όσο προχωρεί ο καιρός γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Μου λείπει το γέλιο του, ένα γέλιο σχεδόν παιδικό. Σιγά σιγάαρχίζω να ξεχνάω τον ήχο της κάπως σιγανής φωνής του».
Η Φρανσουάζ Ξενάκη ανακαλεί πρόθυμα στη μνήμη της στιγμές από την κοινή της ζωή με τον συνθέτη που σφράγισε τη σύγχρονη μουσική δημιουργία: «Είναι ο μόνος άνδρας που ασπάστηκα» λέει και εξηγεί: «Ηταν ο φίλος μου, ο σύμβουλός μου,ο εραστής μου...Κάποιες φορές, πάλι, ήταν απλώς ένας άνδρας πεισματάρης. Τότεεπιστράτευα ένα όπλο:τον έκανα να γελά.Τα πρώτα χρόνια κυρίως, που ζούσε μέσα στη σιωπή και προφανώς δεν ήταν καλά λόγω των όσων είχαν συμβεί στην Ελλάδα στη διάρκεια του Εμφυλίου, χρειάστηκε να καταφύγω συχνά σε αυτή την τακτική.
Ναι,υπήρξα ο προσωπικός του κλόουν. Και είμαι υπερήφανη, γιατί συχνά όλο αυτό λειτουργούσε καλά».
Στη διάρκεια της πολύ χρονης συμβίωσής του το ζευγάρι πέρασε και δοκιμασίες. «Παρ΄ όλα αυτά, ποτέ δεν έχασα τον σεβασμό που έτρεφα για αυτόν» ξεκαθαρίζει. «Καμιά φορά μπορεί να υποχωρούσε, αλλά ο Γιάννης τον αποκαθιστούσε ξανά. Μία ή δύο φορέςθυμάμαι να ύψωσα τον τόνο της φωνής μου. Πιστεύωπάντωςπως ήμουν σημαντική για αυτόν. Εκείνοςάλλωστεμε ενθάρρυνε να γράψω. Και αν έχεις έναν σύζυγο που εργάζεται 15-16 ώρες την ημέρα,τι άλλο σού μένει από το να κάνεις το ίδιο και εσύ; Φθαρήκαμε δουλεύοντας και όταν σηκώσαμε τα κεφάλια μας είχαμε πλέον γεράσει».
Μερικά χρόνια μετά τον γάμο τους απέκτησαν τη μοναχοκόρη τους, τη Μάχη, καταξιωμένη γλύπτρια σήμερα. «Η απόκτηση παιδιών δεν ήταν βαθιά επιθυμία του Γιάννη» παραδέχεται η χήρα του. «Ωστόσοκατάλαβε πόσο επιθυμούσα εγώ ένα παιδί και έτσι γεννήθηκε η κόρη μας. Αυτός εξακολουθούσε να δουλεύει το ίδιο, ήταν αυστηρός και της μάθαινε πολύ νωρίς πράγματα δύσκολα, μαθηματικές φόρμουλες ας πούμε. Γενικά η σχέση τους ήταν ήπια, αλλά είχαν και μια στιγμή έντασης, όταν εκείνη αποφάσισε να γίνει γλύπτρια και αυτός προσπαθούσε να την πείσει να σπουδάσειπρώταμαθηματικά. Ξεχνούσε ότι και αυτός από τα 18 του κιόλαςήθελε να γίνει μουσικός αλλά ο πατέρας του τον υποχρέωσε να πάει πρώτα στο Πολυτεχνείο.Η Μάχη δεν υποχώρησε.Του μοιάζει με έναν παράξενο τρόπο».
Με δύο διαβατήρια
Περιγράφοντας τη σχέση του Ξενάκη με την Ελλάδα- από την οποία έζησε εξόριστος 28 ολόκληρα χρόνια- η χήρα του ανατρέχει σε ένα περιστατικό: «Θυμάμαι τη στιγμή που ο έλληνας πρέσβης στο Παρίσι τού παρέδωσε το ελληνικό διαβατήριο για να γυρίσει στο σπίτι του.Κάποτεέφθασε και η ημέρα του ταξιδιού. Την παραμονή δεν ξάπλωσε καθόλου, καθόταν μόνος σε μια πολυθρόνα στο σπίτι μας. Τον παρατηρούσα καθώς ετοιμαζόταν και είδα ότι πήρε μαζί και τα δύο διαβατήρια, το ελληνικό και το γαλλικό. Φορούσε ένα στρατιωτικό πουκάμισο που είχε δύο τσέπες στο στήθος.Στη μία λοιπόνέβαλε το ένα και στην άλλη το άλλο. Οταν φθάσαμε στην Αθήνα, είχαν έρθει πολλοί να τον υποδεχθούν:απλός κόσμος, δημοσιογράφοι...Περνώντας μπροστά από μια κάμερα, ο Γιάννης έβγαλε και έδειξε το γαλλικό διαβατήριο.Ο εκπρόσωπος της πρεσβείας ταράχτηκε πολύ.“Μα...σας έδωσαν το ελληνικό” τραύλισε. “Ναι, αλλά αυτή η χώρα μού στέρησε κάποτε την υπηκοότητα. Δείχνω λοιπόν το διαβατήριο που μου διευκόλυνε τη ζωή” είπε εκείνος.Ο Γιάννης δεν ήταν πολυλογάς, αλλά ξέρω καλά πως αυτό το ταξίδι τον συγκίνησε πολύ,με τον δικό του τρόπο.Κλείστηκε στον εαυτό του και δεν έλεγε πλέον τίποτε. Είχε όμως μια λύσσα ψυχρή και μη αναστρέψιμη απέναντι στους ανθρώπους οι οποίοι κάποτε τον είχαν καταδικάσει σε θάνατο για πράξεις σε μέρη όπου δεν είχε καν πατήσει το πόδι του».
ΘΑ ΠΡΟΤΙΜΟΥΣΕ ΝΑ ΗΤΑΝ ΑΡΧΑΙΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ
«Οταν ύστερα από όλα αυτά τα χρόνια στην εξορία ο Ξενάκης μπόρεσε να ταξιδέψει στην Ελλάδα,η χώρα του τού φέρθηκε πολύ καλά»λέει η Φρανσουάζ.«Παρουσιάστηκαν έργα του, ήρθαν χιλιάδες άνθρωποι. Ομωςεκείνη την εποχή η Ελλάδα έβγαινε από την κόλαση των συνταγματαρχών και όλοι ήθελαν να τραγουδήσουν δυνατά,απελευθερωτικά. Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν ένας από τους ανθρώπους ο οποίος σε όλο αυτό το δύσκολο διάστημα στάθηκε φιλικά απέναντι στον Γιάννη.Η αλήθεια είναι ότι ο άνδρας μου θύμωνε πολύ όταν αμφισβητούνταν η εθνικότητά του. Γεννήθηκε,πέθανε και ήθελε πάντα να είναι Ελληνας. Θα προτιμούσε όμως να είναι αρχαίος Ελληνας».
Τι πιστεύει για τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα χειρίζεται σήμερα τη μουσική του κληρονομιά;«Μάλλον η μουσική αυτή δεν βρίσκεται στα άμεσα καλλιτεχνικά σχέδια της Ελλάδας. Μπορώ να το καταλάβω. Το να ζει κανείς αυτά τα οποία ζει ο ελληνικός λαός αυτή τη στιγμή είναι κάτι απερίγραπτο».
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire