Χειροτεχνήματα που έχουν φέρει στο φως οι αρχαιολόγοι δείχνουν ότι το ελαιόλαδο υπήρξε αναπόσπαστο μέρος της ζωής στη Μεσόγειο επί χιλιάδες χρόνια. Εκτοτε, η κατανάλωσή του έχει εξαπλωθεί: τα ράφια των σούπερ μάρκετ στη βόρεια Ευρώπη και άλλες πλούσιες χώρες γέρνουν από το βάρος των μπουκαλιών. Η Μεσόγειος, με τα καυτά καλοκαίρια και τους ζεστούς, υγρούς χειμώνες, είθισται να παρέχει το ιδανικό κλίμα για την καλλιέργεια ελαιόδενδρων. Ωστόσο, η ξηρασία στην Ισπανία επηρεάζει δραματικά την αγορά, σύμφωνα με τον Τόμας Μίλκε της εταιρείας ερευνών Oil World.
Η Ισπανία είναι η Σαουδική Αραβία του ελαιολάδου, καθώς ευθύνεται σχεδόν για το ήμισυ της παγκόσμιας παραγωγής. Η έλλειψη βροχοπτώσεων στη χώρα εκτιμάται ότι μπορεί να επιφέρει μείωση της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής κατά 20% σε σχέση με πέρυσι, όταν ο κόσμος πλημμύρισε με 3 εκατ. τόνους ελαιολάδου και πλέον. Τα υψηλά επίπεδα παραγωγής ώθησαν τότε τις τιμές στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών. Ομως, το τελευταίο τρίμηνο, η τιμή του έξτρα παρθένου ελαιολάδου έχει αυξηθεί περισσότερο από 50%, περίπου στα 3.400 δολάρια ο τόνος. Τα αποθέματα από την πρωτοφανή περυσινή σοδειά διατηρούν υπό έλεγχο τις τιμές, όμως τα 4.000 δολάρια δεν φαίνονται πια μακρινά. Και από μια άποψη, η περυσινή υπερπαραγωγή επιτείνει το πρόβλημα που δημιούργησε η ξηρασία, καθώς άφησε τα δέντρα αποδυναμωμένα από το βάρος και ανίκανα να κουβαλήσουν φέτος τόσο καρπό.
Οι υψηλές τιμές είναι ευπρόσδεκτες σε άλλα σημεία της νότιας Ευρώπης. Ιταλία και Ελλάδα είναι οι επόμενοι μεγάλες παραγωγοί, με 20% της παγκόσμιας παραγωγής. Ομως, η άνοδος των τιμών μπορεί να βοηθήσει και άλλα μέρη του κόσμου, που δεν είθισται να συνδέονται με την ελιά.
Οι μεγάλοι παραγωγοί της Ευρώπης έχουν προ πολλού στρέψει το βλέμμα πέρα από τις εγχώριες αγορές, όπου η κατανάλωση έχει φθάσει στο ζενίθ. Η βόρεια Ευρώπη, της οποίας οι κάτοικοι έχουν ταυτίσει τα καλοκαίρια με τις γεύσεις του Νότου, έχει αυξήσει την κατανάλωση ελαιολάδου. Οι Γερμανοί έχουν πενταπλασιάσει και οι Βρετανοί σχεδόν έχουν δεκαπλασιάσει τη χρήση του στο φαγητό τους σε σχέση με τη δεκαετία του ’90. Οι ΗΠΑ είναι η τρίτη μεγαλύτερη αγορά του κόσμου, με τη ζήτηση να αυξάνεται σχεδόν κατά 6% ετησίως επί δύο δεκαετίες, σύμφωνα με τη Rabobank.
Η τράπεζα αυτή «μυρίζεται» ευκαιρία για τους ελαιοπαραγωγούς της Καλιφόρνιας. Η αύξηση των τιμών στις εισαγωγές, η πιθανότητα να διακόψει η Ε.Ε. τις επιδοτήσεις και οι μακρόχρονοι φόβοι για την ποιότητα των εισαγωγών είναι λόγοι για να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα του ακριβότερου καλιφορνέζικου λαδιού. Το αμερικανικό ελαιόλαδο μπορεί να αποκτήσει ώς και το 5% της εγχώριας αγοράς ώς το 2017, όπως εκτιμά η Rabobank. Κέρδη μπορεί να σημειώσει και το υψηλής ποιότητας λάδι που εισάγεται από νέους παίκτες, όπως η Αυστραλία και η Χιλή.
Οι Ισπανοί εξαγωγείς ελαιολάδου δεν πτοούνται. Η Αυστραλία παράγει μόλις 20.000 τόνους ετησίως, ενώ η Καλιφόρνια μόλις 7.000 τόνους, σε σύγκριση με το 1 εκατομμύριο της Ισπανίας. Ισως, όμως, θα έπρεπε. Οι Ευρωπαίοι οινοποιοί, κυρίαρχοι επίσης από αρχαιοτάτων χρόνων, αγνόησαν τα πρώτα σημάδια ανόδου των αμπελουργών του Νέου Κόσμου.
Πηγή: Η Καθημερινή/The Economist
Δημοσιεύτηκε στις 28/09/2012
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire