«Κρεμλίνο...» κατήντησαν οι τραπεζίτες την Ουάσιγκτον!
ZEZA ZHKOY
Μία έκθεση με τον άκρως προβοκατόρικο τίτλο: «Είναι η Αμερική η νέα Ρωσία;» και την τολμηρή άποψη της σύγκρισης της «τραπεζικής ολιγαρχίας», όπως αποκαλεί τους τραπεζίτες της Wall Street που χειραγωγούν τους πολιτικούς της Ουάσιγκτον, με τους «ολιγάρχες» των διεφθαρμένων αναδυόμενων οικονομιών, έχει κάνει τον γύρο του κόσμου. Ο συγγραφέας, φυσικά, δεν είναι τυχαίος. Πρόκειται για τον Σάιμον Τζόνσον, πρώην επικεφαλής οικονομολόγο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και καθηγητή της πανίσχυρης Sloan School of Management του ΜΙΤ. Τόσο ο Aμερικανός νομπελίστας Πολ Κρούγκμαν όσο και ο αρθρογράφος των Financial Times Μάρτιν Γουλφ συμμερίζονται την απαξιωτική κριτική του συγγραφέα για τους Aμερικανούς τραπεζίτες. Ο Τζόνσον τους καταγγέλλει ότι, αφού έπαιξαν κεντρικό ρόλο στη δημιουργία της κρίσης, όχι μόνο δεν αποδέχθηκαν τις ζημιές τους, αλλά παρεμπόδισαν την οικονομία να ξεφύγει από την υψηλή ανεργία επηρεάζοντας την πολιτική των κυβερνήσεων Μπους και Ομπάμα. Δηλαδή, κατήντησε Κρεμλίνο, η Ουάσιγκτον. Εντάξει...
Αλλά ο Κρούγκμαν και ο Γουλφ διαφωνούν εν πολλοίς με τη σύγκριση αυτή καθώς θεωρούν ότι η διαφθορά σε πολλές αναδυόμενες οικονομίες είναι βαθιά, συνεχής και νοσηρή, αντίθετα, στην Αμερική επικρατεί η αντίληψη πως ό,τι είναι καλό για τη Wall Street είναι καλό και για τον κόσμο!
Οσοι χειραγωγούν τον πλούτο φωνάζουν ότι ο Ομπάμα κήρυξε πόλεμο στις επιχειρήσεις. Ούτε κατά διάνοια. Τους έσωσε! Αλλά πλήρωσε ο ίδιος τον λογαριασμό. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ έσωσε στην ουσία τον κινητήρα του καπιταλισμού –τις τράπεζες–, αλλά έχασε τον έλεγχο του Κογκρέσου. Επίσης, η σωτηρία της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας με χρήματα των φορολογουμένων είναι ένα μνημειώδες επίτευγμα, που όμως εκτιμάται από ελάχιστους, ενώ σώθηκαν πάνω από ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας.
Στην έκθεσή του, ο Τζόνσον επισημαίνει πως η χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση που βίωσε η Αμερικής «είχε ανατριχιαστικές ομοιότητες» με κρίσεις σε χώρες όπως η Ρωσία και η Αργεντινή. Στην Αμερική, όπως και στον Τρίτο Κόσμο, τονίζει, «τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ελίτ, δηλαδή των τραπεζιτών στην Αμερική, διαδραμάτισαν καίριο ρόλο στην πρόκληση της κρίσης με την έμμεση υποστήριξη της κυβέρνησης.
Ομως, η μετάλλαξη της «άρρωστης» Αμερικής σε Ρωσία που –εμμέσως πλην σαφώς– υπονοεί ο Τζόνσον, είναι υπερβολική έως μοχθηρή.
Αντίθετα, κάθε φορά που ένας διακεκριμένος ιστορικός ή οικονομολόγος θυμάται τον Μαρξ, καταλαβαίνει κανείς ότι η κατάσταση είναι κρίσιμη. Οι πολιτικές προβλέψεις του Μαρξ μπορεί να διαψεύστηκαν, υποστηρίζει ο ιστορικός Πολ Κένεντι, αλλά μεγάλο μέρος της οικονομικής του ανάλυσης διατηρεί την αξία του. Είναι βέβαιο ότι οι τεκτονικές αλλαγές στις δυνάμεις παραγωγής έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα από οποιοδήποτε ανακοινωθέν μιας συνόδου δύο, οκτώ ή είκοσι ηγετών.
Τι ειρωνεία... Οι διαβόητοι ανά τον κόσμο «ολιγάρχες», που θεώρησαν εαυτούς ως τους Κάρνεγκι ή τους Ροκφέλερ της Ρωσίας, έχουν καταλήξει στον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας, ενώ οι Αμερικανοί τραπεζίτες διασώθηκαν χάρις στην ισχύ της Ουάσιγκτον. Αυθάδεις, νέοι και πλούσιοι, οι βαρώνοι των μετασοβιετικών επιχειρήσεων που γλίτωσαν από την εθνικοποίηση –για να μην πούμε την εξορία ή τη φυλακή– επί Βλαντιμίρ Πούτιν, έμελλε να κάνουν ακόμη μεγαλύτερες περιουσίες με σύμμαχο την οικονομική ευημερία των τελευταίων ετών. Πουθενά αλλού στον κόσμο, όμως, δεν επλήγησαν τόσοι επιχειρηματίες τόσο άσχημα και τόσο γρήγορα όσο στη Ρωσία τους τελευταίους μήνες.
Οι περισσότεροι από τους πιο πλούσιους ανθρώπους της Ρωσίας υπέστησαν τέτοια ζημιά λόγω της οικονομικής κρίσης, που σήμερα αδυνατούν να εξοφλήσουν δάνεια δυτικών τραπεζών. Το Κρεμλίνο παρενέβη με βραχυπρόθεσμες πιστώσεις καθώς δεν ήθελε οι περιουσίες να πέσουν σε ξένα χέρια. Ο όγκος του χρέους ήταν τόσο μεγάλος, που πολλά μέλη της ολιγαρχίας είναι αδύνατον να αντεπεξέλθουν. Η απόγνωση της ρωσικής ολιγαρχίας ήταν τέτοια, που μια ομάδα μεγάλων ονομάτων της βιομηχανίας έφθασε στο σημείο να κάνει προσκύνημα στο Κρεμλίνο. Κατά τη συνάντησή τους με τον πρόεδρο Μεντβέντεφ, οι πέντε «ολιγάρχες» πρότειναν τη συγχώνευση των περιουσιακών τους στοιχείων –στα οποία περιλαμβάνονται μερικά από τα μεγαλύτερα ορυχεία της Ρωσίας και εργοστάσια– σ’ έναν κρατικά ελεγχόμενο βιομηχανικό όμιλο. Σε αντάλλαγμα, η κυβέρνηση πρέπει να καλύψει το χρέος τους στις δυτικές τράπεζες, που ανέρχεται σε δισεκατομμύρια δολάρια. Με άλλα λόγια, προσέφεραν εθελοντικώς την ανατροπή των ιδιωτικοποιήσεων, εκείνων ακριβώς που δημιούργησαν την ολιγαρχία στα μέσα της δεκαετίας του ’90.
Δυστυχώς ή ευτυχώς, για πολλούς «ολιγάρχες» και για τις δυτικές τράπεζες που τους δάνεισαν τα χρήματα, με ή χωρίς την κρατική βοήθεια, το Κρεμλίνο θα πάρει πιθανότατα τον έλεγχο των επιχειρήσεών τους.
Aucun commentaire:
Enregistrer un commentaire